Πριν κάποιες μέρες, εβδομάδες. μήνες ή χρόνια.

Για την σλανγκ μορφή του χρειάζεται ειδική προφορά, και κινήσεις. Σοβαρό ύφος, ύφος θιγμένου, αργή προφορά σαν να τονίζονται όλες οι συλλαβές, και εμπρόσθια κίνηση διπλωμένης παλάμης με ανοιχτό δείκτη, προς την κατεύθυνση του συνομιλητή.

Η λέξη πήρε και αυτή τη σημασία, (την αντίθετη από την κυριολεκτική) από το ανέκδοτο με το σαλιγκάρι. Εν τάχει το ανέκδοτο. Τέλος Ιουλϊου σαλιγκάρι εμφανίζεται σε μπιτς μπαρ, και παραγγέλνει στον τρέντυ μπάρμαν, μοχίτο. Εκνευρισμένος μπάρμαν, του λέει ότι το μαγαζί δεν σερβίρει σαλιγκάρια, και του δίνει μία σπρωξιά, με αποτέλεσμα το σαλιγκάρι να βρεθεί καμιά δεκαριά μέτρα μακρυά. Σιγά σιγά το σαλιγκάρι αρχίζει να κετευθύνεται προς το μπαρ. Τέλος Αυγούστου πια, τα καταφέρνει, και με ύφος θιγμένου σαλιγκαριού, λέει στον μπάρμαν. «Προηγουμένως....»

-Έχω δίκιο να παρεξηγούμαι ή όχι;
-Για ποιόν λόγο αδελφέ;
-Με τον μαλάκα το Σάκη.
-Συνέβη τίποτα καινούριο;
-Όχι, αλλά μου ήρθαν τα παλιά, από τη μέρα που πήγαμε στο «Φλου».
-Α για προηγουμένως μιλάς! Αυτό ρε μαλάκα ήταν πριν ένα μήνα, και η παρεξήγηση έγινε πριν τρία χρόνια. Έλα με τα συγκαλά σου ρε ψυχάκια!

βλ. και επί Πλειστοκαίνου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Nτεφορμέ-ντεφορμάρισμα: Όρος κατ' αρχήν ποδοσφαιρικός (που πέρασε και σε όλα τα αθλήματα), που αναφέρεται σε ομάδα ή σε συγκεκριμένο παίκτη ή παίκτρια. Ο όρος προέρχεται από τη γαλλική λέξη «déformé(e)», που σημαίνει παραμορφωμένος, εκτός σχήματος, παραποιημένος, εκτός φόρμας (και με την αθλητική έννοια).

Ας ξεκινήσουμε από το σύνολο. Μία ομάδα είναι ντεφορμέ, όταν πάει σκατά (σε απόδοση), σε σχέση με την εικόνα που είχε στα φόρτε της (στο φορμάρισμα της). Όπως και στη ζωή, έτσι και στα αθλήματα, η ζωή κάνει κύκλους κατά το ο,τι ανεβαίνει κατεβαίνει, ο,τι γυρίζει σταματά. Για να μην κουράζω με άπειρες λεπτομέρειες, φανταστείτε θεωρητικά ότι μια ομάδα έχει τις άλφα δυνατότητες (βάση ρόστερ, προπονητικού τιμ, διοίκησης). Όταν η απόδοση συμβαδίζει με το τέλειο, τότε μιλάμε για φορμάρισμα, δλδ η ομάδα αποδίδει κοντά στο 100%. Όταν αυτό το ποσοστό πέσει κάτω του 50% (για κάποιο εύλογο διάστημα), τότε μιλάμε για ντεφορμάρισμα, δλδ η ομάδα είναι ντεφορμέ. Αυτό πάντα συμβαίνει, και οι λόγοι πολλοί και διάφοροι. Ψυχολογική ή σωματική κούραση, γρίνες, ατυχίες λάθη προπονητικά, και ενίοτε ο αμφίδρομος (δλδ ψιλοπουστράκος) Ερμής. Σε επίπεδο μεμονωμένου παίκτη, επίσης υπάρχει ντεφρομάζ. Εκεί που κάποιος βγάζει μάτια, ξαφνικά τζίφος.

Στα ατομικά αθλήματα ισχύει το ίδιο. Απλά εδώ έχουμε λιγότερους παράγοντες για ντεφορμάρισμα, αφού μιλάμε για έναν αθλητή και άντε το πολύ δύο τρεις προπονητές.

Στη σλανγκ τώρα (ώρα δεν ήταν;) χρησιμοποιούμε τον όρο, όταν δεν έχουμε διάθεση, ή όταν για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι, που υπό φυσιολογικές συνθήκες (ή στις μεγάλες φόρμες μας) θα γουστάραμε πολύ.

-Τον τελευταίο μήνα όλο μπακούρης μας εμφανίζεσαι. Γεράσαμε Μουσιού Καζανόβα, και τα πιπίνια μας αγνοούν;
-Σσσσς ρε! Δεν είναι ώρα να κρεμάσω τα παπούτσια μου. Διανύω περίοδο ντεφορμαρίσματος. Θα επανέλθω με πιπίνι κατηγορίας champions' league, και θα προσκυνάτε πάλι, και θα πετάτε δίευρα κάτω σαν το Ζούγα. Λιγούρηδες της κακιάς ώρας.

-Μαράκι μου, να περάσω να σε πάρω να πάμε για ψώνια; Είδα κάτι μοντελάκια στης Μrs Raxevski (ανάθεμα το για όνομα αυτό το μαγαζί), μούρλια.
-Άσε φιλενάδα. Είμαι ντεφορμέ. -Γιατί φιλενάδα;
-Γνώρισα ένα παιδί, άλλο να σου λέω... Έπαθα σοκ. Αλλά μου φάνηκε λίγο αλλόκοτος, λίγο παντρεμένος και πιστός στη γυναίκα του. Φλερτάραμε, με άναψε αλλά δεν.
-Και πως λέγεται ρε φιλενάδα ο θεός που σε έριξε στο καναβάτσο;
-Electron!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι χάλια στην κανονική του κατάσταση, κττμγ. Μπορεί να αναφέρεται σε ντύσιμο, συμπεριφορά, ψυχολογική κατάσταση, σύνολο απόψεων, επιδόσεις στο οτιδήποτε, χαρακτήρα ή προσωπικότητα. Σπάνια, λέγεται και σαν πείραγμα μεταξύ φίλων. Συνήθως το λέμε για κάποιον που μας τη σπάει. Επίσης, καμιά φορά αντικαθιστά το «χάλια», χάριν αστεϊσμού.

Συνώνυμα : χαλασμένος, μαλάκας, για λύπηση, ασχημομούρης, άσχετος, άμπαλος.

  1. - Καλό το παιχτάκι που πήρε η Παναχαϊκή;
    - Φοβερός χάλιας. Αμφιβάλλω αν θα τον ξεκινάει εντεκάδα.

(από δω κι από κει)
........
2. Κυριακή, 6 Σεπτέμβριος 2009
Ο χάλιας και ο χειρότερος. Ποιος είναι πραγματικά χειρότερος; Βγήκε στο δελτίο του ALPHA o Παπακωνσταντίνου με τον Στυλιανίδη και άρχισαν δήθεν να τσακώνονται για την φοροδιαφυγή, δήθεν για την οικονομική πολιτική. Το ίδιο παραμύθι κάθε μέρα που όταν τα φώτα σβήσουν...

.........
3. Ακούγεται αστείο αλλά ενώ έχω μοντάρει τον εξοπλισμό μου πάνω από 50 φορές, εξακολουθώ να είμαι «χάλιας» στην κατάδυση...

(από electron, 20/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παπαρολόγος ολκής. Επιπέδου Παβαρότι.

-Θα πάμε από του Μιχάλη να δούμε το ματς;
-Και δεν πάμε. Απλά ελπίζω να μην είναι ο παπαρότι ο ξάδελφος του, εκεί. Θα μας πρήξει στην ανάλυση.
-Έχει γέλιο μωρέ ο τύπος. Θυμίζει λίγο Αλέφα. Τα πάντα όλα, τι να λέμε τώρα....

(από electron, 21/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση υπονοεί ότι είναι ώρα να παλέψουμε αφού δεν την παλεύω κάστανο με την πάρτη σου! Επίσης το λέμε κάποιες φορές για να υποβαθμίσουμε μια «δήθεν» προσβολή, υποτιμώντας την εκτοξευμένη προς εμάς ύβρη. Ακούγεται που και που ακόμα, οπότε ίσως αξίζει καταγραφής.

Φράση από την ταινία «Φτωχαδάκια και Λεφτάδες», όπου ο Τσαγανέας υποδύεται τον παλαβιάρη θείο, κολλημένο με τις μονομαχίες. Μονομαχίες που κάποιος Ταβερνιέ είχε θέσει τους όρους των. Και κάθε φορά που του λένε ότι η τιμή της μοσκομούνας ανιψιάς του κινδυνεύει, επικαλείται τον εν λόγω συγγραφέα-μονομάχο, και γεμίζει τα κουμπούρια του.

- Ρε καραγκιόζη, τι μαλακίες μας τσαμπουνάς πάλι. Παπάρα, ε παπάρα!
- Το χοντραίνεις!!! Θα βάλω τα κλάματα.
- Είσαι και είρωνας. Παρτάκιας είσαι και υπερφίαλος!
- Μετά απ' αυτό, τον λόγο έχει ο Ταβερνιέ! Θα σε εξαφανίσω! Να ησυχάσω και από τις μαλακίες σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα έκανες μαντάρα, τα γάμησες όλα, τα έκανες σκατά!!!

Μπαρμπαδισμός ολκής. Από πριν από (sic) τα αυτοκίνητα!!! Πάντως χρησιμοποιείται πολύ και σήμερα. Πάρ' το κάτω το ποδήλατο σημαίνει για την ακρίβεια, ότι κάτι πήγαινε ρολόϊ (εύκολα και σε πορεία όπως το ποδήλατο) και ξαφνικά σκάτωσε (το ποδήλατο ανετράπη της πορείας).

Λέγεται σε δεύτερο πρόσωπο, ως σχολιασμός, αφότου η αρνητική έκβαση ενός εγχειρήματος είναι αναμφισβήτητη.

-Άκου να δεις τι μαλακία έγινε χθες.
-Για λέγε, για λέγε.
-Είχε φέρει μια φίλη του ο Μάκης στο μπαράκι, ωραίο κομμάτι. Πιάσαμε το μπούρου μπούρου, το πηγαίναμε καλά. Μετά από καμιά ώρα που συζητάγαμε περί ανέμων και υδάτων και το πράμα πήγαινε καλά κάνω μια σέντρα, γιατί βλέπω την άμυνα ανοιχτή. Της λέω δεν πάμε μια βόλτα παρακάτω να δούμε αν κουνιούνται οι βάρκες;;
-Έτσι σε θέλω. Φανταιζί Βραζιλιάνο! Φουλ επίθεση.
-Και γυρίζει με ένα καβλιάρικο ύφος, και μου λέει: Μπα, προτιμάω να φλερτάρουμε μόνο. Σε βρίσκω χαριτωμένο, αλλά τίποτα παραπάνω!
-Πάρ’ το κάτω το ποδήλατο!!!
-Δεν λες τίποτα. Αυτογκόλ στις καθυστερήσεις

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι σίγουρη η αίσια έκβαση του εγχειρήματος. Το κατέχεις σε πολύ μεγάλο βαθμό. Είσαι μεγάλος. Είσαι κάστορας και στα τσιμπούκια μάστορας. Θα πετύχεις το σκοπό για τον οποίο σε αβαντάρουμε.

Φράση μάλλον μπασκετική, που πέρασε και στην καθημερινότητα. Οι εκφωνητές αναφέρονταν στο αν θα ευστοχήσει ο παίκτης ή όχι, βάση των στατιστικών του. Χαρακτηριστική φράση ήταν για παράδειγμα «από αυτή την απόσταση το έχει το σουτ», που σήμαινε ότι συνήθως δεν αστοχεί από τη συγκεκριμένη απόσταση.

Στο πρώτο πρόσωπο χρησιμοποιείται για να δώσουμε σιγουριά στον συνομιλητή (ο οποίος, για κάποιο λόγο, την χρειάζεται), ότι είμαστε εξπέρ σε κάποιο τομέα. Σε δεύτερο πρόσωπο το λέμε συνήθως για να πωρώσουμε κάποιον, που πάσχει από έλλειψη αυτοπεποίθησης, ενώ δεν θα έπρεπε.

Η σλανγκιά πέραν της χρήσης της έκφρασης, έχει να κάνει με τον πλεονασμό (στην σύνταξη), δηλαδή βάζουμε την αντικατάσταση, αλλά μετά βάζουμε και το αντικείμενο που αντικαταστήσαμε. Ένας πλεονασμός που δένει νοηματικά με τη σιγουριά και την πώρωση που αναφέρθηκαν παραπάνω.

  1. - Ρε μαλάκα, αυτή απέναντι με κοζάρει ώρα τώρα. Είναι Γαλλίδα. Προηγουμένως πέρασα από εκεί και την άκουσα.
    - Ωραία φαίνεται. Τον έχει τον ευρωπαϊκό αέρα της. Γιατί δεν πας να της μιλήσεις, να εξασκήσεις και τα s'il vous plaît;
    - Κωλώνω λιγάκι.
    - Έλα μωρέ, αφού το έχεις το γαλλικό! Τράβα να τιμήσεις τη φήμη του έθνους! Την έχεις τη γκόμενα που σου λέω. Κοντεύει να στραβολιγκιάσει η κοπέλα, όση ώρα μιλάμε. Τώρα το πρόσεξα κι εγώ.

  2. - Σκέφτομαι να αρχίσω να πουλάω πράγματα μέσω διαδικτύου. Αλλά πρέπει να βρω κάποιον που να ξέρει.
    - Με προσβάλλεις... Τι κάνουμε εμείς; Κριτσίνια σπάμε;
    - Δεν μου είχες πει ότι ασχολείσαι. Και ξέρεις καλά;
    - Στηρίξου πάνω μου. Το έχω σου λέω. Τελειώνω τώρα το σάϊτ ενός φίλου και μετά πιάνω εσένα.

  3. - Μαστρο Ντίνο, ποιος θα ανέβει στο στύλο της ΔΕΗ;
    - Ο Σαράντος.
    - Το έχει;
    - Σπάιντερμαν τον λέμε. Κάτσε να δεις. Ρεεε Θύμιο, φώναξε μου τον σπάιντερμαν σε παρακαλώ.

(από electron, 22/09/09)

βλ. και λήμμα τό 'χω περασμένο για την σημασία που δίνεται προς το τέλος του ορισμού

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν συμπληρώνουμε τον απαιτούμενο αριθμό ψήφων για να προχωρήσουμε σε κάποια διεργασία (πολιτική), κάποιο λάθος υπάρχει στους υπολογισμούς, δεν μας φτάνουν τα λεφτά για να κάνουμε κάτι.

Φαίνεται ότι ο ταπεινός αυτός καρπός έχει συνδέσει την ύπαρξή του με την αρχή της πολιτικής ιστορίας της ανθρωπότητας και μέχρι τον 19ο αιώνα. Στην αρχαία Ελλάδα, την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, την γαλλική επανάσταση, το παλάτι του Μπάκιγχαμ, τον νέο κόσμο (Μασαχουσέτη), τα κουκιά αποτελούσαν τους κλήρους, δηλαδή τα ψηφοδέλτια. Στην αρχαία Ελλάδα και την αρχαία Ρώμη τα ξερά (προς το μαύρο) κουκιά εξέφραζαν διαφωνία και τα χλωρά (λευκά, ανοιχτά πράσινα) συγκατάθεση. Περίεργο, αν σκεφτεί κάποιος ότι τα χλωρά κουκιά περιέχουν περισσότερο κυάνιο (δηλητήριο), από τα βρασμένα ή τα ξερά.

Η φράση πέραν του πολιτικού στίβου, έχει περάσει και στην καθημερινότητα. Όπου υπολογισμός, εκεί και τα κουκιά!

πασσαδόροι : stravon, autoktonimenos, jlk4591

  1. Δημοσιογράφοι προς Φλωράκη : - Θα στηρίξετε την επιλογή του κυρίου Παπανδρέου για πρόεδρο Δημοκρατίας;
    - Ακούστε. Τα κουκιά δεν βγαίνουν, οπότε δεν έχει νόημα το ερώτημά σας. (ο Χαρίλαος χρησιμοποιούσε συχνότατα τη συγκεκριμένη φράση)

  2. - Μπας και έκανες κάποια πληρωμή, σήμερα και ξέχασες να μου το πεις;
    - Όχι αφεντικό! Θα το θυμόμουν!
    - Ε τότε κάποια άλλη μαλακία έχεις κάνει. Δεν μου βγαίνουν τα κουκιά εδώ. Κάτι λείπει. Το ζήτα λέει ότι πρέπει να έχουμε 867 ευρώ στο ταμείο. Λείπουν 100 από τα μετρητά,

  3. - Τι θα κάνουμε με τον Μιχάλη... Θέλει πολύ να πάει για μεταπτυχιακά.
    - Αυτός θέλει, αλλά ρε Μαράκι, αφού τα υπολογίσαμε και δεν μας βγαίνουν τα κουκιά. Ας πάει κάπου στην Ελλάδα. Θα σφιχτούμε και θα τα καταφέρουμε. Αλλά για εξωτερικό, ξέχνα το.
    - Κανόνισε να είσαι το βράδυ εδώ να του το εξηγήσεις....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Θεός έφτιαξε πλάσματα, έφτιαξε και κλάσματα! Τώρα διαλέγετε και παίρνετε! Είτε την αριθμητική έννοια (κυριολεκτικά μία μισοριξιά ή μεταφορικά ένας περιορισμένης ευθύνης), είτε την σκατολογική έννοια (το προϊόν της κλανιάς, την κοινή πορδή, δηλαδή ένας ασήμαντος, ένας τιποτένιος).

All time classic μπαρμπαδισμός.

συνώνυμα : μυγόχεσμα, ρετάλι, ρεμάλι, μπετόβλακας,

  1. - Ρε χθες ανακάλυψα ότι αυτοί οι δύο είναι αδέλφια. Δεν θα το πίστευα αν δεν μου το 'λεγαν οι ίδιοι.
    - Κανείς δεν το πιστεύει. Ο ένας σοβαρός, λιγομίλητος, ντεκλαρέ και ωραίος τύπος, και ο άλλος αλήτρα πρεζέμπορας, χωρίς ιερό και όσιο.
    - Ο θεός έφτιαξε πλάσματα, έφτιαξε και κλάσματα.....

  2. - Και που λες, σκάει μύτη χθες ένα πλάσμα στην καφετέρια, πάθαμε όλοι. Ίσαμε τρία χιλιόμετρα πρέπει να ήταν το δεξί της πόδι, κι άλλα τόσα το αριστερό. Και άριστη κατασκευή. Όχι σαν κάτι ασύνδετα αγγούρια. Αλφαδιασμένη, από πάνω μέχρι κάτω. Αναστάτωση, πέφταν δίσκοι, ποτήρια, σταμάτησαν συζητήσεις κλπ.
    - Και να λείπω;
    - Κάτσε να ακούσεις τη συνέχεια. Και εκεί που είναι απλωμένο το πλάσμα, σκάει ένα κλάσμα ανδρός, και ο μούναρος σκύβει και του ρίχνει ένα ρουφηχτό! Και μένουμε σέκοι!! Κοίτα να δεις το λιμό αντράκι. Να κυκλοφορεί τέτοιο πλάσμα. Κουφαθήκαμε!!!

(από electron, 23/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς, ο αλογομούρης. Αντιδάνειο της σλανγκ. Ευφημισμός ολκής, που ωραιοποιεί τον τζογαδόρο αλογομούρη δίνοντάς του κάτι από αρχαιοελληνική αίγλη!!!

Ετυμολογία: Φίλ-ιππος, φίλος των ίππων, ο προσφέρων στοργή στους ίππους!
(Βικούλα)

  1. .....ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΧΕΙΡΟΔΙΚΙΑΣ «ΦΙΛΙΠΠΟΥ» ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΑΝΑΒΑΤΗ ΚΑΙ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗ.........

  2. ....Τι πρέπει να προσέχουν οι Φίλιπποι όταν τους λένε ότι το Χ άλογο δεν ήθελε να διακριθεί (κοινώς δεν πήγαινε για κούρσα)......
    (από νετ)

  3. - Πού πας ρε Αντώνη;
    - Πάω να ταΐσω τα αλογάκια. -Αυτό θα πει να είσαι φίλιππος!! Ζαχαρίτσες μη ξεχάσεις να πάρεις...

(από electron, 23/09/09)(από electron, 23/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified