Παλαιά μπαμπαδοσλάνγκ με αφορμή τον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη, προκειμένου να δηλωθεί δημοσιογραφία είτε του ίδιου είτε άλλου ομίλου που βγάζει δημοσιογραφικά λαβράκια, δηλαδή ψαρεύει ειδήσεις- διαμάντια, που έχουν σημασία και δεν είναι προσβάσιμες σε όλους.

Ανήκει στον δημοσιογραφικό οργανισμό λαβράκι, από αυτόν περιμένει όλες τις καυτές ειδήσεις η εφημερίδα.

Got a better definition? Add it!

Published

Επιφώνημα σε παραδοσιακά τραγούδια, που σημαίνει ω νύχτα μου στα αραβικά. (Δες).

Αχ, αχ, τσιφτετέλι, άμαν, άμαν, γιαλελέλι. (Τα Καραμανλίδικα του Φάνη).

Got a better definition? Add it!

Published

Παρωνύμιο του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ λόγω της έφεσής του να βάζει δασμούς (tariffs). Η αναφορά είναι στον Μανόλη Τραμπαρίφα. Βρε Δονάλδε TrumpαρίφαΕπίσης trumpούκος.

  1. Βρε Δονάλδε τραμπταρίφα, βάλε τη διπλή ταρίφα.
  2. Ο Τραμπταρίφας και ο δράκος. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποδοσφαιροσλάνγκ είναι ο ποδοσφαιριστής που απλώς τρέχει πάνω κάτω, όπως ο ήρωας της ομώνυμης ταινίας, η οποία έκανε μνημειώδη την έκφραση run Forest run! Με άλλα λόγια, ο ποδοσφαιριστής που δεν έχει την τεχνική να τρέχει μαζί με την μπάλα και κατ' ελπίδα και να σκοράρει, αλλά την έχει δει δρομέας.

Δεν θέλουμε άλλον Αμπαλίνιο Φόρεστ Γκαμπ στην ομάδα! Έναν γκολτζή θέλουμε!

Got a better definition? Add it!

Published

Η κοκαΐνη.

Δημοσιογράφοι έπιασαν στα πράσα τον Μακρόν με λουκουμόσκονη. (ΦΒ).

Got a better definition? Add it!

Published

Μαραθώνιοι κατά τους οποίους χάκερς διαγωνίζονται στο χακάρισμα εταιρειών ή κυβερνήσεων. Εκ του αγγλικού hackathon.

Από το 2022 Αμερικανοί και Κινέζοι χάκερς διαγωνίζονται σε χακαθώνιους για το ποιος θα καταφέρει να χακάρει καλύτερα την αντίπαλη κυβέρνηση.

Got a better definition? Add it!

Published

Σκληρή σλανγκιά, σημαίνει εξοντώνω ανήλικους στο πλαίσιο εθνοκάθαρσης, δηλαδή το "φρέσκο χόρτο", ώστε να απαλειφθεί μία εθνότητα σε έναν τόπο.

Αφού έχουν εξοντώσει τους περισσότερους μάχιμους, τώρα κουρεύουν το γρασίδι.

Got a better definition? Add it!

Published

Με γεμάτο (full στα αγγλικά) το ρεζερβουάρ και τρέχοντας στην κλασική auto/moto σλανγκ.

Φουλαριστός τραβάς ντουγρού, στη λεωφόρο του Συγγρού. (Βρε Μανόλη τραμπαρίφα).

Got a better definition? Add it!

Published

Κάνω full στην πόκα. (Δες).

Φούλιασε κανείς;

Got a better definition? Add it!

Published

Στην ποδοσφαιροσλάνγκ, είναι ο παίκτης που αρέσκεται να βουτάει για να κερδίσει πέναλτι ή φάουλ. (Δες).

Έχει συγγενείς στην Κάλυμνο το φορ μας; Επιθετικό ζητήσαμε, όχι βουτηχτή.

Got a better definition? Add it!

Published