Το ασανσέρ, στη νηπιακή σλανγκ, εκ της συντομογραφίας «κατ/νος» («κατειλημμένος»).

Είναι τρισάθλιο, αλλά είμαι σίγουρος ότι πολλοί «εκεί έξω» (τι αμερικλανιά, αλήθεια!) θα έχουν χρησιμοποιήσει αυτό τον όρο.

  1. - Όταν ήμουν πολύ μικρός, έβλεπα το »κατ/νος« στο ασανσέρ και πάντα αναρωτιόμουν ποιός άθλιος λέγεται «Κατίνος» ... :lol: :lol: :lol: :lol:
    - Η σαπίλα πάει σύγνεφο (προσοχή στο -γν- :p ) από μικρή ηλικία. :oops:
    - Κλασσικα, αυτο ελεγα και εγω, αν και ηξερα οτι δεν λεει κατινος :rolleyes: (εδώ)

  2. Μαμά, πάτα το κουμπάκι να έρθει ο Κατίνος!

Κατίνος σε κάθε περίπτωση. Προσωπική φαβορίτα το δείπνο με τα κεριά. (από Galadriel, 02/06/10)

βλ. και ΣΧΗΣ, Κώνος, Θεσνίκη (Θεσσαλονίκη) κά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει απαξία προς το πρόσωπο του συνομιλητή, καθώς τον παροτρύνει να πάει να πιει ένα ρόφημα που θεωρείται ότι πίνουν οι γέροι, οι ασθενείς ή και τα δύο. Υπονοεί ότι ο συνομιλητής δεν δικαιούται / δεν ημπορεί να συμμετέχει σε μια σοβαρή συζήτηση ή σε μια σοβαρή δραστηριότητα.

Βεβαίως, αυτή η έκφραση δεν είναι καθόλου πολίτικαλυ κορρέκτ για το θαυμάσιο φυτό του γένους Tilia, το οποίο μας χαρίζει το -kateme υπέροχο- ρόφημα «τίλιο». Οι τιλιοπαραγωγοί, επίσης, έχουν επανειλημμένα εκφράσει τις διαμαρτυρίες τους για τη χρήση αυτής της έκφρασης.

Παραλλαγές: Άντε ρούφα το τίλιο σου, Πάενε πιε κανα τίλιο κ.ά.

  1. Από το λήμμα μέταλ του μπιμπερό: «Δεν πάνε να πιούνε κανένα τίλιο οι μαλάκες, αφού δεν τραβάνε πια να πούμε...»

  2. - Μαλάκες, θα γίνουμε πάλι λιάρδα απόψε;
    - Εμείς μπορεί... Εσύ τράβα να πιεις κανα τίλιο, καλύτερα!

Φύλλα και καρποί του δέντρου Tilia cordata (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 28/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο από το γαλακτομπούρικο (ή -μπούρεκο) και το μπούτι. Έτσι αποκαλείται κοπελιά με πολύ άσπρα μπούτια (και γενικά ξασπρισμένη), τόσο που να θυμίζουν την ασπρίλα του γάλα(κ)τος.

Συχνό χαρακτηριστικό σε γκομενάκια από ΗΒ / Ιρλανδία / Γαλλία, το οποίο όχι μόνο δε με χαλάει, αλλά με τέρπει όσο ένα... ταψί γαλακτομπούρικο (είμαι λίγο χοντρούλικο, το ατιμούτσικο). Συνοδεύεται συχνά από φακίδες και από πολύ λεπτά χαρακτηριστικά προσώπου. Αν φοράει δε και γυαλιά... βαστάτε με!

Έκφραση που συνοδεύει την ανεύρεση τέτοιας γκομενός: «Γαλατάς ήταν ο πατέρας σου;»

- Λοιπόν, δε μου 'πες. Σ' άρεσε η Bridget;
- Αν μ' άρεσε λέει... Κωλόφαρδε, πάλι γαμώ τα μουνάκια πηδάς!

Αγνό γαλατάκι! (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 29/05/10)Οι Τρεις γαλακτομπούτικες Χάριτες, το αισθητικό ιδεώδες του αλμπινιστή και τοφαλολάγνου Rubens.  (από Khan, 31/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο από τη γόβα στιλέτο και τη σκύλα (γυναίκα). Χαρακτηρισμός μοιραίας (Σ.τ.Σ. για ποιους;) μπουζουκογκόμενας με όλα τα γνωστά αξεσουάρ, βασικότερο εκ των οποίων η γόβα στιλέτο.

- Πήγες τελικά χτες στον Πετρέλη;
- Πήγα, και είχα και καλή παρέα.
- Ξέρω, ξέρω. Πάλι με κείνη τη γόβα σκυλέτο τη Σουζάννα θα ήσουνα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Καρατζαφέρης, σημασιολογικώς αποκαλούμενος. Είναι αδιάψευστο γεγονός ότι το όνομα του ακραιφνούς Έλληνος πολιτικού μας προέρχεται από το kara = μαύρος, και cafer (αραβ. gafar) = μουσουλμάνος της αίρεσης των «τζαφέρηδων». Έτσι, πολλοί σλανγκίζοντες και πολλές σλανγκίζουσες τον αποκαλούν «Μαύρο Τζαφέρη». Το kara- εδώ είναι μάλλον επιτατικό, αλλά δεν αποκλείεται να αναφέρεται και σε χροιά δέρματος...

Παραλλαγή: Μαυροτζαφέρης

  1. Από εδώ: «Όλα très banal… Κοντεύουμε να γίνουμε ανεπίστρεπτα χώρα βλαχογκλάμουρων. Χριστοφοράκος, Κυριάκος, πάλι Μητσοτάκης, Μαύρος Τζαφέρης, Λαζόπουλος, δικαστήρια, εισαγγελείς, μόνο στρατοδικεία λείπουν…»

  2. Από εδώ: «Με δυο λόγια τους λέει ο Μαυροτζαφέρης… θέλετε να συνεχίσετε να τρώτε από το μέλι; Δώστε σε εμάς το βάζο· Με την ευκαιρία ας επιβάλλουμε τις απόψεις μας·»

(από Αλάριχος Τεκέλογλου, 29/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified