Ψευδοσυστολή για το «γαμιάς». Παράγωγο του ρήματος μαμάω-ώ. Προσοχή στον τόνο: Άλλο μαμιάς, άλλο μαμίας.

- Ποιος είσαι ρε φίλε; Ο μαμιάς της γειτονιάς;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά τον Μπάμπη:

μάρα = κατάληξη που αποσπάστηκε από κακόσημα σύνθετα, τα οποία δηλώνουν βραδύνοια, ανοησία, λ.χ. χαζομάρα, βαριεμάρα, κουταμάρα.

σάρα < σαρώνω + μάρα.

Οπότε η έκφραση σημαίνει το μεγάλο πλήθος, τον συρφετό από ανθρώπους κάθε λογής και κυρίως χαμηλού επιπέδου.

Άγνωστο αν έχει σχέση με τα γυναικεία ονόματα Σάρα και Μάρα.

Ασίστ: Μες.

- Ήτανε στα παραθύρια της Ράιουνο, η Σάρα, η Μάρα και το κακό συναπάντημα... (Βλ. μήδια).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας χώρος έχει «καλή ακουστική», όταν ακούγονται όλα καμπάνα, λ.χ. στην Επίδαυρο.

Ένα ντρόγκι έχει ακουστική, όταν την ακούς μ' αυτό σε χρόνο dt.

Πηγή: Johnblack, Hank.

Πολύ ακουστική είχε το καργιόλι! Έφυγα αλλού!

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ταβλαδόρικη ορολογία χύνομαι σημαίνει ότι έχω πολλά πούλια ανοιχτά για πλάκωμα στο πλακωτό ή για χτύπημα στις πόρτες. Το ίδιο και στο παίγνιο μετά τραπουλοχάρτων Ξερή, όταν καλείται ο παίχτης να ρίξει το πρώτο φύλο, λέμε ότι χύνεται.

Συνώνυμο: απλώνω τραχανά.

Πηγή: allivegp

Τι χύνεσαι έτσι ρέεϊ! Θα το φας το πλάκωμά σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μαροκάνικο στα ποδανά.

Πηγή: Ιωάννης Μέλας.

Δώσε μας λίγο κιφ, λίγο ρόκομα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τον τρόπο που φτιάχνεται ο τραχανάς δημιουργούνται παρομοιώσεις, που οδηγούν την έκφραση και στο να σημαίνει:

  1. Απλώνω τα πούλια μου στο τάβλι, έτσι ώστε να είναι ανυπεράσπιστα. Συνώνυμο: χύνομαι.

  2. Για όσους γράφουν εργασίες, απλώνω όλη την βιβλιογραφία μου στο πάτωμα, ώστε να μπορώ να την συμβουλεύομαι ταυτοχρόνως. Είναι μια φάση των Μάστερ, Πουτσουντού κτλ, και η έκφραση παίζει στην ακαδημαϊκή επαγγελματική αργκό.

  1. - Άμα έχεις απλώσει τραχανά έτσι, εγώ φταίω που σε πλακώνω;

  2. - Πήγα να με φιλοξενήσει η Μαρία στο Πούτσεστερ, όπου σπουδάζει, να δούμε και τα αξιοθέατα της μεσαιωνικής πόλης, αλλά είχε πολλή δουλειά για να γίνει μαστόρισσα και κάθε μέρα άπλωνε τραχανά. Δεν είχαμε πού να πατήσουμε μέσα στο σπίτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που εισήχθη πρόσφατα στην κωλομπαρική κοινότητα. Σημαίνει τα ευαγή ιδρύματα νέας κοπής, που είναι ντεκαφεϊνέ, δηλαδή δεν παρέχουν φραπέ, αλλά μιμούνται τα χλιδογκλαμουράτα strip-clubs του εξωτερικού, με full nude, και σέξαλλα πιπ σόου (με την κακή έννοια), που όμως δεν πιάνεις και, κυρίως, δεν σου πιάνουν τίποτα. Πρωτοπόρο ήταν το ολέθριο για τους φραπεμερακλήδες κλαμπ Αλκατράζ στην Συγγρού, το οποίο και φωτογραφίζει ο όρος.

Αντώνυμο: φτωχό πλην τίμιο φραπενείο.

Disclaimer: Το παρόν λήμμα αποτελεί καρπό διαδικτυακής μελέτης για τα γλωσσικά παράγωγα του φραπέ.

- Πώς περάσατε χτες στο ινστιτούτο; Καυλά ήτανε;
- Τελείως αφραπάζ δικέ μου! Πάλι καλά που είχα φέρει δικό μου σέικερ από το σπίτι, γιατί δεν θα είχανε φύγει ούτε τα χοντρά. Έχει πάντως πεντακάθαρες τουαλέτες, αν μπορείς να το πιστέψεις, τουλάχιστον μέχρι να τους ρίξω ένα άσπρισμα.

Παράδειγμα του τι φάσεις παίζονται στα αφραπάζ. Εδώ το Ναταλάκι Πόρτμαν σερβίρει αφραπάζ στον Κλάιβ Όουεν.  (από Dirty Talking, 12/06/09)Μιλάνε τα μάτια! (Όχι τα σέικερ). (από Dirty Talking, 12/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μια ερωμένη (-ος για τους κολομπαράδες) είναι εντός των δυνατοτήτων μας και δεν θα ήμασταν αιθερογάμονες αν ισχυριζόμασταν ότι οσονούπω επίκειται πήδουλος. Και πιο κυριολεκτικά, για το βεληνεκές των φλοκίων μας κατά τις διασπερματεύσεις. Και απόσταση ψωλής.

Πηγή: Ιησούς.

  1. Το Λίλιαν είναι εκτός της ακτίνας ψωλής μου, αλλά την Καυλάουρα ναι, την έχω σε απόσταση ψωλής!

  2. - Καλά ρε απεόφοβε, πάλι την τύφλωσες την κοπέλα;
    - Τι να κάνω, αφού ήταν και τα μάτια της σε ακτίνα ψωλής.

(από Vrastaman, 12/06/09)..multiple targets within range... (από Jonas, 12/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλώνει έμφαση, θαυμασμό: Συνήθως: «Πολύ παιδί μιλάμε!». Συνώνυμο του λέμε (!) - λέμετε (!). Η διαφορά είναι ότι το «μιλάμε» στέκει και μόνο του ως συμπέρασμα θαυμασμού. Προφέρεται: «Μιλάαμεεε!». Επίσης, το μιλάμε μπορεί, όπως το νομίζω;, να ειπωθεί από τον ίδιο τον ομιλούντα στην κατακλείδα του λόγου του για να δείξει ότι ο ίδιος θεωρεί ότι αυτό που μόλις είπε είναι άξιο θαυμασμού.

  1. - Πολύ παιδί η Αντριάνα Λίμα μιλάμε!
    - Χαρά στον Μάρκο Γιάριτς που τηνε γαμεί!

  2. - Είναι απλό σύντροφε! Άσε με να στο εξηγήσω: Η δεύτερη άρνηση (άρνηση της άρνησης) αρνείται τον εαυτό της πίσω σ’ αυτήν την ταυτότητα της αρχικής πηγής του αισθήματος στη διάρκεια του οποίου η πεπερασμένη ποιότητα αρνείται τον εαυτό της πίσω σε μια από τις πολλές πλευρές της αρχικής ποσότητας σε συνεχή κίνηση και αλλαγή. Η πεπερασμένη ποιοτική «απροσδιόριστη αρχή» ως ένα αντίθετο αλληλοδιεισδύει τώρα στο ποσοτικό της αντίθετο στον εξωτερικό κόσμο. Σ’ αυτό το διαλεκτικό προτσές το λογικό (θε­ωρία της γνώσης) αλληλοδιεισδύει με το ιστορικό όπου συμπίπτουν και τα δυο ως η ένωση της ανάλυσης και της σύνθεσης. Αυτή η σύ­μπτωση έχει περιγραφεί από τον σύντροφο Λένιν ως ο «τρίτος όρος».
    - Μιλάαμεεε!

  3. Είναι πιο εύκολο να πεθάνεις για μια γυναίκα παρά να ζήσεις μαζί της. Μιλάμε;

Πολύ παιδί μιλάμε! (από Dirty Talking, 11/06/09)Ρε τον σαβουρογάμη! (από Dirty Talking, 11/06/09)

για την άλλη σημασία / χρήση του όρου βλ. έλα (κλισέ σλανγκ χαιρετούρες), (δ. κλείσιμο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κρυφή λούγκρα ή ο ετερόπουστας. Δες.

- Είναι μια καμούφλω αυτή! Μην τον βλέπεις που κάνει τον ναζιάρη!
- Μα ΚΚΕ ψηφίζει!
- Τι ναζιάρης, τι αρσενοκνίτης, ένα και το αυτό είναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified