Το πουρό στα ποδανά.

Αναγραμματίζεται μόνο όταν:

1) Ο λέγων είναι μεθυσμένος

2) Όταν το εν λόγω πουρό είναι δίπλα και υπάρχει κίνδυνος να εκτεθούμε.

3) Σε οποιαδήποτε άλλη φάση που μπανίσαμε την αναφερόμενη να μας κοζάρει σε έναν χώρο.

  1. (μετά από μία μπουκάλα κρασί)
    - Ζε μαλάκα, στείλε μήνυμα στο ροπού, πεζστης έχω πιει μια κάλα μωρό μου, μόνο εσύ λείπεις. πεζιζζστο.

  2. - Τι θα γίνει ρε μαλάκα, θα το ψήσουμε το ροπού; Κάρφωνέ το στα μάτια ρε να το πάρουμε πάρτυ.
    - Σκάσε ρε μαλάκα μας ακούει!
    - Πάμε να το γαμήσουμε σου λέω ρε.

  3. Στο club:
    - Κοίτα το ροπού τι φοράει ρε, πέσε πούτσα να σε φάω είναι.
    - Αμάν ρε μαλάκα, κοίτα και κανα μικρό, όλο τις τελειωμένες χαλβαδιάζεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειπωμένο από τον μετρ της σλανγκικής!

Όρος που θυμίζει τον ισπανό πολιτικό Χοσέ Λουίς Ροδρίγκεθ Θαπατέρο,του ονόματος του οποίου και παίρνει την κατάληξη, προσδίδοντας στον όρο μια μελωδική χροιά.

Αναφέρεται στον τζαμπατζή, δηλαδή σε αυτόν που κάνει τον ανήξερο την ώρα της πληρωμής.

  1. - Παιδιά ξηλωθείτε, είναι 30 ευρώ το άτομο.
    - Περιμένουμε τον Κώστα ρε, είπε είχε μια δουλειά και θα έρθει.
    - Κατάλαβα την έκανε με ελαφρά πάλι.
    - Εναι ρε, κλασικός τζαμπατέρο ο Κωστάκης!

  2. - Νίκο, Αλέξη, μου χρωστάτε από χθες λεφτά.
    - Τι λες, αφού πληρώσαμε όλοι!
    - Αφήστε τα αυτά, ξέρω τι τζαμπατέρο είστε..

(από Khan, 02/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τελειωμένη αδερφάρα, αυτός που, όταν ρίξεις καρφίτσα πάνω του, γλιστράει και πέφτει.

Ο όρος αποδίδεται μόνο στις περιπτώσεις που η λέξη πούστης έιναι πολύ φτωχή να χαρακτηρίσει τον εν λόγω τοιούτο.

- Ρε μαλάκα, τι με έφερες στο Γκάζι μέσα στις αδερφές, δεν πηγαίναμε αλλού;
- Έχεις δίκιο, δεν το σκέφτηκα. Κοίτα αυτόν ρε που μας κοιτάει στο ύψος του πούτσου! Λες να θέλει να μας βάλει;
- Καλά αυτός δεν είναι απλά αδερφή, είναι τρίπουστας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άσχημη γυναίκα.

Χρησιμοποιείται απαξιωτικά για το αδύναμο φύλο και ειδικότερα για αυτές που έχουν περιττά κιλά.

Επίσης χαρακτηρίζει τη γκάμα αυτή των γυναικών που, ενώ αρχικά υπήρξαν καλλίγραμμες, στη συνέχεια έβαλαν κιλά η φούσκωσαν απότομα, σαν να έτρωγαν όντως φασολάδα για πολύ καιρό.

Λέγεται και «φασόλι».

  1. - Λοιπόν μάγκες, κανόνισα έξοδο το βράδυ με την Εμανουέλα και μια φίλη της!
    - Μην κάνεις καμιά μαλακία ρε, την είδα χθες στο λεωφορείο και έχει γίνει σκέτη φασολάδα.
    - Φτου! καλά θα της δώσω άκυρο.

  2. - Ψήνεται κανείς για ποτό το βράδυ;
    - Ναι εγώ. Έχουμε κάνα γυναικωτό να πάρουμε, ή μόνο άντρες;
    - Χθες γνώρισα δυο να τις πάρω; Αλλά είναι φασόλια και τα δυο, σ' το λέω.
    - Ε τότε άσ' το, βγαίνουμε και μόνοι μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που παίρνει το όνομα της από τον γνωστό ποδοσφαιριστή Frédéric Oumar Kanouté, προσδίδοντας στον όρο την κάνω μια διαφορετική αλλά και αστεία κατάληξη.

Χρησιμοποιείται σε ποδοσφαιρόφιλους πιο συχνά για ευνοήτους λόγους.

- Πώω άργησα να πάω στο ραντεβού!
- Ε και τι κάθεσαι, σήκω γρήγορα.
- Καλά, την κανουτέ, θα τα πούμε το βράδυ ΕΧΕΙ και ματς..

(από Khan, 04/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παίρνων τον πούλο, ο βιαστικός, αυτός που την κάνει.

- Άντε ρε μαλάκα, αργήσαμε!
- Τώρα ρε, βάζω παπούτσια και γινόμαστε πουλακίδες!

βλ. και Τομπούλογλου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέμε την πολύ χοντρή γυναίκα που, το μόνο που μπορεί να επιδείξει σαν κάτι ωραίο πάνω της, είναι το πλούσιο στήθος της, το οποίο και φροντίζει να το δείχνει συχνά.

- Καλά ρε, θυμάσαι την Ελπίδα από το δημοτικό;
- Ναι ωραίο νιμού ήταν.
- Ε τώρα έχει γίνει μπάλα με βυζιά!
- Πάχυνε και αυτή;;;

Βλ. επίσης βυζανάδειξη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified