Τόπος εργασίας, ο οποίος δεν υπάρχει. Κάποιος τον δηλώνει διότι πιθανότατα βαριέται να δουλέψει κι όχι γιατί δεν βρίσκει. Μόνο κουλ τύποι μπορούν να το ξεστομίσουν.

- Τί κάνεις αυτόν τον καιρό;
- Δουλεύω!
- Αλήθεια; Πού;
- Στου Ξαπλόπουλου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πανάσχημη, υπερμπαλότσα γκόμενα, από την οποία θέλουμε να απέχουμε τόσο πολύ σεξουαλικώς σε σημείο που να μη θέλουμε ούτε να δει το μόριό μας.

- Πώς σου φαίνεται η Μαρία; Θα την πήδαγες;
- Τι λε ρε; Πας καλά; Ούτε να μου τον δει!

Βλ. επίσης ούτε με ξένο πούτσο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το παλάγκο είναι ένας μηχανισμός με τροχαλίες που χρησιμοποιείται στα πλοία για φορτοεκφορτώσεις σύμφωνα με τη βικιπαίδεια. Η λέξη αναφέρεται στο μηχανισμό που μπαίνει η αλυσίδα, αλλά και γενικότερα στο όλο σύστημα που βρίσκεται στα περισσότερα πλοία του Π.Ν. για την εύκολη τοποθέτηση της βοηθητικής βάρκας στο νερό.

παλάγκοπαλάγκο παλάγκο σε πλοίο

Πιθανώς λόγω του τρόπου που περνά η αλυσίδα μέσα από την τροχαλία ούτως ώστε να μπορεί να μπορεί εύκολα να σηκωθεί πολύ βάρος, προκύπτει το ρήμα παλαγκώνω το οποίο είναι το ακριβές αντίστοιχο του χώνω του Ε.Σ., όπου κάποιος ανώτερος ρίχνει κάποιο μπαλάκι σε κάποιον κατώτερο.

- Πού πας ρε στραβόγιαννο φορτωμένος με όλα αυτά;

- Άσε, με παλάγκωσε ο σημαιοφόρος πάλι με κάτι μπαλάκια του Γ.Κ.

Got a better definition? Add it!

Published

Το ρήμα πήζω εκτός από το παραδοσιακό του νόημα, δηλαδή τον καταναγκασμό σε υπερβολική δουλειά από ανωτέρους στις Ε.Δ. (Ένοπλες Δυνάμεις), έχει και μια άλλη σημασία στο ίδιο περιβάλλον: σημαίνει αγχώνομαι, πανικοβάλλομαι κυρίως λόγω εργασιών που εκτελούνται ή πρόκειται να εκτελεστούν, π.χ. αγγαρείες.

Ενδιαφέρον έχει και η χρήση του ως μεταβατικό ρήμα, όπου πήζω κάποιον σημαίνει ότι τον αγχώνω χωρίς ιδιαίτερο λόγο, ενίοτε και ακούσια.

- Τι λέει; Τι κάνουμε σήμερα;

- Σήμερα είναι Κυριακή ρε συ, αλλά αύριο το πρωί έχουμε ΣΠΕΝ, παρέλαση, κρύο φαγητό, δε με πήρε και η γκόμενά μου τηλέφωνο και σκέφτομαι την αυτοκτονία σοβαρά.

- Ρε μην πήζεις ρε συ, χαλάρωσε!

Got a better definition? Add it!

Published

Η Πολυτεχνειούπολη της Αθήνας μάγκικα.

- Τί λέει; Τί θα παιχτεί το βράδυ;
- Δεν ξέρω. Ψήνεσαι να πάμε με τους άλλους πολυτέ;
- Μέσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φέρομαι σαν πούστης, σαν αδερφή.

-Δεν ξέρω αν γαμάει ο Μπάμπης, πάντως πουστρίζει πολύ.
-Τι λες ρε; Έχει γκόμενα κανονικά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιθανός συγκερασμός των εκφράσεων τον πούτσο κλαίγανε και κλάιν μάιν, ο οποίος δίνει και μια εξωτική σχεδόν χολυγουντιανογουστερνική νότα στη συζήτηση εξυψώνοντάς την αυτήν καθ'εαυτήν και καταβαραθρώνοντας το όποιο προκείμενο στο οποίο η έκφραση αναφέρεται.

Μπαλαδόρος σου λέω μεγάλος ο Λουλέτογλου

Καλά... Πουτς μακλέιν!

Got a better definition? Add it!

Published

Κτίριο το οποίο για τον έναν ή τον άλλο λόγο (αλλά κυρίως για τον έναν) ξεχωρίζει ή μάλλον πετάγεται σαν πούτσα ανάμεσα σε άλλα κτίρια. Είναι το ακάλεστο κτίριο, το κτίριο που δεν το παίζουν οι φίλοι του. Το κτίριο που είναι ψηλό και άχαρο, ποτέ συμπαθές. Τραβάει τα βλέμματα μόνο για το ψέγος και όλοι αναρωτιούνται πώς φύτρωσε αυτή η παπαριά εκεί πέρα. Η πουτσιά είναι αυτοστιγμεί αναγνωρίσιμη και ο εμετός βέβαιος κι αναπόφευκτος, καθώς υπέρ άνω όλων το κάλλος.

-Πωπω, κοίτα τα σπιτάκια πόσο ωραία είναι, με τις σκεπούλες τους και τα παραθυράκια τους, με τις μικρές μικρές υδρορροές τους, με τα χρωματάκια τους τα λάγνα, με τις ξύλινες πορτούλες τους, μωρέ...
-Και γαμώ!
-Ώπα, ώπα.
-Τί ρε;
-Τί πουτσιά είναι αυτή εκεί, μες στη μέση;

(από σφυρίζων, 18/02/14)Torre Agbar, επονομαζόμενον και ως "η πούτσα της Μπαρτσελόνα", αρρωστούργημα του αρχιτέκτονα Jean Nouvel. (από Khan, 18/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελικόπτερο είτε της αστυνομίας, είτε και καλά δημοσιογραφικό, που καταγράφει κάθε κίνηση σε μια συγκέντρωση, πορεία ή σε οποιαδήποτε άλλη δημόσια σύναξη.

-Κοίτα πόσα ρουφιανόπτερα υπάρχουν εδώ ρε!
-Χαμογέλα ρε! Μας φωτογραφίζουν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ χαμηλού επιπέδου.

Τι ματς ήταν αυτό ρε φίλε; Τελείως σούπα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified