Προέρχεται απο τη φράση αρχίδια - μύδια, χρησιμοποιείται όταν βαριόμαστε να μιλήσουμε πολύ, ή όταν στους παρευρισκόμενους υπάρχει μικρό παιδί ή θεία Φωτούλα και δε θέλουμε να πούμε τη λέξη αρχίδια. Το τελικό «α» μπορει να είναι και παρατεταμένο, κάτι σαν αναστεναγμός.

- Τι έκανες με τη Βανέσσα τελικά; Σου'δωσε κώλο;
- Μύδιαααααα...
- Γιατί ρε μαλάκα; Αυτή είναι εξώλης.
- Κώλο θα δώσει λέει μόνο στον άντρα που θα παντρευτεί.
- Πού καταντήσαμε ρε μαλάκα... κάποτε ήταν αλλιώς τα πράγματα.
- Γάμα τα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τεράστιος βύζος. Όχι απλά οι βυζάρες, δε μιλάμε για βυζολάκκο, αλλά βυζοχαράδρα. Εκτιμητέες στην αντρική υπόληψη όσες διαθέτουν γαλακτοτουρμπίνες. Απαραίτητη προϋπόθεση για όσες θέλουν να εργαστούν σε μπουζουκλερί. Κάποιο tv persona (δεν θυμάμαι ποιο) είπε ότι η Ελεονώρα Μελέτη έχει γαλακτοτουρμπίνες (συμφωνώ), και το άρπαξε το εξώδικο του (διαφωνώ), κοπλιμέντο σου έκανε ρε Ελεονώρα ο άνθρωπος!

(Μπροστά σε οικοδομή στην Πάτρα)

- Τι γαλακτοτουρμπίνες είναι αυτές μάνα μου;;;;
- Αϊ να χαθείς παλιοκαλουπατζή!
- Άμα κατέβω απ' τη σκαλωσιά θα σου δείξω εγώ...
- Να πας να δείξεις στη μάνα σου και στην αδερφή σου ρε μινάρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χορευτική φιγούρα που θυμίζει τον τρόπο που χόρευαν οι αρκούδες των γύφτων στα πανηγύρια. Ένα βαρύ χοροπηδητό, χωρίς ίχνος ρυθμού και χάρης. Συνήθως αυτό που χορεύεται δεν έχει σχέση με αυτό που ακούγεται.

Συναντάται κυρίως στις πίστες των μπουζουκλερί, μετά τις 3 τα χαράματα και αφού οι θαμώνες έχουν καταναλώσει ικανοποιητικές ποσότητες Θήβας Ρήγκαλ για να χάσουν κάθε ίχνος αξιοπρέπειας και να μη νιώθουν στάλα ντροπή.

(Ο άβγαλτος μπουζουξής στον πληκτρά):

- Ρε συ, εμείς βαράμε βαριά ζεμπεκιά κι αυτοί χορεύουν τσιφτετέλι;
- Εμ βέβαια, 3 η ώρα αρχίζουνε οι αρκουδιές.
- Πού κατάντησα ο καλλιτέχνης...

(από slangprof, 01/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο τόσο ελεεινό στην εμφάνιση που τρώει εγγυημένα κάθε φορά πόρτα σε πάσης φύσεως νυχτερινά κέντρα, μπαρ, κλαμπ, και γενικά όπου υπάρχει face control.

(Διάλογος σε καφετέρια)
- Μαλάκες πάμε να φύγουμε, έρχεται ο Δημήτρης ο Πόρτας.
- Γιατί τον λέτε έτσι ρε παιδιά;
- Μα καλά δεν τον ξέρεις; Ο τύπος τρώει πόρτα και σε μπουρδέλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ηλεκτρονικά παιχνίδια τυχερά και μη, απαραιτήτως με κερματοδέκτη. Στην κατηγορία εμπίπτουν φλιπεράκια και άλλα συναφή που συναντά κανείς σε ουφάδικο, αλλά και φρουτάκια, κουλοχέρηδες και ηλεκτρονικές ρουλέτες που βρίσκονται σε καζίνο.

- Πώς τα πήγες στο καζίνο εχθές ρε μούτρο;
- Στο μπλακτζάκ πήρα τον πούλο, έχασα 50 ευρά, αλλά φεύγοντας έριξα τα ψιλά για το λεωφορείο σε ένα μπιμπλίκι και του πήρα 200 γιούργια του μπιμπλικιού...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γκομενοφύλακας, ο γκομενοβοσκός, ο καληνυχτάκιας, ο ποτεγαμήσης, ο ανέραστος, άτομο που κοντεύει να στραβωθεί από την πολλή μαλακία. Οι σεξουαλικές του εμπειρίες μπορούν να μετρηθούν στα δάχτυλα του ενός χεριού. Και σίγουρα η τελευταία φορά που είδε μουνί live ήταν σε τίποτα βαφτίσια.

- Αυτός ο Μηνάς γαμάει ποτέ;
- Ποιός να γαμήσει ρε; Αυτός έχει να δει μουνί από βάφτιση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιο μάγκικη απόδοση του λήμματος κλάνω μέντες χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψουμε κατάσταση που επέρχεται μετά από κατάχρηση αλκοόλ ή ουσιών.

- Που ήσασταν εχθές ρε μαλάκες και σας περίμενα;
- Άσε πήγαμε για μπύρες και γίναμε κλασμεντέν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λογαριασμός σε μπουζούκια που υπερβαίνει τα 1000 ευρά.

- Πήγαμε με τις Ρωσίδες εχθές στα μπουζούκια και κάναμε μια κηδεία άλλο πράμα.
- Ποσό πήγε η λυπητερή;
- 1500 ευρώ.
- Πού τα βρήκατε ρε μαλάκα;
- Μπουζουκοδάνειο φίλε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που η σύλληψη του δεν έγινε από μουνί όπως σε φυσιολογικούς ανθρώπους, αλλά από κώλο. Διπλής δράσης βρισιά γιατί ταυτόχρονα υπονοεί ότι η μάνα του την ανοίγει την πίσω πόρτα. Δεν είναι καθόλου ασυνήθιστο να τη χρησιμοποιεί πατέρας για παιδί.

- Γιωργάκηηηηηηηηη! Έλα δω ρε κωλόπιασμα!
- Μην το λες έτσι το παιδί Μένιο μου.
- Ναι σιγά να μην το πληγώσω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γνωστό και ώς αντρογύναικο. Χαρακτηριστικός τύπος λεσβίας, συνήθως κοντή με μπυροκοιλιά, αμελητέο στήθος, μαλλί με αντρικό χτένισμα. Παπουτσάκι χωρίς τακούνι ή άρβυλλο τύπου timberland (αλλά όχι timberland) τζην και από πάνω κοντομάνικο τύπου πόλο μπλουζάκι (αλλά όχι Polo ούτε Lacoste) 3 νούμερα μεγαλύτερο (να μη φαίνεται το βυζί), φορεμένο μέσα από το παντελόνι το καλοκαίρι, ή καρό πουκάμισο με αντρικό δερμάτινο (δερματίνη) μπουφανάκι. Καπνίζει Kent ή και Leader. Το καλοκαίρι πίνει μόνο Amstel και πάντα χωρίς ποτήρι, το χειμώνα πίνει Τζόννυ (κόκκινο όχι μαύρο). Στο αυτοκίνητο ακούει πάντα Καζαντζίδη ή και Ζαγοραίο (όταν έχει νταλκάδες). Παίζει κορυφαίο τάβλι, δηλωτή και άλλα παιχνίδια του καφενείου. Είναι ειδική στο γλυφομούνι (προτιμάει να γλύφει παρά να τη γλύφουν), με καλύτερες επιδόσεις από τους περισσότερους άντρες. Έχει μεγάλη αδυναμία στα πιπίνια και άμα πάει να της χωθεί κανένας και να διεκδικήσει το πιπίνι, αρχίζει και τσαμπουκά. Φυσικά βρίζει σαν λιμενεργάτης και άμα τύχει βαράει κιόλας.

- Κοίτα ένα καραλέσβιο ρε μαλάκα που έχει πλευρίσει το γκομενάκι.
- Σκάσε ρε μαλάκα! Αν σε ακούσει ρίχνει και μπουνιές αυτή.

(από Khan, 28/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified