Ξεστομίζω αναπάντεχα κάτι που ο άλλος δεν φανταζόταν ποτέ ότι θα άκουγε από μένα.

... και αφού της μίλαγα ώρες ατελείωτες ξανά και ξανά για τη σχέση μας και μήπως την έχει πειράξει που δεν της έχω προτείνει γάμο, μου ξεφουρνίζει ότι ποτέ δεν ήθελε σχέση, ότι δεν ξέρει γιατί το άφησε να πάρει τόσο χρόνο, και πως καλύτερα να κόψουμε... Κατάλαβες η σκρόφα;

Got a better definition? Add it!

Published

Το τρελλό γαμήσι, με όλη τη γκάμα των δύσκολων και περίπλοκων στάσεων να αλληλοδιαδέχονται η μια την άλλη, με σβελτάδα, σε διάφορα σημεία του χώρου πέραν του κρεβατιού. Το γαμήσι με τέχνη και τεχνική, μετά από το οποίο είσαι πιασμένος/-η παντού. Για σωραίους ή για πολύ έγκαυλους.

- Τι έχει ο Πανούλης σήμερα, όλο αχ και ωχ κάθε που πάει να κουνηθεί, λες κι έχει πιαστεί από τη γυμναστική...
- Ε καλά, πάλι ασκήσεις εδάφους έκανε με τη Λίλιαν χθες, μου φαίνεται...

Πού να σηκωθείς κοπέλα μου. (από Galadriel, 25/02/09)

Συνώνυμο: ενόργανη γυμναστική. Δές επίσης πούσαπς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία της λέξης προκατασκευασμένος, αλλά και της λέξης προκατεψυγμένος. Κάτι το προκάτ δεν είναι ποτέ «ορίτζιναλ» και απευθύνεται στην λαϊκή κατανάλωση, καθότι φτηνότερο ποιοτικά και οικονομικά. Είναι η εύκολη λύση. Προκάτ, κατ' επέκταση, χαρακτηρίζουμε οτιδήποτε ετοιματζίδικο, είτε είναι τρόφιμο, είτε είναι σπίτι, είτε είναι κατάσταση (στην τελευταία περίπτωση είναι συνώνυμο του «σικέ»).

Συλλογικό σύμπτωμα που καλά κρατεί ακόμα και χρονολογείται από την αντίστοιχη μανία της δεκαετίας του '70 για ετοιματζίδικα πράγματα (κονσέρβες, κατεψυγμένα, προκάτ εξοχικά, κλπ). Εξάλλου η ίδια η λέξη παραπέμπει στις περίεργες συντομογραφίες από φίρμες της δεκαετίας αυτής: σόφτεξ, πυρκάλ, χρωπεί, μπυράλ, κλπ

  1. - Μπράβο, μαλάκα. Σε ωραία ταβέρνα μας έφερες. - Γιατί ρε, τι σού 'φταιξε πάλι; Μια χαρά είναι το μαγαζί.
    - Ταβέρνα που σερβίρει προκάτ πατάτες, ρε μαλάκα; Δε μας πήγαινες στα μακντόναλντζ καλύτερα;

  2. - Ωραίο σπιτάκι αυτό, ε; Ένα τέτοιο θα ήθελα για εξοχικό.
    - Σιγά το ωραίο ρε μαλάκα, προκάτ είναι, δεν το βλέπεις; Μια να δώσεις στον τοίχο θα πέσει όλο...

  3. - Είδες, τελικά, που ήταν γραφτό να τα φτιάξουν ο Μιμίκος και η Μαίρη;
    - Ε όχι και γραφτό, καραπροκάτ ήτανε, μήνες το έστρωνε η μάνα της...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μικρός κάγκουρας. Αυτός που από μικρός φαίνεται ότι θα μεγαλώσει. Δαρβινικό θαύμα της εξέλιξης. Το είδος καγκουρίκι εξελίσσεται σε κανονικό κάγκουρα.

Λήμμα το οποίο δεν χρειάζεται να βαθμολογηθεί ντε και καλά, απλώς το έβαλα για ευνόητους λόγους...

Καγκουρίκι (Long-eared Jerboa)
Η αλλιώς, ο Μίκυ Μάους της ερήμου. Γιατί πώς αλλιώς μπορεί να περιγράψει κανείς αυτό το μικροσκοπικό νυκτόβιο τρωκτικό με την μακριά ποντικίσια ουρά, τα μακριά πίσω πόδια που το βοηθούν να πηδά ψηλά και μακριά, όπως ένα καγκουρό, και τα ιδιαίτερα μεγάλα αυτιά. Το jerboa κυκλοφορεί σε κάποιες απομακρυσμένες, ερήμους θα λέγαμε, περιοχές της Κίνας και της Μογγολίας, ενώ μεγάλο ποσοστό από αυτά διασώζεται σε προστατευμένες περιοχές της Μογγολίας. Πολύ λίγα πράγματα είναι γνωστά για αυτό το παράξενο είδος, πέραν ίσως από της ιδιαίτερης προστασίας που απαιτείται γι’αυτό, σύμφωνα με την EDGE, ενώ περισσότερη έρευνα αναμένεται να διεξαχθεί μετά το πρώτο βίντεο που κυκλοφόρησε πριν ένα χρόνο και το δείχνει στην καθημερινότητά του.

από το ιντερνετικό ΙΝ2LIFE

(από ironick, 15/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι κατέληξε η γνωστή φράση του Καίσαρα «Και συ, Βρούτε;» (παρ.2) που είχε την έννοια: και συ με δαύτους είσαι ρε μαλάκα Βρούτε και δεν σε είχα πάρει χαμπάρι... Επειδή όμως ξεχάστηκε το τι σημαίνει και γιατί ειπώθηκε η φράση, σιγά-σιγά παραποιήθηκε και πήρε τη μορφή «Και σύ Βρούτος;», δηλαδή και σύ βρούτος είσαι; -σα να ήταν η λέξη βρούτος επίθετο αντίς για κύριο όνομα. Πάντως η σημασία της προδοσίας και της απογοήτευσης παραμένει.

  1. - Μωρέ ξέρεις γιατί σε πήρα, δεν θα μπορέσω να έρθω στο πάρτυ σου απόψε γιατί θα πάω εκδρομή στα χιόνια...
    - Και συ βρούτος;
    - Δηλαδή;
    - Ε ρε μαλάκα κανείς δεν έμεινε για το πάρτυ, όλοι μου πήρατε τα βουνά. Να πα να γαμηθείτε, δεν σας ξανακαλώ.

  2. O Μάρκος Ιούνιος Βρούτος Καίπιο ήταν συγκλητικός στην Αρχαία Ρώμη και ευνοούμενος του Ιουλίου Καισαρα. Στις 15 Μαρτίου το 44π.Χ οταν ο Καίσαρ πήγαινε στην Σύγκλητο για την τελευταία συνέλευση πριν αναχωρήσει για μια εκστρατεία, η συνωμοσία των 60 που ήταν ο Μάρκος Ιούνιος Βρούτος, ο Γάιος Κάσσιος Λογγίνος, ο Δέκιμος Βρούτος Αλβίνος, ο Γάιος Τρεμπόνιος και παλιοί οπαδοί του Πομπήιου τον μαχαίρωσαν 23 φορές την ώρα που ήταν μπροστά από το άγαλμα του Πομπήιου. Σύμφωνα με τον μύθο, ενώ ο Καίσαρας έπεφτε νεκρός είπε Κι εσύ τέκνον Βρούτε;.
    από την Βίκι

(από Vrastaman, 12/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που έχει σχηματιστεί από την επανειλημμένη εδώ και δεκαετίες παρανόηση του περιεχομένου πινακίδων τις οποίες είχαν κάποτε οι ταβέρνες.

Κάποτε λοιπόν, για να δείξουν στους πελάτες ότι το μαγαζί διαθέτει και κήπο (που όμως δεν φαίνεται από τον δρόμο) κι ότι δεν είναι καταδικασμένοι στην τσίκνα ντε και καλά, αναρτούσαν μια πινακίδα στην είσοδο της ταβέρνας όπου αναγραφόταν το περίφημο «Στο βάθος κήπος». Καμιά φορά η πάντοτε χειρόγραφη επιγραφή συνοδευόταν κι από ένα ζωγραφισμένο βελάκι που έδειχνε το προς τα πού πέφτει ο κήπος αυτός. Τώρα μη φανταστείτε τους κρεμαστούς κήπους της Βαβυλώνας, για μικρές εσωτερικές αυλές μιλάμε.

Αν όμως η φράση διαβαστεί λάθος, τότε έχουμε ένα ουσιαστικό: το βάθος κήπος, του βάθους κήπους (κλίνεται κατά το κήτος), το βάθος κήπος, ώ! βάθος κήπος. Πληθυντικός δεν χρησιμοποιείται.

Καμιά φορά μπορεί να το χρησιμοποιήσει κανείς με την έννοια του «στο κάτω-κάτω» ή του «δεύτερου πλάνου» σε μια εικόνα.

  1. - Λέμε να πάμε για καναπαϊδάκι απόψε, τι λες;
    - Μεσα, θα έρθω λίγο αργότερα όμως.
    - Έλα όποτε θες. Θα καθόμαστε στοβάθοςκήπος.

  2. Άντε, έλα και συ μαζί μας. Στοβάθοςκήπος δεν έφταιξες σε τίποτα να σε αφήσουμε μόνο σου βραδιάτικα.

  3. Σε πρώτο πλάνο βλέπετε την Λίλιαν, στο βάθοςκήπος είναι η υπόλοιπη παρέα.

Η πινακίδα (από poniroskylo, 19/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουτσομπολεύω, ετοιμάζομαι για λεκτικό καννιβαλισμό, κοινώς θάψιμο. Παλιά έκφραση.

- Απόψε θα βρεθούμε με τη Λίλιαν, έχουμε πολύ καιρό να τα πούμε.
- Α κατάλαβα, θα στρώσετε πετσέτα πάλι...
- Ε ναι, έχω χάσει επεισόδια, πρέπει να με ενημερώσει.

Got a better definition? Add it!

Published

Να δώσω και γω μια τρίτη ερμηνεία. Το ξέρω και με την έννοια του «πυρ και μανία», δηλ. έξαλλος και καβλωμένος για καυγά.

Ο Νάσος είναι μεγάλη κομπλέξα, δεν είναι να του πηγαίνεις κόντρα, δε δέχεται κουβέντα και γίνεται έξαλλος με την παραμικρή αντίρρηση. Φωνάζει, ουρλιάζει, του πετάγονται οι φλέβες, το μάτι του γυαλίζει, γάμησέ τα... Δεν ξέρω αν το εννοεί ή αν παίζει θέατρο, πάντως γίνεται πύρκαυλος και σε κάνει ρόμπα μπροστά σε όλους.

Got a better definition? Add it!

Published

Τα παιχνιδάκια του σεξ πριν από την κανονική διείσδυση. Το ζέσταμα, σα να λέμε. Είναι αυτό που θεωρούν απαραίτητο οι γυναίκες και βαριούνται οι άντρες (σε γενικές γραμμές).

- Μού 'χει σπάσει τομπούτσο η Λίλιαν. Όλο προκαταρκτικά ζητάει. Μία φορά δε μ΄έχει αφήσει να τη γαμήσω κατευθείαν...
- Καλά τι μαλάκας είσαι συ, κοτζάμ Λίλιαν σου 'χει κάτσει και κάνεις τσιγγουνιές; Εγώ στη θέση σου θα την έβρισκα κιόλας.
- Ναι καλα, ας είχες Λίλιαν στο πιάτο και θα σού' λεγα πόσο θα κρατιόσουν, ξερόλα.

άιροοοον, σε άκουσα.... (από xalikoutis, 04/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που φέρνει κλάσιμο. Το λέμε κυρίως για τροφές όπως η αγκινάρα, το σταφύλι, τα όσπρια, το μπρόκολο κι άλλα.

- Α δε μπορώ άλλο τον Τάκη, κάθε φορά που πρόκειται να πάω σπίτι του θέλει να μου μαγειρέψει εκπληξούλες και φτιάχνει όλο κάτι κλαστικά και μετά θέλει και να γαμηθούμε, ε όχι ρε φίλε, δεν έχει, μέχρι να το καταλάβεις δεν έχει κοκό.
- Τι αχάριστη και στριμένη που είσαι ρε πούστη μου, δε σου φτάνει που έχεις βρει τον τέλειο γκόμενο, το μπρόκολο σε χάλασε μωρή λινάτσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified