Χαρακτηρισμός που αναφέρεται σε άτομα του περιθωρίου, κατωτάτης κοινωνικής υποστάθμης, που έχουν κατέβει δηλαδή όλα τα σκαλιά της παρακμής (όπως αναφέρει και ο silencer51).

Έτσι, όπως το ρετάλι κυριολεκτικά είναι απομεινάρι από μεγάλο κομμάτι υλικού, όπως ύφασμα, σύρμα, σκοινί, λαμαρίνα κ.α., μεταφορικά είναι, κατά μία έννοια, απομεινάρι ανθρώπου.

Το λήμμα βέβαια μπορεί να χρησιμοποιηθεί και με την καλή έννοια για να καταδείξει άτομο χαλαρό, ενάντια στο σύστημα και τον καθωσπρεπισμό, ψιλοχύμα και μπορεί και ψιλοαναρχικός αλλά τουλάστιχον, γενικότερα, αριστερός και τις περισσότερες φορές καλό παιδί.

Συνώνυμα: παρτάλι, ρεμάλι, κουρέλι κ.α..

- Καλά, στα αρχίδια σου όλα ε; Είσαι μεγάλο ρετάλι! Πού πας ρε με τη μολότοφ στη κωλότσεπη;
- Τι, φαίνεται;!
- Αν φαίνεται; Μπαμ κάνει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποδοσφαιρικός όρος που χαρακτηρίζει τον επιθετικό μιας ομάδας του οποίου οι δυνατότητες εξαντλούνται στην αναμονή της ιδανικής ασίστ ώστε να την αξιοποιήσει με τις λιγότερες δυνατές κινήσεις (προέκταση του ποδιού, τέντωμα κεφαλής κ.α.).

Ένας τέτοιος επιθετικός περιμένει υπομονετικά, μόνος προωθημένος μπροστά για να κάνει την κίνηση του μόνο όταν φτάσει η μπάλα σε ακτίνα τριάντα εκατοστών (30cm) απ' αυτόν. Ενίοτε μπορεί να πιάσει και κουβεντούλα με τον αντίπαλο τερματοτύφλακα ή τον λάιτσμαν με αποτέλεσμα να έχει στο ενεργητικό του κάνα μύριο οφσάιντ.

Με λίγα λόγια είναι επιθετικός τ. αν-μου-έρθει-η-μπάλα-στα-πόδια-έχει-καλώς-αν-όχι-ας-τρέξει-κάποιος-άλλος-κορόιδο-είμαι* και έχει να κάνει προφ με την ως προς την κίνηση ομοιότητα του εκάστοτε επιθετικού με το εν λόγο ναυτιλιακό εξάρτημα το οποίο παρόλο τον κυματισμό παραμένει στο ίδιο σημείο.

(* από εδώ)

...αν θες να παίξεις μπαλίτσα θες επιθετικό γρήγορο, στυλ Λούα Λούα και όχι επιθετικό σημαδούρα που να μαζεύει κεφαλιές .

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορίζει κατάσταση απόλυτης πλήξης.

Σχετικές έρευνες έχουν δείξει πως ο σκύλος είναι το συνηθέστερο κατοικίδιο ανά τον κόσμο. Αποτέλεσμα αυτού είναι να έχουμε μάθει ως ανθρωπότητα με λεπτομέρεια κάθε πτυχή της ζωής και της συμπεριφοράς του της οποίας τα σημαντικότερα στοιχεία τα έχουμε περάσει μέσω παρομοιώσεων στον λόγο και στην καθημερινή μας ζωή.

Έτσι το πρώτο συνθετικό σκυλο-, στο παρόν λήμμα, μπαίνει για να καταδείξει την υπερθετικότητα της βαρεμάρας, όπως συμβαίνει ομοίως με το βρωμάω και με το μετανιώνω.

Ρε μαν, σήκω ναουμ', πάμε για μπάνιο, ρακέτες, καμιά ποικιλία, να δούμε κάνα κώλο και μετά για ποτάκι κι ετς. Άντε!
– Μπαα. Σκυλοβαριέμαι ρε φίλος. Λέω να σλανγκάρω καμιά στάλα και μετά ύπνο.
– Ρε άσε το σλάνγκγκρ! Θα τυφλωθείς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαριέμαι. Πολύ.

– Βαριέμαι,
– ...
– ...
– ...
– εσύ;
– ...
– ...
– Σκυλοβαριέμαι.

(από Vrastaman, 12/08/11)(από gaidouragathos, 13/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζουν βίαιες χειρονομίες / βιαιοπραγίες ενός ή περισσοτέρων ατόμων προς ένα ή περισσότερα άτομα, χρησιμοποιώντας μέλη του σώματος ή και διάφορα αντικείμενα, με σκοπό την κακοποίηση και την επιφορά σωματικών βλαβών.

Λαμβάνουν χώρα κυρίως σε εξωτερικούς χώρους, μιας και δημιουργούνται συνήθως από μεγάλη μάζα ατόμων που την αποτελούν διαδηλωτές ή οπαδοί, οι οποίοι όμως προκαλούνται κατά κανόνα από μπάτσους. Η φορά του λήμματος είναι προς τους μπάτσους (εφόσον υπάρχουν) και σχεδόν ποτέ από.

Οι πιο συχνοί συνδυασμοί στους οποίους αναφέρεται το λήμμα είναι όταν πλακώνεται: α) όχλος με μπάτσους, β) όχλος με όχλο, γ) μικρή ομάδα ατόμων (μ.ο.α.) με μπάτσους, δ) μ.ο.α. με μ.ο.α., ε) άτομο με μπάτσο και σπανιότερα στ) άτομο με άτομο.

Τέλος, εκτός από τα ακατάσχετα κλωτσομπουνίδια, πέφτουν και ορισμένα αντικείμενα, τα οποία χρήζουν αναφοράς. Έτσι τα δημοφιλέστερα αυτών είναι οι πέτρες, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται κομμάτια πεζοδρομίου και διάφορα παράγωγα τσιμέντου και ασφάλτου, οι μολότοφ, τα καδρόνια, οι σιδερολοστοί, αλλά και εξαρτήματα τουαλέτας (σιφόνια, λεκάνες κ.α.), όταν συμβαίνουν εντός γηπέδου ή άλλου κλειστού χώρου.

Πιθανή προέλευση του λήμματος είναι ο παραλληλισμός, μέσω ποδοσφαίρου, του σουτ με την κλοτσιά. Στην συνέχεια το σουτ ελληνοποιήθηκε, πήρε κατάληξη πληθυντικού και πλέων έτσι χρησιμοποιείται μονίμως.

Συνώνυμα: βρωμόξυλο, μπουνίδι, μάπες κ.α..

- ...και σας κάναμε ντου δέκα άτομα μέσα στα λεωφορείο και πάλι σούτια φάγατε!
- Αφού μπουκάρατε με τις μπάτσοι μέσα ρε μουνί! αλλά μετά, για θυμήσου καλά, ποιος έφαγε τα σούτια; ποιος έτρεχε έξω από το λεωφορείο αρπαγμένος από μολότοφ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία λέγεται σε περιπτώσεις όπου ο συνομιλητής σου δε σου δίνει καμία σημασία -όχι απαραίτητα εκ πεποιθήσεως, αλλά επειδή απλά μπορεί να έχει αφαιρεθεί- με σκοπό να τον αφυπνίσεις άλλα και να τον ταράξεις, ευελπιστώντας ότι θα κερδίσεις την προσοχή του.

Πιο αναλυτικά, όταν κάποιες φορές προσπαθείς να αναπτύξεις ένα θέμα και έρχεσαι αντιμέτωπος με την αδιαφορία, συμβαίνει ή ο συνομιλητής σου να είναι στον κόσμο του και να μη σε παρακολουθεί γιατί σκέφτεται τα δικά του (π.χ. παρ.1), ή να σε διακόπτει λέγοντάς σε σένα ή σε όποιον κάτι άσχετο (π.χ. παρ.3), ή να είναι παγερά αδιάφορα αυτά που ακούει με αποτέλεσμα να ρίξει μια ωραιότατη γείωση (π.χ. παρ.2).

Για να κερδίσεις την προσοχή του, η πιο συνηθισμένη, αλλά όχι και η καλύτερη κίνηση, είναι να τον ρωτήσεις αν σε προσέχει, λαμβάνοντας κατά 99% μια θετική απάντηση, ασχέτως αν είναι ολοφάνερο ότι τίποτα δεν έχει ακούσει, με αποτέλεσμα να μην έχεις καταφέρει απολύτως τίποτα. Αν αυτό γίνει τόσες φορές ώστε τελικά να σε προσέξει, πιθανότατα θα έχεις εκνευριστεί και δε θα θες να συνεχίσεις, όσο και αν ο άλλος επιμένει. Αν τελικά ενδώσεις και συνεχίσεις, ή θα σε διακόψει, ή θα συνεχίσει να μη σε προσέχει.

Μια καλή κίνηση λοιπόν είναι να κάνεις την ερώτηση αυτή, έχοντας σαν αποτέλεσμα δύο πιθανότητες -ή να σε πιστέψει ή να μην- οι οποίες είναι αντιστρόφως ανάλογες με το πόσο καλά σε γνωρίζει.

Αν πιστέψει ότι πραγματικά άκουσες κάτι τέτοιο (δηλ. ότι τον άκουσες να λέει «στ' αρχίδια μου», που είναι και το ιδανικότερο) τότε τον έχεις ψαρώσει-και παίρνεις κατά κάποιο τρόπο το αίμα σου πίσω για το γράψιμο που έφαγες- ενώ, προσπαθώντας να λύσει την και καλά μεταξύ σας παρεξήγα, έχει στρέψει την προσοχή του πάνω σου, κάτι που σε βοηθάει να συνεχίσεις απρόσκοπτα τον λόγο σου (π.χ. παρ.1). Το να τον πείσεις όμως ότι η ερώτηση που έκανες είναι πέρα για πέρα αληθινή, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Θέλει χάρη, μπρίο, υποκριτικές έως και δικολαβικές ικανότητες.

Μια άλλη περίπτωση είναι να μην πιστέψει ότι τον άκουσες να λέει «στ' αρχίδια μου», γιατί απλά αποκλείεται να έχει πει κάτι τέτοιο. Το αποτέλεσμα θα είναι να καταλάβει ότι το πας στο χαβαλέ. Αυτό μπορεί να είναι πολύ θετικό, διότι προσδίδει, τις περισσότερες φορές, κύρος και ανωτερότητα, μιας και την πράξη της διακοπής του λόγου σου εσύ την περνάς στο έτσι, ενώ κάποιος άλλος πιθανότατα θα μανούριαζε και απ' την άλλη έχει καταλάβει ότι στ' αρχίδια σου κιόλας, οπότε σε παρακολουθεί τιμής ένεκεν (είναι κάτι σαν την ιστορία με τον σκύλο, που αν τρέξεις θα σε κυνηγήσει, ενώ αν είσαι χαλαρός και αδιάφορος ο σκύλος θα σε γράψει στ' αρχίδια του).

Τέλος, υπάρχει η (χειρότερη) περίπτωση, να καταλάβει ότι την ερώτηση σαφώς και δεν την εννοείς κάνοντας σκέψεις τ. «αφού εσύ δεν προσδίδεις σοβαρότητα στην κουβέντα σου θα κάτσω να ασχοληθώ εγώ μαζί της;», με αποτέλεσμα τελικά να μη σου δώσει το ελάχιστο δήγμα προσοχής.

Εκεί όμως που δε σε σώζει τίποτα (αν και είναι εκτός θέματος) είναι αν, καθώς μιλάς και αναπτύσσεις ένα σκεπτικό, ο συνομιλητής σου σε διακόψει λέγοντας ορθά κοφτά και με θράσος «στ' αρχίδια μου». Πιστεύω πως η κουβέντα πρέπει να τελειώσει εκεί (άσχετο αλλά βλ. π.χ. παρ.4).

Με λίγα λόγια, αυτή η μεταξύ σοβαρού και αστείου ερώτηση είναι ένας καλός τρόπος με τον οποίο έχεις πολλές πιθανότητες να επαναφέρεις την κουβέντα, να ξαναπάρεις τον λόγο και να κερδίσεις την προσοχή των συνομιλητών σου. Νομίζω είναι η απέλπιδα προσπάθεια, γιατί αν και αυτό δεν πιάσει δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να επανέλθουν ευπρεπώς σ' αυτά που λες (λέω ευπρεπώς γιατί τελικά μπορεί να σε ακούσουν αν τους πλακώσεις στα μπινελίκια και στις φάπες).

  1. - ...με προσέχεις;
    - μμμ.
    - Και έρχεται που λες και με αρχίζει στα μπινελίκια! Και τα παίρνω κι εγώ και τι του λέω ρε μάγκα;
    - μμμ.
    - Στ' αρχίδια σου είπες;!
    - Τι;! όχι ρε! είσαι καλά; Εγώ εδώ...
    - Καλά, καλά, χαλάρωσε μην πάθεις κανά εγκεφαλικό.

  2. - ...είπα κι εγώ να πάω τελικά...
    - Είπα είπες φάε πίπες!
    - Στ' αρχίδια σου είπες;

  3. - Εγώ πάντως, όσον αφορά το μεσανατολικό, πιστεύω...
    - Να ρε μαλάκα! Αυτή είναι η Νίνα που σου 'λεγα!
    - Στ' αρχίδια σου είπες;
    - Δεν είναι φοβερό μουνί;
    - Στ' αρχίδια σου είπες;
    - Ναι ρε μαλάκα! στ' αρχίδια μου είπα!!

  4. - Έχω την εντύπωση πως όχι μόνον έχει αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στη δολοφονία αμάχων, αλλά έχει εξελιχθεί και σε ενεργό μαχητή στον...
    - Στ' αρχίδια μου!
    - .

βλ. και γειώσεις

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που εννοεί την σύναψη σχέσης ερωτικού περιεχομένου.

Κυρίως παιδική σλανγκ που δηλώνει πως μόλις απέκτησα γκόμενο/α.

Συναντάται επίσης και στην κλασσικότατη ερώτηση «Θέλεις να τα φτιάξουμε;» για να ακολουθήσει, τις περισσότερες φορές, η γνωστή χυλόπιτα.

Αντώνυμο: τα χαλάω.

- Κερνάω!
- Μπα! Πώς κι έτσι;
- Τα 'φτιαξα με τη Μαρία!
- Αλήθεια! Άσε, κερνάω εγώ.
- ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που λέγεται για πτώση κατά μήκος σκαλοπατιών, κυρίως όταν είμαστε στο κατέβασμα.

Συμβαίνει συνήθως από παραπάτημα λόγω βιασύνης, από γλίστρημα, από μπουρδούκλωμα σε αναδιπλωμένο χαλάκι ή ακόμα και λόγω ελαττωματικού σκαλοπατιού.

Ο πιο ήπιος τρόπος να «μετρήσεις» τις σκάλες είναι όταν αυτές είναι πλατιές και ξύλινες ή και έχουν καλά στερεωμένο παχύ χαλί. Ιδιαίτερα επώδυνες είναι οι μαρμάρινες και οι μεταλλικές σκάλες υπηρεσίας (αυτές οι πολύ στριφογυριστές), στις οποίες, στο τελείωμα του «μετρήματος», λόγω του σχεδιασμού τους, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να έχεις δεθεί κόμπος.

Τέλος σχετικά ήπιες είναι και οι σκάλες των πολυκατοικιών που, αν και συνήθως μαρμάρινες, έχεις δυνατότητα να σταματήσεις στο πλατύσκαλο, ενώ αν και χαρκορίλα, στην πτώση από φορητή αλουμινένια σκάλα εργασίας, δεν χρησιμοποιείται τόσο η παρούσα έκφραση.

(αληθινός διάλογος)
- Ρε φίλε! Τι μελανιές είν' αυτές;!
- Φαίνονται;
- Αν φαίνονται; είσαι μπλε σαν στρουμφάκι! Τι έγινε;
- Ε, να, χτύπησε το τηλέφωνο και βγήκα απ' το μπάνιο γυμνός και με τις σαπουνάδες, φόρεσα τις σαγιονάρες, και όπως κατέβαινα τις μαρμάρινες σκάλες τις μέτρησα κανονικά!
- Και;
- Τι και;
- Ποιος ήταν στο τηλέφωνο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ονομάζεται ειδική συσκευή ή επιλεγόμενη θέση στα περισσότερα πολύμετρα, η οποία, μετά από απλό χειρισμό, μας καταδεικνύει με ένα χαρακτηριστικό ήχο αν είναι κλειστό ένα ηλεκτρολογικό κύκλωμα. Ο έλεγχος γίνεται πάντα εκτός τάσης (χωρίς να έχουμε ρεύμα στο προς έλεγχο κύκλωμα, δηλαδή).

Να ένα παράδειγμα:

Έχεις ένα μάτσο από μπλεγμένα καλώδια και θες να βρεις ένα μονοκόμματο. Αυτό που έχεις να κάνεις είναι να βρεις όλες τις άκρες των καλωδίων, να τις καθαρίσεις από τη μόνωση ώστε να φανεί το εσωτερικό του, να κρατήσεις ενωμένο το ένα άκρο του τζιτζικιού με ένα τυχαίο άκρο από το μάτσο και, με το άλλο άκρο του τζιτζικιού, να αρχίσεις να ακουμπάς τις υπόλοιπες άκρες των καλωδίων. Όπου ακούσεις χαρακτηριστικό μπιπ, σταματάς. Τα κατάφερες! Οι δύο άκρες που έχεις στα χέρια σου τώρα, αντιστοιχούν σε ένα μονοκόμματο καλώδιο.

Άλλο παράδειγμα, πιο κοινό. Έχεις μια λάμπα πυρακτώσεως λευκή και δεν ανάβει, παρόλο που έχεις ρεύμα παντού και όλες οι ασφάλειες στον πίνακα είναι ανοιγμένες (σε θέση on) ενώ δεν έχεις πουθενά άλλη λάμπα να την αλλάξεις και να την δοκιμάσεις. Παίρνεις λοιπόν το τζιτζίκι σου (που πιθανόν να βρίσκεται στο κάτω συρτάρι της κουζίνας), ξεβιδώνεις τη λάμπα και ακουμπάς το ένα άκρο του τζιτζικιού στο κάτω μέρος της λάμπας και το άλλο άκρο στο σπείρωμά της. Αν ακούσεις χαρακτηριστικό μπιπ, πα να πει ότι υπάρχει συνέχεια στο κύκλωμα και η λάμπα είναι Ok, οπότε θες ντουί ή διακόπτη ή δεν ξέρω και 'γω τι. Αν δεν ακούσεις τίποτα, απλά άλλαξε λάμπα.

Με την ίδια διαδικασία μπορούν να ανιχνευτούν ελαττωματικά καλώδια, λάθη επαφής, βραχυκυκλώματα, λάθη συνδεσμολογίας και μερικά άλλα παρόμοια.

Η ονομασία έχει κατοχυρωθεί λόγω τις σχετικής ομοιότητας με τον ήχο γνωστού καλοκαιρινού εντόμου, αλλά κυρίως γιατί έχει προτιμηθεί από την κανονική ονομασία του που είναι «ελεγκτής συνέχειας».

Επίσης έχει κατοχυρωθεί και το παράγωγο ρήμα «τζιτζικάω», δηλ. ελέγχω ένα ηλεκτρολογικό κύκλωμα με το τζιτζίκι και διαπιστώνω ότι δεν είναι πουθενά κομμένο.

  1. - Όλα Ok;
    - Τσου,
    - Τι τσου; Το τσέκαρες με το τζιτζίκι;
    - Το τζιτζικάω και δε τζιτζικάει.

  2. Στην παλιά μου δουλειά δοκιμάζαμε καλώδια και κονέκτορες πριν την τοποθέτηση και βρίσκαμε αμέσως κομμένες ή βραχυκυκλωμένες επαφές με το βομβητή που κάποιοι συνάδελφοι αποκαλούσαν και «τζιτζίκι». Ένας παλιός συνάδελφος μου είχε πει: Τα καλώδια πριν τα συνδέσουμε, τα «τζιτζικάμε»!
    εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που φανερώνει ικανότητα, επιδεξιότητα και γνώση του εκφέροντα για ένα θέμα η μία πράξη.

Η κτητικότητα που αποπνέει η έκφραση δημιουργεί μια αίσθηση βεβαιότητας και σιγουριάς να πλανάται στην ατμόσφαιρα, ειδικά αν εκφέρεται σε δύσκολες καταστάσεις, χωρίς το αποτέλεσμα να επιβεβαιώνει πάντα την αίσθηση αυτή.

Εκφέρεται σε στιγμές ξερολιάς / μπορολιάς, επιδειξιομανίας ή απλής επιθυμίας για αληθινή προσφορά στο σύνολο και στο γενικότερο καλό.

1.-Εδώ! Πάσα!
-Τόχω!
-Πάσα ρε!
-Τόχω τόχω!
-ΠΑΣΑ ΡΕΕΕΕ!
-ΤΟΧΩ ΤΟΧΩ ΤΟΧΩΩΟΟοοόχι ρε πούστη μου (άουτ)...

2.[ψιθυριστά]
-(ποιο απ' τα δύο καλωδιάκια να κόψω τελικά; το κόκκινο ή το μπλε;)
-(με το κόκκινο θα γίνει έκρηξη!)
-(όχι, με το μπλε θα γίνει!)
-(φιλαράκι, το έχω! δώσε το πενσάκι εδώ)
[κλακ]
[μπαμ!]

(από Khan, 28/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified