Επειδή τα μάτια του ροφού είναι χαρακτηριστικά μεγάλα, συνηθίζεται κατά δημώδη έκφραση ως ροφοί να χαρακτηρίζονται ομοίως άτομα με σακουλιασμένα, μεγάλα μάτια και γουρλωτά. Άτομα με αίσθηση μοσχαρίσιας απλανησιάς βλέμματος.

Παράδειγμα: Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, «το μετέωρο βλέμμα του ροφού».

Clopy paste Wikipedia, Mes, Hank, GATZMAN.

- Πώς να δεις το φως, όταν κυβερνά ροφός... (για την περίοδο 90-93, ο λόγος)

(από Dirty Talking, 10/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «ευαίσθητη χορδή», «αγγίζω την ευαίσθητη πορδή» κάποιου. Είναι η κλαψιάρικη, παραπονεμένη πορδή, ή η ντροπαλή πορδή.

- Πολύ ωραία η φασολάδα, που έφτιαξες σήμερα, Μαρίκα! Άγγιξε τις ευαίσθητες πορδές μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η υπερβολική μόρφωση, «παρά» και «μόρφωση», που δεν έχει καλό αποτέλεσμα.

Συνηθισμένο λογοπαίγνιο με το «μόρφωση» και το «παραμόρφωση»= στρέβλωση. Χρησιμοποιείται από κουλτουροφοβικούς.

Η πολλή μόρφωση παραμορφώνει το παιδί!

(από Khan, 11/05/13)

Βλ. και έπαθα μόρφωση

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το «τρώω-φας» πούτσα. Λένε και «φασπούτσι απ' τον τόπο σου».

Έτσι όπως συμπεριφέρεσαι πας ολοταχώς για φασπούτσι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Σύντεκνοι» είναι δύο μεγάλοι σε ηλικία πούστηδες, που μοιράζονται το ίδιο τεκνό.

Λένε ότι τον Ρουβά τον προώθησαν πολύ οι σύντεκνοί του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κωλοσχισμή, επειδή χωρίζει στα δύο τους γλουτούς, όπως η χωρίστρα την κόμμωση.

-Μάνα μου η χωρίστρα σου!

(από sstteffannoss, 09/07/11)

Βλ. και κωλοχαράδρα, κωλοσχισμή, χαράδρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τατουάζ που καλύπτει ένα πολύ μεγάλο μέρος του σώματος, λ.χ. ολόκληρη την πλάτη.

- Αυτό δεν είναι ξεκωλόσημο, αυτό είναι ταπετσαρία!

Αρκάς, Ο θεός αγαπάει τον κλεφτη (από patsis, 21/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά την κατάποση βιάγκρα, κατά το «η κλήση σας προωθείται» των κινητών.

Σαφές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα αστυνομικός. Προφανώς από την μπλε στολή.

-Με πήγανε στο στρουμφοχωριό, τρία στρουμφάκια και μια στρουμφίτα.
-Ο μπαμπα-στρουμφ ήταν εκεί;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέω κάτι απίστευτο, παράδοξο ή υπέροχο και πολύ ψαγμένο.

Αγγλιστί: you koufed us!

Τι; Έφαγε χυλόπιτα απ' την Καυλάουρα; Μας κούφανες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified