Η κυριολεξία της φράσης παραπέμπει προφανώς στον πεοθηλασμό. Αλλά η φράση χρησιμοποιείται μεταφορικά για κάθε κακό, που οι συνέπειες και η έκτασή του δεν έχουν φανεί ακόμη, αλλά είναι απλώς θέμα χρόνου και δεν έχουμε παρά να περίμενουμε παθητικά την εκδήλωσή τους. Λέγεται και ειρωνικά για τους ανθρώπους που περιμένουν με στωική απάθεια κι έτσι συμμετέχουν ή συναινούν έμμεσα σε μια ανεπιθύμητη κατάσταση.

- Πάντως οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης δεν έχουν φανεί ακόμα!...
- Καλά! Ρούφα κι έρχεται!...

Στο 2.46. (από Khan, 22/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως ουσιαστικό, κατά κανόνα αρσενικό, «ο σκοτώνω» σημαίνει τον τύπο, που είναι ο απίστευτα γαμάουας, γαμάω και δέρνω, σκοτώνω και δεν πληρώνω. Ή που θεωρεί τον εαυτό του ως τέτοιο (βλ. γαμαωδέρνουλας).

Συνέβαλε στην καθιέρωση του όρου ο Χάρρυ Κλυνν με την ατάκα του ήρωά του, λαϊκού τραγουδιστή Διγενή Αντύπα. (βλ. παράδειγμα).

-Λίγο είναι, εκεί πού 'σουν με τον κάθε φίτσουλα/χλιμίτζουρα, ξαφνικά να σου τύχει ο σκοτώνω;

Δες και ο γαμάω. Ακόμη: άμεση ουσιαστικοποίηση ρήματος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Δεν είναι παρά μια μουνότριχα στο μουνί μου!»

Λέγεται από αγέρωχη λεβεντομούνα σε μια στιγμή υπέρμετρης αλαζονείας / ύβρεως για:
1. Αντίζηλο, ή ευρύτερα για οποιαδήποτε γυναίκα τολμά να συγκριθεί μαζί της.
2. Άντρα που έχει καταστεί μουνόδουλος, μουνοείλωτας, ή μουνοτρέχας της.

Εννοείται ότι η εν λόγω γυναίκα είναι λαϊκιά και με υπερβολική αυτοπεποίθηση, ας πούμε μια Άντζελα Δημητρίου στο σεξουαλικό επίπεδο. Η έκφραση σχηματίζεται ανάλογα κατά τα: «Είναι ένα δαχτυλάκι του χεριού μου», ή «δεν με φτάνει ούτε στο μικρό μου δαχτυλάκι».

Γενικότερα μπορεί να ειπωθεί και από τρίτο με τις ίδιες έννοιες.
Και μια τρίτη έννοια θα μπορούσε να είναι μια γενικότατη ύβρις, συνώνυμη του μουνόπανο.

  1. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι δώσανε τον τίτλο της Miss Ζαγοροχώρια στην Λάουρα! Αυτή δεν φτάνει ούτε μια τρίχα απ' το μουνί μου!

  2. Επειδή μας ήρθες εδώ σκληρό αντράκι και μας κάνεις τον νταή και τον σκοτώνω, νομίζεις πως θα σε φοβηθούμε; Έχω δει πολλούς σαν και του λόγου σου! Δεν είσαι παρά μια μουνότριχα στο μουνί μου!

  3. - Τι γίνεται ο Μένιος;
    - Όσα ξέρεις, ξέρω. Απ' όταν τα 'φτιαξε με την Μαριλού, έχει γίνει μουνότριχα στο μουνί της!

  4. - Ίσα από δω ρε μουνότριχα!

Οι μουνότριχες τσιμπάνε και πρέπει να ανακαλυφθεί οπωσδήποτε τρόπος αποτρίχωσης με μόνιμα αποτελέσματα. Αατα. (από Galadriel, 26/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ φορτικός άνθρωπος, η κολλητσίδα.

Θα μαζέψει κάποιος τον Μπάμπη; Τώρα τελευταία μού 'χει γίνει μουνόψειρα!

(από Khan, 08/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεχνικός όρος για την στρηπτιζού, λόγω του λικνίσματος στο οποίο επιδίδεται κατά τον χορό.

Ψηφοφορία: Ποια είναι η αγαπημένη σας λικνιτζού;

(από το πάλαι ποτέ διαλάμψαν www.bourdela.com)

ΑΜΑΝ, Γιάννης Σερβετάς, Αντώνης Κανάκης (από patsis, 20/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα από τα εκατοντάδες συνώνυμα του πούστη, που μπορείς να βρεις στο slang.gr.

Ο όρος καθιερώθηκε από το αρχετυπικό τραγούδι του Κώστα Τουρνά, που το τραγουδούσε σε ντουέτο με τον Σταμάτη Κραουνάκη. (Βλέπε παράδειγμα).

Καθώς περιγράφει έναν Αιγυπτιώτη πούστη, πιστεύω ότι για την καθιέρωση του όρου συνέβαλε και η παράδοση που ξεκινά με τον Καβάφη. Το προφίλ του Αχιλλέα απ' το Κάιρο ως πούστη είναι: Ευαίσθητος έως μελό, περιθωριακός, ποιητική φλέβα, πουστρίγκος, γενικά συμπαθητικός τύπος και, μέσω της αιγυπτιώτικης παράδοσης μας, συνδέει με τις ρίζες του ελληνικού πουστρηλικιού, που χάνονται στα βάθη των αιώνων...

Είναι ο τύπος που εκτός από το να τρίζει την όπισθεν, επιπλέον: τον ανάβει τον φάρο, την αποχαιρετά την Αλεξάνδρεια, τους περιμένει τους βαρβάρους κ.ο.κ.

Ο Αχιλλέας απ' το Κάιρο
εδώ και χρόνια ζει στην Αθήνα
σ' ένα υπόγειο σκοτεινό
γωνιακό κάπου στην Σίνα

Μαζί του ζει κάποιος Μηνάς
γι' αυτούς τους δυο και τι δεν λένε
οι πιο σεμνοί της γειτονιάς
ξέρουν επίθετα που καίνε

Είναι κάτι παιδιά που δε γίνονται άντρες
και δε ζουν τη ζωή τη δικιά σου
είναι κάτι παιδιά που δεν γίνονται άντρες
Θα μπορούσαν να είναι παιδιά σου

Ποτέ δε βγαίνουνε μαζί
κανείς δεν ξέρει πώς περνάνε
υπόγεια κάνουνε ζωή
κι όλοι οι αργόσχολοι ρωτάνε

Η κυρά Λέλα η Σμυρνιά
στην αμαρτία λέει βουλιάζουν
και διώχνει τα μικρά παιδιά
όταν στο υπόγειο πλησιάζουν

Είναι κάτι παιδιά που δε γίνονται άντρες
και δε ζουν τη ζωή τη δικιά σου
είναι κάτι παιδιά που δεν γίνονται άντρες
Θα μπορούσαν να είναι παιδιά σου

Τα βράδια απ' έξω σαν περνάς
μια μουσική ακούς και γέλια
και στο υπόγειο αν κοιτάς
βλέπεις μια ολάνθιστη καμέλια

Ο Αχιλλέας απ' το Κάιρο
ας είναι χρόνια στην Αθήνα
η μάνα του δεν τον ξεχνά
κι ας είναι απ' τα παιδιά εκείνα...

...που είναι κάτι παιδιά που δε γίνονται άντρες
και δε ζουν τη ζωή τη δικιά σου
είναι κάτι παιδιά που δεν γίνονται άντρες
Θα μπορούσαν να είναι παιδιά σου

(από Hank, 30/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που δεν μπορεί να φτάσει σε οργασμό. Σχηματίζεται κατά τα θηλυκά ουσιαστικά νέας κοπής σε -κιά. Η ιδιότητα αυτή τεκμαίρεται απ' το γεγονός ότι δεν θέλει να κάνει σεξ μαζί μας, απολύτως, ή σχετικώς, δηλαδή όσο συχνά θα θέλαμε. Η υποκειμενική αυτή αίσθηση που μας αφήνει η εν λόγω γκόμενα συνήθως είναι ασφαλές κριτήριο για την ένταξή της στην αποτρόπαιη κατηγορία (ως λέξη σλανγκ εννοείται ότι μας απασχολεί μ' αυτήν την ευρεία έννοια κι όχι με την κυριολεκτική).

Αν δούμε στρουκτουραλιστικά την έννοια σε μια γκομενική συγχρονία, τότε έχουμε την πουτάνα που πάει με όλους, την καριόλα, που πάει με όλους εκτός από σένα, και την ανοργασμικιά, που είναι η τείνουσα προς την καριόλα, η would-be καριόλα, αυτή δηλαδή που υποψιαζόμαστε ότι είναι καριόλα, αλλά δεν την έχουμε ακόμη πιάσει επ' αυτοφώρω. Οπότε εν τω μεταξύ την τοποθετούμε στους αντίποδες της πουτάνας, ως αυτή που δεν πάει ούτε με άλλους, ούτε με εμένα, μέχρι να συμπέσει με την καριόλα.

Τον ορισμό και το φήλινγκ της ανοργασμικιάς τα έχει βγάλει με τρόπο κλασικό ο Μηλιώκας στο αρχετυπικό άσμα του, βλέπε παράδειγμα.

Σκύλα, δε θα σου τηλεφωνήσω
κι αν με πάρεις θα στο κλείσω, θα σου δείξω εγώ
Κάργια, έσκισα τα γράμματά σου
μάζεψα τα πράγματά σου, τέρμα ως εδώ

Γιατί είσαι άχαρη, είσαι αχάριστη
είσαι μονόχνωτη, κομπλεξικιά
Γιατί είσαι άγαρμπη, είσαι αναίσθητη
είσαι κρυόκωλη, και ανοργασμικιά και ανοργασμικιά

Κτήνος, δε μου φτάνει ένα μπουκάλι
με κατάντησες ρεμάλι κι αλκοολικό
Βούρλο, πρώτα θες να με φυτέψεις
κι ύστερα θα με πιστέψεις πόσο σ' αγαπώ.

Επωδός.

Το άσμα του Γιάννη Μηλιώκα, μετά το άσχετο σκετσάκι (από Hank, 30/12/08)Και εδώ χωρίς σκετσάκι. (από vikar, 18/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κανονικά σημαίνει: Ξεπερνώ την αρχική αμηχανία ή τυπικότητα μιας κοινωνικής συνάντησης μεταξύ ανθρώπων που δεν γνωρίζονται ή δεν έχουν αναπτύξει οικειότητα. Μερικοί άνθρωποι, όμως, το κάνουν με τέτοιο τρόπο, που όχι μόνο σπάνε τον πάγο, αλλά βυθίζουν και το παγοθραυστικό στα παγωμένα νερά. Κι όλοι μετά εύχονται να μην είχε καν ο πάγος ραγίσει.

Το αρχετυπικό παράδειγμα που ανακαλείται στην μνήμη για την συγκεκριμένη έκφραση είναι η ατάκα του Κώστα Γκουσγκούνη.

Μπαίνει ο Γκουσγκούνης και βρίσκει στο σαλόνι την έφηβη κόρη του και μια λολίτα φίλη της. Κάθεται μαζί τους, αλλά δεν έχουν και πολλά να συζητήσουν. Περνάνε μερικά δευτερόλεπτα αμήχανοι με χαζά γελάκια, και χωρίς να μπορούν να βρουν ένα θέμα συζήτησης. Και ξαφνικά ο Γκουσγκούνης ρωτάει out of the blue την φίλη:

-Δεν μου λες. Απ' τον κώλο τον παίρνεις;
-Μπαμπά!!!!, αγανακτεί η κόρη του.
-Ε, έτσι μωρέ, για να σπάσουμε τον πάγο,

δικαιολογείται ο αμίμητος και άξιος.

Δυο φαντάροι ελάχιστα γνωριζόμενοι ψάχνουν θέμα συζήτησης.

-Και δεν μου λες, πού θα πάρεις μετάθεση;
-Στο Πεντάγωνο.
-Είσαι bluetooth, ε;
(Αγριοκοίταγμα!).
-Καλά μωρέ, έτσι το πα... Για να σπάσουμε τον πάγο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εναλλακτική ονομασία του παλατιού του Buckingham από τον γελοιογράφο ΚΥΡ, σε περίοδο που το ταλάνιζαν σκάνδαλα σεξουαλικής μορφής. Εκτός από το αγγλικό παλάτι, η έκφραση μπορεί και να σημάνει:

  1. Το οποιοδήποτε putzinstitut ή ευαγές ίδρυμα.

  2. Τον οποιοδήποτε οίκο, βασιλικό, πολιτικό, εμπορίου, μόδας, ευγηρίας, ανοχής και ενοχής, ταλανίζεται από παρόμοια ή και ευρύτερα σκάνδαλα. Που παραμένουν επίκαιρα τώρα, όπως και τότε.

Φάκινγκχαμ το καταντήσατε εδώ μέσα!

(από Khan, 09/03/14)Ανάκτορα του Πάκινγκχαμ (από Khan, 14/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το «βάλτος» και την «Μονή Βατοπαιδίου». Με αφορμή το γνωστό σκάνδαλο. Χρησιμοποιείται και ευρύτερα για όλες τις δυνάμεις αδρανείας που βαλτώνουν την Ελλάδα και δεν την αφήνουν ν' αγιάσει, ή έστω να προοδεύσει.
Λέγεται και «βαλτοπαίδιο» ή και «βαλτοπέδιο» κατά το «ναρκοπέδιο».

Και νά 'τανε μόνο ένα το βαλτοπαίδι, στο οποίο έχουμε βαλτώσει!

Τι έπαθε ο Hitler απ\' τη Μονή Βατοπαιδίου (από Hank, 01/01/09)Μον-αχ-όπολη (από poniroskylo, 05/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified