Όρος που περιγράφει τα χακερίστικα και λοιπά αλαμπουρνέζικα των κομπιουτεράδων και των γκατζετάκηδων. Προέρχεται από τη συνένωση των λέξεων java + μάβα. Η java είναι εξαιρετική γλώσσα προγραμματισμού που σήμερα ξεσκίζει λόγω του τεράστιου πορταμπιντέ που διαθέτει μέσω των virtual machines (VM). Το επίθεμα «μάβα» αφορά σε όλα τα υπόλοιπα κομπιουτερίστικα λήμματα που αραδιάζουν οι γκουρού και οι κουρού των Η/Υ.

  1. Ήρθε ο Αντώνης κι έκανε κάτι τζάβα-μάβα, δεν κατάλαβα χριστό! Πάντως τώρα δουλεύει!

  2. Για να «ανεβάσεις» λήμματα από το slang.gr στο blog θέλει τζάβα-μάβα. Άσ' το καλύτερα...

  3. - Πώς το 'κανες ρε μεγάλε και βγάζει κάθε ανάρτηση με άλλο χρώμα;
    - Εύκολο είναι, αλλά θέλει λίγο τζάβα-μάβα.

Java logo (από panos1962, 06/11/09)τζάβα-μάβα (από panos1962, 06/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λευκαδίτικη έκφραση που σημαίνει το φοβερό χασμουρητό.

Κατακλείδι πρέπει να είναι η κάτω γνάθος στα Λευκαδίτικα, οπότε έτσι εξηγείται η έκφραση. Απαντά σε όλα τα πρόσωπα, π.χ. «Ε, βρε μαλάκα, θα σου βγει το κατακλείδι», ή «Δες πως χασμουριέται, θα του φύγει το κατακλείδι» κλπ.

  1. Μπα, σε καλό μου. Θα μου φύγει το κατακλείδι! Τι νύστα είναι αυτή;

  2. Τραβάει κάτι χασμουρητά ο μαλάκας, θα του φύγει το κατακλείδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης και παρτούζερ

Ο συμμετέχων, ή η συμμετέχουσα, σε παρτούζα, ο παρτενέρ σε παρτούζα. Να μην συγχέεται με το παρτουζιάρης, που είναι αυτός που επιδιώκει την παρτούζα.

  1. Ο Γιώργος; Αυτός είναι γνωστός παρτουζέρ. Μακριά!

  2. Τη Μαίρη είναι πιο πιθανό να τη γνωρίσεις ως παρτουζέρ, παρά ως καθηγήτρια. Μεγάλη γαμιόλα, σου λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Και παρτουζιάρα

Αυτός που επιδιώκει την παρτούζα ως ύπατο ηδονικό ιδεώδες. Δύσκολη υπόθεση, καθώς δεν είναι εύκολο πάντα να βρεις διαθέσιμους παρτουζέρ, οπότε συνήθως επαναλαμβάνονται τα ίδια σχήματα με συνήθη κατάληξη την πλήξη και τον συνακόλουθο εκφυλισμό (εξ ού και έκφυλος/η).

  1. Ο Νίκος είναι μεγάλος παρτουζιάρης. Του ζήτησα να κοιμηθούμε μαζί και μου είπε να 'ρθεις κι εσύ. Ήμαρτον, Παναγία μου!

  2. - Χθες πηδηχτήκαμε με τη Δήμητρα!
    - Μεγάλη δουλειά έκανες. Αυτή είναι μεγάλη παρτουζιάρα, κάπου θα την πετύχαινες έτσι κι αλλιώς.

Οθωμανική παρτούζα (από panos1962, 07/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που υποδηλώνει ότι μια κατάσταση βαίνει ήδη προς το χειρότερο, ή πρόκειται να έχει κακή εξέλιξη στο εγγύς ή απώτερο μέλλον. Συνήθως αφορά σε ύπουλη μεταστροφή της κατάστασης και όχι σε περιπτώσεις όπου η επερχόμενη καταστροφή είναι προφανής. Παρόμοια σημασία έχει και η φράση «όσο νυχτώνει η πούτσα μεγαλώνει», που όμως πρέπει να αποφεύγεται λόγω καταφανούς χυδαιότητας.

Η φράση χρησιμοποιείται και κυριολεκτικά από σαραπεντάρηδες και άνω, για να διασκεδάσει τις πικρές συνέπειες της, όλο και πιο συχνά απαντώμενης, στυτικής δυσλειτουργίας με μέτρια όμως αποτελέσματα.

  1. - Είπαν πως θα ανεβάσουν και τα δημοτικά τέλη. Δεν μας 'φτάναν όλα τ' άλλα.
    - Αγάλι αγάλι γίνεται η ψωλή μεγάλη.

  2. - Χθες πέρασε το νομοσχέδιο που νομιμοποιεί τη μερική απασχόληση.
    - Πάμε για κατάργηση του οκτάωρου, να μου το θυμηθείς. Αγάλι αγάλι γίνεται η ψωλή μεγάλη.

Αγάλι αγάλι γίνεται η ψωλή μεγάλη (από panos1962, 08/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην πολιτική, ο όρος καθιερώθηκε κατά την περίοδο διακυβέρνησης της ΝΔ 2004-2009. Σημαίνει το μεγάλο κόμμα τσαντήρι, πανδοχείο, καραβάν σαράι που δέχεται στους κόλπους του κάθε πικραμένο ή χαμένο σε πρόσφατες ή ακόμη και παλιότερες εκλογές. Εννοείται όμως και ολόκληρη η δεξιά παράταξη με την πολύ ευρεία έννοια που περιλαμβάνει από φασιστοειδή πολιτικά μορφώματα μέχρι κεντροαριστερές φράξιες άλλων κομμάτων κατά τη διάρκεια πολιτικής σκοτοδίνης.

Πιο συγκεκριμένα, ο όρος προωτοχρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τη σχέση της Ν.Δ. με το ΛΑ.Ο.Σ. καθώς το αίμα νερό δεν γίνεται και ο αρχηγός του ΛΑ.Ο.Σ ήταν κάποτε στέλεχος της πολυκατοικίας κλπ κλπ. Τη στιγμή που γράφεται τούτο το λήμμα (Νοέμβριος 2009), οι ένοικοι της πολυκατοικίας έχουν γενική συνέλευση για εκλογή διαχειριστή, θυρωρού, καθαρίστριας κλπ, υπάρχει δε σοβαρή περίπτωση να γίνουν μάλε-βράσε που θα οδηγήσουν σε κατεδάφιση ή ανακαίνιση της πολυκατοικίας.

  1. Τα 'μαθες; Η πολυκατοικία μπάζει νερά. Λένε ότι θα προσχωρήσει και ο Χ.

  2. Ρε συ, η πολυκατοικία έχει διαρροές. Σήμερα αποχώρησε ο Ψ.

  3. Άσε, ρε μαλάκα. Αυτό δεν είναι πολυκατοικία, έχει γίνει η στέγη των αστέγων.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει τον καταλογισμό εργασίας ή έργου σε πρόσωπο ή ομάδα. Γενικά είναι η ίδια έκφραση με το βυσματώνω, ανάλογα από ποια πλευρά το βλέπει κανείς. Λέμε π.χ. «μου κοτσάρισε και την αρχειοθέτηση η μαλακισμένη», ενώ η μαλακισμένη μπορεί να πει «θα τον βυσματώσω με την αρχειοθέτηση».

Πιθανώς να σχετίζεται με το κοτσάρισμα σκάφους στον κοτσαδόρο, ετυμολογία που φαίνεται να είναι πολύ λογική, καθώς το κοτσάρισμα σκάφους «φορτώνει» τεράστιο φορτίο στο εφελκύον όχημα (μα τι λέω ο μαλάκας).

- Θα μου κοτσάρεις τα πιάτα πάλι; Τα 'πλυνα χθες και προχθές, ενώ εσύ πλένεις μόνο το μουνί σου. Άει παράτα με πια!

- Βάζεις μια ρουτίνα για τα γραφικά, κοτσάρεις και λίγο τζάβα-μάβα και είσαι ok!

- Ρε, το μαλάκα, τρία λιμά μου κοτσάρισε. Βάλ' την μέσα!

υπέρμετρο κοτσάρισμα (από panos1962, 07/11/09)κοτσαδόρος (από panos1962, 07/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «κέρας της Αμαλθείας». Σημαίνει το ακριβώς αντίθετο από το «τέρας μορφώσεως». Λέγεται για τον άνθρωπο τον εντελώς άσχετο, τον σκράπελα, το ντουγάνι, αυτόν που έχει εκτεταμένη εγκυκλοπαιδική άγνοια.

  1. - Ρε Νίκο, ο καινούριος είναι δεν είναι απλώς σκράπας. Μιλάμε για το τέρας της αμαθείας.

  2. - Η Νίτσα δεν ήξερε ότι Αυστρία και Αυστραλία έχει διαφορά. Τέρας της αμαθείας!

  3. - Να ρωτήσουμε και τον ψηλό;
    - Τι να κλάσει; μωρέ ο ψηλός; Αυτός είναι το τέρας της αμαθείας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει το έσχατο σημείο κατάντιας. Προφανώς ο όρος προέρχεται από το κυριολεκτικό πιάνω πάτο, που σημαίνει ότι έχω φτάσει τόσο βαθιά που έπιασα πάτο. Οποιαδήποτε περαιτέρω εξήγηση του όρου είναι κατάφωρος πλατειασμός. Η έκφραση, προφανώς, απαντά σε όλα τα πρόσωπα και σε όλους τους χρόνους: έπιασε πάτο, πιάσαμε πάτο, θα πιάσει πάτο κλπ.

  1. - Είδα το Τζόρτζη και δεν τον γνώρισα. Χάλια ήταν. Ξέρεις τίποτα;
    - Άσ' τον το καημένο. Έχει πιάσει πάτο. Είχε τα προβλήματά του, τον απέλυσαν κιόλας, γάμησέ τα!

  2. - Δεν σε βλέπω και πολύ στα καλά σου, ρε μεγάλε. Τρέχει κάτι;
    - Τι να τρέχει, ρε συ; Είχα τις μαλακίες με τη δουλειά, αρρώστησε κι η μάνα μου. Ασ' τα, έπιασα πάτο.

Πιάνω πάτο (από panos1962, 08/11/09)Προσπαθεί να πιάσει τον Pato της Μίλαν (από allivegp, 08/11/09)Έπιασα πάτο! (από panos1962, 08/11/09)Έπιασα πάτο 3D! (από panos1962, 08/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ότι ήμαστε πολύ χάλια, τόσο ώστε να μας κλαίνε ακόμη και οι ρέγγες. Τώρα, γιατί οι ρέγγες και όχι κάποιο άλλο ψάρι, ή άλλο ζώο, ή πρόσωπο, είναι απορίας άξιον. Εικάζω ότι η επιλογή της ρέγγας οφείλεται στην εμφάνιση της αποξηραμένης (καπνιστής, λιαστής κ.λπ.) ρέγγας που λέγεται και τσίρος. Ο όρος τσίρος χρησιμοποιείται για τον πολύ αδύνατο άνθρωπο, τον λιπόσαρκο, αυτόν που είναι για λύπηση· επομένως όταν μας κλαίνε οι ρέγγες σημαίνει ότι έχουμε μεγάλο χάλι, πιάσαμε πάτο.

  1. Ρε, κλωτσοσκούφι βλέπουμε! Σέρνονται όλοι, είναι να τους κλαίν' οι ρέγγες.

  2. Έφυγε η Μερόπη με τον Αντώνη και τον παράτησαν μπουκάλα. Είναι να τον κλαίν' οι ρέγγες.

  3. Αν μας φέρουν προϊσταμένη την Ανθούλα είμαστε να μας κλαίν' οι ρέγγες.

Ρέγκες καπνιστές (από panos1962, 08/11/09)(από panos1962, 08/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified