Καθόλου. Λέξη τουρκικής προελέυσεως (Hic). Χρησιμοποιείται ευρέως από υπερήλικες βορειολλαδίτες προσφυγικής καταγωγής και όχι μόνο.

  1. - Ax Νίτσαμ... Κείνος ο γιος μου, ντιπ χαϊβάν'... 30 χρονών έγινε και χιτς μυαλό δεν έβαλε... - ΜΜ Κορτέσαμ'... τι να σε πω... Ο δικός μου 'κόμα καλύτερος... Τον έστειλα και στα ξένα να σπουδασ'... Βόδι πήγε, μοσχάρι γύρισε.

  2. -Σουλτάνααααα... Χάλια τα γιουβαρλάκια... Χιτς αλάτι δεν έβαλες;
    - Χιτς... Αφού έχεις πίεση για...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενθουσιαζομαι με κάτι υπερβολικά. Η χαρά μου είναι πρακτικά ακράτητη.

- Το δες το νεο Mac Book air, Μάκη; Γαμάτο;

- Τι να σε πω ρε Μηνά.. αφού με ξες... Με αυτές τις γκατζετιές δεν χέζω και τα βρακιά μου.

Πού πας ρε Καραμήτρο να πηδήξεις, αφού δεν το σηκώνει ο οργανισμός σου. (από Galadriel, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Είμαι πολύ αρρενωπός. Έχω καλή επαφή με τη φύση. Στον ελεύθερό μου χρόνο κυνηγάω αρκούδες...

- Αχ τι άντρακλας Νίτσα μου αυτός ο Μπέκαμ...
- Άσε βρε Ρίτσα... Άμα δεν χέζει στο δάσος ο άντρας τι να τον κάνω; Να πλέκουμε μαζί για να τον βάφω τα νύχια;

(από electron, 21/10/09)(από electron, 21/10/09)

Συνώνυμο: είμαι μάτσο. Βλέπε σχόλιο στο πετάει ο γάιδαρος;.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποείδος έντεχνης ελληνικής μουσικής γνωστό και ως έντεχνο λαϊκό. Η λέξη προέρχεται από τον χαρακτηριστικό ήχο που παράγουν τα μίνι πιατίνια που κραδαίνουν στα ακροδάκτυλα τα θηλυκά μέλη του σχετικού συγκροτήματος και με τα οποία πάγια συνοδεύουν τα τραγούδια του είδους.

Οι φαν του τσίγκιρι-τσίγκιρι αποτελούν το συνδετικό κρίκο ανάμεσα στους κατσιμηχέσω και τους εντεχνindie. Οι ακούγοντες τσίγκιρι τσίγκιρι είναι πολίτες του κόσμου, αλλά εκτιμούν και την ελληνική παράδοση ως μέρος ενός παγκόσμιου πολυπολιτισμικού ψηφιδωτού το οποίο ο καπιταλισμός προσπαθεί να καταστρέψει επιβάλλοντας την ομοιομορφία, τα Mc Donalds και την αποτρίχωση.

Κύριοι εκφραστές : Θανάσης Παπακωνσταντίνου, Σωκράτης Μάλαμας, Λιζέτα Καλημέρη
Cult icon: Μάρθα Φρίντζηλα.

-Πω ρε φίλε... δισκάρα η καινούρια του Μάλαμα...

- Καλά ρε μαλάκα 30 χρονώ έφτασες, ακόμα τσίγκιρι-τσίγκιρι ακούς;

Δες και ντάπα ντούπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποδηλώνει τον ευπρεπή άνθρωπο με συναίσθηση του γούστου και κυρίως της τάξης στο ντύσιμό του. Ξεχωρίζει από την άψογα χτενισμένη κουπ του και τα ασορτί κάλτσα-γραβάτα-μανικετόκουμπα-μαντήλι που συνηθίζει να φοράει (για άντρες) και την αρμονία των κοσμημάτων στις γυναίκες. Μπορεί να είναι μόνιμο ή ευκαιριακό φαινόμενο.

Ανώνυμη μάνα:

Είδες Νίτσα μου ο Μάκης της Γεωργίας που πήγε να ζητήσει την Μαρία από τις γονείς της; Κουρεμένος... ξυρισμένος... σιδερωμένος... με το κουστούμι του... με τα όλα του το χρυσό μου... Τρίγκα παπαρίγκα σου λέω... Όχι σαν τον δικό μου τον αχαϊρευτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του κλασικού κοκτέιλ Cuba Libre. Αγαπημένο ποτό των οπαδών της ομάδας της Θεσσαλονίκης, ΠΑΟΚ. Παρασκευάζεται με 3 μέρη Ρετσίνα Μαλαματίνα (αποκλειστικά) και 1 μέρος Κόλα. Χυμός Lime προαιρετικά. Σερβίρεται στα ταβερνεία πέριξ του γηπέδου της Τούμπας τις Κυριακές ή παρασκευάζεται αυτοσχεδίως από τους οπαδούς προ της εισόδου τους στο Γήπεδο της Τούμπας.

– Ρε συ Μάκη, παίξαμε τίποτα χτες, για πάλι χάλια;
– Φίλε, άμα δεν έχεις πιει τουλάχιστον 3 Toumba Libre πριν το ματς, η ομάδα δεν βλέπεται φέτος...

Τούμπα Λίμπρε (από allivegp, 06/08/09)παγωμένη ομορφιά... (από BuBis, 12/10/09)

Δες και κουστούμι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποδηλώνει το μακρύ ξύλο (συνήθως σκουπόξυλο) το οποίο αντικαθιστά το remote control τηλεοράσεως ή διβιδί σε περίπτωση απουσίας αυτού (λόγω παλαιότητας της τεχνολογίας), εξάντλησης των μπαταριών αυτού ή καταστροφής του.

Ο χρήστης μπορεί με το τελεκοντάρ από την επιθυμητή θέση και απόσταση του καναπέ να αλλάξει κανάλι ή γενικά να χρησιμοποιήσει όλες τις δυνατότητες που τα κομβία των ηλεκτρονικών συσκευών παρέχουν.

Ρε Μάκη... Αρχινάει το Lost. Δεν πιάνεις το τελεκοντάρ να βάλουμε ΑΝΤ1;

(από jorje26, 08/02/08)

Βλ. και τηλεκουμάντο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα ποικίλου και εποχικού περιεχομένου.

Μέχρι προ 6 μήνών σήμαινε κουρεύω την κόμη μου τύπου ημί αφανέ, ημί μακριά κατά τα πρότυπα της ευήθους καλλιφώνου τραγουδίστριας εκ Γεωργίας, Τάμτας.

Πλεόν χαρακτηρίζει την έχουσα κόμη τύπου κοτσίδας τελευταίας Ρωσίδας στριπτιτζούς, συνοδευόμενη από ατάλαντο γκόμενο με κακή άρθρωση του σίγμα κατά τα πρότυπα της ευθήους καλλιφώνου τραγουδίστριας εκ Γεωργίας, Τάμτας.

- Άχου το βρε το Ριτσάκι πως μεγάλωσε, δεν φαντάζεσαι.. Ψήλωσε... Ομόρφυνε... Τάμτεψε...
- Ά το χρυσό μου... Έκανε το μαλλί του σγουρό κοντό;
- Όχι, κυκλοφορεί σα Ρωσίδα και τά 'μπλεξε με τον πέμπτο ξάδερφο του Νίκου Μίχα.

(από acg, 22/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι κίναιδος, ελληνιστί gay.

- Ρε συ Μάκη; Τ' ειν' τούτος ρε; Πώς κυκλοφορεί έτσι...
- Αφού τον βλέπεις ρε... Τη σιδερώνει τη γραβάτα...

Βλ. και πνίγω το λαγουδάκι, το και την τρίζει την όπισθεν για περισσότερες αντίστοιχες εκφράσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του βραζιλιανικού ροκ εν ρολ συγκροτήματος Sepultura.

Ο έχων μηδαμηνινή κουλτούρα. Κάνει τον ακούλτουρο να μοιάζει Γιώργος Βέλτσος μπροστά του. Συνήθως φημίζεται για τις γνώσεις του πάνω στην μέταλ ροκ μουσική.

- Είδες Μάκη την καινούρια ταινία του Αλμοδόβαρ;
- Καλά ρε, αυτός δεν είναι η αλλαγή του Χαβίτο; Κάνει και ταινίες; Α ρε παιχταράδες που 'χουμε...
- Ντιπ σεπούλτουρος είσαι αγόρι μου...

Sepultura (από pavleas, 27/02/09)

Δες και σεπουλτουριάρης, ο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified