Αναφέρεται σε οτιδήποτε ετοιμάζεται να χρησιμοποιηθεί, αν και η ημερομηνία λήξης του έχει περάσει προ πολλού, κυρίως τρόφιμο ή φάρμακο.

Αντίστοιχα χρησιμοποιείται και το «έσβησε κεράκια».

«Γύρισα σπίτι γύρω στις 6 τελείως λιώμα και έψαχνα απεγνωσμένα κάτι να τρώγεται, αλλά το μόνο που υπήρχε στο ψυγείο ήταν ένα πιάτο μακαρόνια που είχε σβήσει κεράκια πριν 3 μέρες».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακούγεται συνήθως μαζί με τα «αθάνατη ελληνική ψυχή» και «ελληνικό δαιμόνιο». Εσωτερικά ανέκδοτα που κυκλοφορούν κατά βάση εντός συνόρων και οφείλονται (όταν λέγονται σοβαρά) σε μια συνεχιζόμενη πλύση εγκεφάλου, η οποία έχει οδηγήσει σε διάφορα εθνικά σύνδρομα, με κυριότερα αυτά της καταδίωξης και της μεγαλομανίας.

Αντίθετα, στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων θα έπρεπε να χρησιμοποιείται ο πιο ακριβής όρος «ελληνική καφρίλα» αλλά συνήθως εκεί η εκάστοτε πράξη ή αντίδραση δεν ανάγεται στο σύνολο αλλά θεωρείται μεμονωμένο γεγονός όσο και αν έχει γίνει πλέον κανόνας και όχι εξαίρεση.

«Καίω τα δέντρα, χτίζω μεζονέτες,
θα κάνω τα παιδιά μου μαριονέτες
Σ' ένα κλουβί-γραφείο σαν αγρίμι
παίζω ατέλειωτο, βουβό, ταξίμι»
Τ. Πανούσης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός ατόμων που επισκέπτονται ένα συγκεκριμένο νησί του Αιγαίου (Ικαρία, αλλιώς Τζαμάικα) και οι οποίοι σεληνιάζονται καθ’ όλη την περίοδο παραμονής τους εκεί.

Για τους κατοίκους: ο όρος παραπέμπει σε φρικιό που κάνει τις άπειρες καγκουριές (κυκλοφορεί μέσα στην φρίκη, λερώνει παντού, κλέβει και φαίνεται αποφασισμένος να φέρεται σαν νεάντερνταλ όσο βρίσκεται εκεί).

Για τους ίδιους: σημαίνει εναλλακτικός, ένας μεταλλαγμένος χίππυ που το παίζει αντεξουσιαστής.

Τελευταία είναι είδος προς εξαφάνιση λόγω της ανάπτυξης του νησιού, αλλά ακόμα εμφανίζονται κάποιοι την καλοκαιρινή περίοδο.

Από Ικαριώτικο λεξικό:

γκρούβαλος = όρος για τον τουρίστα που κατασκηνώνει για μήνες στην Ικαρία, κάνει επιδρομή στα φαγητά που υπάρχουν στα τραπέζια στα πανηγύρια όταν ο υπόλοιπος κόσμος χορεύει, ενώ συνηθίζει να χοροπηδά σε ρέιβ ρυθμούς κατά τη διάρκεια του ικαριώτικου

ξένος = κάθε επισκέπτης στο νησί, Ελληνας ή μη, που όμως δεν ανήκει στην κατηγορία των «γκρούβαλων» και γι' αυτό μπορεί να απολαύσει απλόχερα την ικαριώτικη φιλοξενία

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα της οποίας τα θέλγητρα παραπέμπουν στην γνωστή ιέρεια του έρωτα και η οποία διανθίζει την κατά τα άλλα βαρετή αναπαραγωγική διαδικασία με διάφορες τεχνικές, αξεσουάρ και ειδικά εφέ.

Στον δρόμο που χάραξε η Τσιτσιολίνα.

Η Αυτής Εξοχότης Cicciοlina (από allivegp, 30/11/09)Δρόμος στα Μελίσσια (από Khan, 12/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν Έχουμε Ηλεκτρικό (χρησιμοποιείται συνήθως σε περιόδους συνεχόμενων blackout αλλά όχι μόνο).

Συνδυάζεται με τα:

ΟΤΕ (Ούτε Τηλέφωνο Έχουμε) και
ΕΟΤ (Έχουμε Όμως Τουρισμό)

Για όσους αναρωτιούνται πού οφείλονται τα αλλεπάλληλα black out:

[img]http://asynadak.pblogs.gr/files/131928-Black%20out.gif[/img]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαιρετισμός, απάντηση στο «hello», ειδικά όταν προέρχεται από άτομα που «αμερικανίζουν» ασύστολα.

- Χελώνα guys, πώς πάει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει επιδοκιμασία για κάποια πράξη ή αντίδραση ενός ατόμου σε κάποια κατάσταση.

- Χριστός Ανέστη...
- Μαγκιά του!

Στο 1:51. (από patsis, 30/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified