Η κωλόμπα που της έκοψαν τον κω, ο κολομπαράς / κωλομπαράς.
Πηγή: Χότζας.
Στα παλιά φλιμπεράδικα κυκλοφορούσαν και λόμπες.
Η κωλόμπα που της έκοψαν τον κω, ο κολομπαράς / κωλομπαράς.
Πηγή: Χότζας.
Στα παλιά φλιμπεράδικα κυκλοφορούσαν και λόμπες.
Got a better definition? Add it!
Όπως μας επέστησε την προσοχή ο Χότζας, το τσιμπούκ-ογλάν ήταν το παιδί που περιποιούνταν, έφερνε κι άναβε τα τσιμπούκια των πασάδων [στην Τουρκοκρατία] και μετέπειτα των καπετανέων του '21 (και των κατοπινών ληστών)». Σύγκρινε με τσογλάνι.
Σήμερα χρησιμοποιείται ο όρος για κάποιον που κυριολεκτικά φροντίζει να προσφέρει άρτιο τσιμπούκι στον δυνάστη του.
Από το Νέτι:
..απο την ακαθεκτον ορμην εως να ξεπλυνουμε την ντροπη των ιμιων υπαρχει μεγαλη αποστασης.
σημερα ειμαστε τα τσιμπουκ-ογλαν της γειτονος...και Βενιζελος στην ακρη του τουνελ δεν φαινετε...
Από βλόγιον:
Καίσαρες στη Βουλή και τσιμπούκ-ογλάν στου κάθε Νταβατζή το μαγαζί.
Got a better definition? Add it!
Ύστερα από υπόδειξη του Χότζα, στο τάβλι σώγαμπρος είναι το πούλι ή τα πούλια που έχουν τοποθετηθεί επιθετικά (ιδίως μετά από διπλές), σε περιοχή που ορίζει ή έλπιζε να ορίσει ο αντίπαλος. Κατ' επέκταση και ο παίκτης που χρησιμοποιεί τέτοια επιθετική τακτική. Μοιάζει σαν μια οικογένεια πουλιών, όπου έχει έρθει και εγκατασταθεί ένα πούλι άλλου χρώματος ως ξένο στοιχείο.
Τι είναι αυτός ο σώγαμπρος που μου κουβάλησες και δεν τολμώ να ξεμυτίσω από την μάνα μου;
Got a better definition? Add it!
Γκρηκλισμός για το personal favorites, χρησιμοποιούμενος στην ιντερνετική διάλεκτο, αλλά και αλλού, δίκην τιραμισουρεαλισμού, αλλά και επειδή θυμίζει τον Σταμάτη Κόκοτα.
Οι προσωπικές φαβορίτες μου είναι τα:
δε φταις εσύ...
όλα τα λέιζερ πάνω μου (εδώ, σε μένα)!
Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ
αρχοντομούνα
Got a better definition? Add it!
H εξαιρετική τύχη, κυρίως σε τυχερά παίγνια, όπως χαρτιά, τάβλι, άμα ρίχνεις συνέχεια εξάρες και άλλες διπλές. Επίσης, στο μπάσκετ, άμα βάζεις όλα τα σουτ. Στην τελευταία περίπτωση θεωρείται ότι μέσω συμπαθητικής μαγείας, αναλόγως με το πόσο σου έχει ανοίξει την κωλοτρυπίδα κάποιος κολομπαράς, τόσο περισσότερο ανοίγει και το καλάθι για να μπαίνουν τα σουτ σου. Χρησιμοποιούνται και εκφράσεις, όπως «τι σου έκανε ο αράπης χτες;», «ήταν καλός ο αράπης χτες;», κ.τ.ό. Αυτός που την έχει χαρακτηρίζεται κωλόφαρδος, αρχαϊστί δε ευρύπρωκτος.
Γενικά πρόκειται για μια προσπάθεια να απαξιώσουμε αυτόν που υπερέχει ημών ως πούστη. Επίσης, φαίνεται ότι το να είναι κανείς πούστης συνδέεται με την τύχη, σύγκρινε με του πούστη. Πιθανόν κατά την λογική του πούστης, πρεζάκι και δεξιός το πουστρηλίκι θεωρείται μια απαγορευμένη ηδονjή, που δεν θεωρούμε ότι μπορούμε να γευτούμε, όπως δεν θεωρούμε και ότι μπορούμε να αξιωθούμε ακραίας τύχης.
Συνώνυμο: φάρδος,
Απρόσμενη τύχη - Ιστορίες με απρόσμενη τύχη (κωλοφαρδία στα απλά ελληνικά): Ανθλογημένες από τον παγκόσμιο Τύπο.
Ένα αεριωθούμενο της εταιρείας Αεροφλότ που μετέφερε 55 επιβάτες προσγειώθηκε με ασφάλεια στο Αρκχανγκέλσκ, στη Ρωσία, το Μάιο του 1994, παρά την απώλεια υδραυλικών υγρών η οποία εμπόδιζε τη σωστή χρησιμοποίηση του συστήματος προσγείωσης. Το πλήρωμα έλυσε το πρόβλημα ρίχνοντας όλη τη λεμονάδα που υπήρχε στο αεροπλάνο μέσα στο υδραυλικό σύστημα.
Όταν το 1975 έχασε το δαχτυλίδι της με οπάλιο, η κυρία Σ. Τζάτζις από το Χάθαμ του Κεντ ονειρεύτηκε ότι το δαχτυλίδι βρισκόταν στο κοτέτσι. Μόλις ξημέρωσε πήγε στο κοτέτσι - αλλά δεν βρήκε τίποτα. Δυο μέρες αργότερα, έσφαξαν μια από τις κότες για το δείπνο και μέσα στο στομάχι της βρέθηκε το χαμένο δαχτυλίδι.
Πριν μερικά χρόνια εκδώσαμε τις Απίστευτες κακοτυχίες, με απίστευτες περιπτώσεις «losers», τώρα κοιτάμε το νόμισμα από την άλλη όψη. Μια συλλογή λοιπόν με τις απίστευτες ιστορίες των τυχερών ή καλύτερα των «κωλόφαρδων». Απίθανες ευτυχείς συμπτώσεις, διασώσεις, επιβιώσεις και σωτηρίες των ανθρώπων που απήλαυσαν το «άγγιγμα της θεάς τύχης» που τους χάρισε τη ζωή ή τα πλούτη όταν κανείς δεν θα το φανταζόταν. Μια απίθανη συλλογή από απίστευτες, αληθινές ιστορίες απρόσμενης τύχης για να μην χάνετε ποτέ το κουράγιο σας.
Δες.
Got a better definition? Add it!
Λέγεται κι έτσι η ηρωίνη, για να θυμίζει γυναίκα. Κατά το ζωή, στα «η ζωή είναι ωραία, αλλά τα έχει μ' άλλον», «η ζωή είναι μια πουτάνα που πάει μ' όλους» κ.ο.κ.
Να μην συγχέεται με την διάσημη σλανγκίστρια, γόνο βασιλικού οίκου.
Πηγή: John Black.
Η ηρώ είναι μια γκόμενα που δεν την ξεπέρασε κανείς.
Got a better definition? Add it!
Δύο μη δόκιμες σημασίες, ακόμη:
Κάτι που βρίσκεται σε τρομερή αναστάτωση, που είναι χάλια, ατακτοποίητο, σε οικτρή κατάσταση, που είναι μουνί καπέλο.
Το δίκοχο των φαντάρων, λόγω των πτυχώσεών του και του σχήματός του σε κάτοψη, που παραπέμπουν αλλού. Κυριολεκτικά μουνί καπέλο!
Ασίστ: Χότζας. (Ένα ψίχουλο από την ευωχία της σλανγκικής του τραπέζης).
Υπάρχει ένα ανέκδοτο σαχλίζον, που δεν έχω όρεξη να διηγηθώ με τρόπο, κατά το οποίο ένας μεθυσμένος ταξιτζής κοιτάζει στον καθρέφτη μια επιβάτιδα, η οποία ανοίγει τα πόδια της σε στυλ Σάρον Στόουν, και νομίζοντας πως είδε τον εαυτό του μονολογεί:
Ρε πστ! Πάλι μουνί έγινα!
Ρε ψάρουκλα, πώς το έχεις κάνει έτσι μουνί το μουνί σου;
Got a better definition? Add it!
Ακόμη:
Κατά John Black, στους εν χρω κουρεμένους, το τριγωνάκι που σχηματίζεται στη μέση του μετώπου, εκεί που αρχίζει το τριχωτό της κεφαλής.
Ceci n'est pas tellement slangue, αλλά χρησιμοποιείται ευρύτατα ως συνεκδοχή τύπου μέρος αντί όλου. Δηλαδή για να δηλώσει ολόκληρη την γυναίκα. Υπερθετικό: μουνάρα και άλλα της λίστας Βράσταμαν.
Βρισιά. Κυρίως για δόλιο άνθρωπο, ποταπό.
Το ηλιοκαμένο μαύρο τρίγωνο στο στέρνο είτε φαντάρων λόγω χιτωνίου, είτε χειρωνάκτων κατά το Αλβανικό V.
Φοβερό μουνί ο Ρονάλντο! (Ελλοχεύει και η σημασία στον εναλλακτικό ορισμό του Τζόνι).
Τι βυζάρες είχε το μουνί!
Ποιο μουνί μου πήρε το μπλάνκο μου;
(Συνήθιζε να το φωνάζει συμμαθητής μου).
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Η νίκη σε εκλογική αναμέτρηση που επιτυγχάνεται λίγο μετά από οικολογικό ολοκαύτωμα από την πύρινη λαίλαπα. Και η οποία νίκη αποδεικνύεται Πύρρειος νίκη.
Τελικά αποδείχτηκε πύρειος η νίκη του Καραμανλή στις τελευταίες εκλογές. Να δούμε τώρα ποιος θα πετύχει την πύρειο νίκη, κατά τις δημοσκοπήσεις ο G.A.P..
Got a better definition? Add it!