Κατά το «νεράκι του Θεού» (σε αντιδιαστολή προς χυμούς, κοκτέιλ, αναψηστικά κτλ) η κατάληξη -άκι συντάσσεται με την Γενική Κτητική «του Θεού», όποτε θέλουμε να δηλώσουμε με σεμνότητα και ταπεινοφροσύνη ότι κάνουμε κάτι τελείως φυσικό, ανεπιτήδευτο, λαϊκό, μη τεχνητό κτλ, σαν βιοπαλαιστές που είμαστε. Δηλαδή κάτι που και καλούα ανήκει στην «φυσική» δημιουργία του Θεού κι όχι στην ανθρώπινη τεχνολογία και επιτήδευση.

Συνήθεις χρήσεις για λαϊκά μεταφορικά μέσα: «Λεωφορειάκι του Θεού», «μετρουδάκι του Θεού», «ποδηλατάκι του Θεού» και, οριακά, «ταξάκι του Θεού». Χρησιμοποιείται από εκπροσώπους της γενιάς των 700 εκατομμυρίων ευρώ που θέλουν να περάσουν για γενιά 700 Ευρώ.

- Τι έκανες; Κατέβηκες με το Τσεγιέν απ' την Εκάλη στο Θησείο;
- Μπα, το άφησα Κηφισιά και πήρα μετρουδάκι του Θεού...
- Γεια σου ρε βιοπαλαιστή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίθετο που δηλώνει τον «πούστικο».

Πολύ πουστρελέ τσάντα έχεις ρε παλλούκαρε! Το αγορίτσι μας παριστάνεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα από τα άπειρα συνώνυμα του «γαμώ το φελέκι μου!». Εννοείται γαμώ την τύχη μου που με έχει καταδικάσει σε κάτι...

- Τι κλήρωση είναι αυτή που έτυχε ο Θρύλος γαμώ την καταδίκη μου! Mon pheleque dedans, για να το πω και στα γαλλικά.

(από polemarxos90, 29/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Ανδρέας Παπανδρέου το έλεγε με έναν πολύ ιδιαίτερο επιτονισμό, που τον απαθανάτισαν ο Χάρρυ Κλυνν κι ο Γιώργος Μητσικώστας. Έκτοτε, το «πράγματι» είναι ένα επίρρημα που σλανγκίζεται εύκολα σε παρέες, με την ως άνω παπανδρεϊκή προφορά, για να εκφράσει συμφωνία, συναίνεση σε μια παρατήρηση, συγκατάνευση έστω και με μισή καρδιά, αλλά και να καλύψει τον νεκρό χρόνο μεταξύ σημαντικότερων σλανγκισμών. Νομίζω ότι καταλαβαίνετε όλοι για ποιο πράγμα μιλάω...

- Πάντως, το λήμμα σου δεν είναι και πολύ σλανγκ. Μεταξύ μας τό 'λεγε κι ο παππούς μου όταν έκανε καμάκι στην συχωρεμένη την γιαγιά.
- Πράγματι! Άκου τότε το άλλο το καλύτερο: ...

όχι ακριβώς το ίδιο πράγματι, αλλά από το 4.30 κ μετά παίζουν κάμποσα:) (από jesus, 19/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερθετικός του παίρνω τον πούλο με όλες τις σημασίες του, δηλαδή και αυτές που σημαίνουν πιο πολύ φεύγω, την κάνω, και αυτές που σημαίνουν «γαμιέμαι». Γενικά, φροϋδικώς αν το πάρουμε, το μπαούλο φέρνει σε αιδοίο, don't you think; Πρβλ. και ρίξατε τον οβολό σας εντός του κυτίου. Η έκφραση είναι σημαντική για την ηχηροποίηση του πι στο «τον πούλο», την εμφατική ρίμα της, την παρήχηση του «μπ» και το σεξοψυχαναλυτικό του «μπαούλο».

- Πάλι εξάρα φάγαμε!
- Τον μπούλο στο μπαούλο δικέ μου!

Got a better definition? Add it!

Published

Σε αναφορά προς την Μεσσηνjία, είναι τα τρία κακά του κόσμου, δηλαδή: Μαφία, Μασονjία, Μεσσηνjία. Η έκφραση περιγράφει την συνήθεια των Μεσσηνjίων για μεσσηνjιακό παραγοντιλjίκι και lobbying.

- Καλά πώς πήρε το τριχίλιαρο χωρίς νά 'χει καεί το χωράφι του; - 3Μ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κωδική ονομασία για τρία από τα προϊόντα για τα οποία φημίζεται η Μεσσηνjία, δηλαδή: σύκα, σταφίδες, σωματέμποροι.

Από Τρία Σίγμα, νταξ! Κάνουμε και εξαγωγές!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η απάντηση στην ερώτηση: «Τι φρούτα βγάζει η Μεσσηνjία;». Η Μεσσηνjία βγάζει ΚΑΙ σύκα, αλλά για άλλα προϊόντα είναι διάσημη, εξ ου και η αναφορά στο κοτσάνι.

- Τι φρούτα βγάζει η Μεσσηνjία;
- Σύκα, αλλά με ένα κοτσάνjι να μετά συγχωρήσεως!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκρηκλισμός που σημαίνει: Για έλα δω, γκελ μπουρντά, Λάζαρε δεύρο έξω (που είναι και των ημερώνε).

Για την ακρίβεια λανθάνει απειλητικός χαρακτήρας του ύφους: Για έλα δω πουλάκι μου να σε κανονίσω, πού μου κρυβόσουνα... Ή «για γκελ μπουρντά εις τον οντά για νταχντιρντί».

- Τι βλέπω γιατρέ μου; Καινούργιο κουρεματάκι; Για come to δώθε! Για come to δώθε!

Επακολουθεί φατούρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η και καλά λόγια υπεραστική εκφορά του δεν γαμιέται..., για μεγαλύτερο σλανγκικό εφέκτ.

- Σε κέρασαν κουλούρι καψερέ!
- Δεν γαμείται! Σε πεντακόσια λήμματα, ένα κουλούρι κάτω, ένα αστρασπέκι πάνω, δεν κάνει διαφορά...

Got a better definition? Add it!

Published