Περίπτωση στην οποία επιχειρούμε να κάνουμε κάτι και παρότι οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος μας, είμαστε γενικώς στα παπάρια μας, καθότι δεν έχουμε να χάσουμε και τίποτα.

- Έπαιξα άσσο την Μπάρτσα και διπλό την Άστον Βίλα.
- Διπλό την Άστον Βίλα; Αφού παίζει με τη Σίτυ εκτός.
- Ε, μπας και κάτσει ρε, 10 απόδοση δίνει.

- Θα χωθώ στη Μαίρη μπας και κάτσει.
- 10 πόντους σου ρίχνει με το τακούνι αλλά στ' αρχίδια σου, αφού έχει πιει δοκίμασε το.

(από HardcoreGR, 15/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αν έρθουν τα πάνω κάτω (με την αρνητική έννοια), αν γαμηθεί ο Δίας. Υποθετική πρόταση για περιπτώσεις απόλυτης γκαντεμιάς και κακοτυχίας.

Στα χωριά, όπου «πόδι» ενίοτε βάζουν και «ποδάρι».

- Ακόμα θυμάμαι πως το 2005 στον τελικό σας το γύρισε η Λίβερπουλ από 3-0 σε 3-3. Αυτοί οι συνταξιούχοι οι Μιλανέζοι για πολύ γέλια ρε.
- Είδες; Άμα σπάσει ο διάολος το πόδι του όλα γίνονται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν θα τη βγάλω καθαρή από μία κατάσταση. Συνήθως αναφέρεται σε περιπτώσεις όπου το ρίσκο είναι τέτοιο ώστε το πιθανότερο είναι να αποτύχει κάποιος.

Αναφέρεται στην οδήγηση, σε απόπειρες καμακιού, στη δουλειά και γενικά οπουδήποτε καλούμαστε να ξεπεράσουμε ένα εμπόδιο.

  1. - Το ξανθό με καρφώνει εδώ και μια ώρα.
    - Θα πας να μιλήσεις;
    - Δε με παίρνει ρε, έχει και βοσκό η παρέα.

  2. - Έστειλα βιογραφικό στην εταιρεία που δουλεύεις, μπας και κάτσει.
    - Δεν σε παίρνει. Ζητάνε από ΑΕΙ και πάνω.

(από HardcoreGR, 29/04/12)(από HardcoreGR, 29/04/12)

Βλ. παίρνω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απλοποιώ μια πρόταση ώστε να γίνω κατανοητός απ' το συνομιλητή μου.

Βλέπε και «να στα κάνω πενηνταράκια» , «κάνω κάτι ρώγες».

- Να σε πάω μια κόντρα;
- Τι λε ρε μυρωδιά; Και 1.000 ευρώ στοίχημα σε πάω.
- Με τον κουβά σου;
- Κοίτα, για να στο κάνω λιανά να το καταλάβεις, είναι πειραγμένο το μοτέρ στα 300 άλογα. Οπότε άστο, δε σε παίρνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράγωγο του μπλογκόσφαιρα. Είναι το σύνολο των εκφράσεων που περιέχουν μαλακίες, καθώς και όσοι τις χρησιμοποιούν. Η λέξη ενίοτε χρησιμοποιείται και από κάποιον που τρολάρεται ή πιστεύει ότι ακούει παπαριές.

Εφευρέτης της λέξης ήταν ο βουλευτής Κωνσταντίνος Αϊβαλιώτης του Λάος στις 24 Απριλίου 2012 και χρησιμοποιείται ευρέως τόσο απ' τον ίδιο όσο κι απ' τον δημοσιογράφο Γιώργο Λιάγκα

- Γιώργο, ένας ακροατής στέλνει μήνυμα και λέει: «Τι να μας πεις κι εσύ ρε Πασόκε, που μαζί με τη Φαίη το παίζετε αριστεροί και κάποτε ψηφίζατε Γιωργάκη».
- Ώχουυυ, αρχίσαμε τη μαλακόσφαιρα πάλι.

(από HardcoreGR, 30/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω λιανά κάτι, το εξηγώ αναλυτικά ώστε να το καταλάβει ο άλλος, ειδικά αν πρόκειται για στόκο. Βλέπε επίσης το κάνω πενηνταράκια. Προέρχεται απ' τον προγενέστερο ορισμό της λέξης «νιανιά», δηλαδή του φαγητού που το αλέθουμε για να το καταπιεί ο άλλος πιο εύκολα.

Την έκφραση χρησιμοποιεί συχνά ο τρισμέγιστος Γιώργος Γεωργίου.

- Γιώργο βλέπεις να κάνουμε τίποτα φέτος στην Ευρώπη;
- Με αυτή την ομάδα; Παπάρια μάντολες.
- Γιατί ρε Γιώργο;
- Για να στο κάνω νιανιά να το καταλάβεις, άμα δεν πάρεις δύο πλάγιους να τρέχουν σα σκυλιά στον ασβέστη, δε πρόκειται να παίξεις μπάλα.

(από HardcoreGR, 06/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πλάγια γραμμή του γηπέδου. Την αναφέρει έτσι απλά για συντομία ο Γιώργος Γεωργίου, ακριβώς επειδή είναι άσπρη. Φυσικά όλες οι γραμμές του γηπέδου δε σχεδιάζονται με ασβέστη, αλλά με ειδική ανεξίτηλη μπογιά.

Ακροατής: - Ο Σαλπιγγίδης δεν τραβάει σέντερ-φορ ρε Γιώργο.
Γεωργίου: - Φίλε, πάρε κατσαβίδι και βίδωσε καλά στο μυαλό σου αυτό που θα σου πω. Ο Σαλπιγγίδης δεν είναι για περιοχή. Πάρ' τονα και βάλτονα στον ασβέστη. Εκείιι, να τρέχει μωρέ αδερφάκι μου.

(από HardcoreGR, 06/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται στις παρακάτω περιπτώσεις:

  1. Το «γαμάω και δέρνω» κάποια σε πιο light εκδοχή. Το λέει συνήθως ο άντρας στη γυναίκα χωρίς να αποκλείεται και το ανάποδο.

  2. Όταν θέλουμε να σπάσουμε κάποιον στο ξύλο.

  3. Όταν αναλύουμε μια κατάσταση και εξετάζουμε την επόμενή μας απόφαση.

- Τάκη, σου αρέσει το νέο κόκκινο μαγιώ που πήρα; Να, κοίτα...
- Άμα θα σε βάλω κάτω...τώρα θα δεις!

- Δε το βλέπεις το Stop ρε μαλάκα να πατήσεις φρένο;
- Ποιον είπες «μαλάκα» ρε; Άμα έρθω εκεί, θα σε βάλω κάτω και θα σε γαμήσω πατώκορφα!

- Με έχει φάει η Μαίρη να πάρουμε ένα δεύτερο αυτοκίνητο να πηγαίνει στη δουλειά.
- Κοίτα, με μία δουλειά που κάνετε ο καθένας, με το νοίκι να τρέχει και τώρα με το παιδί, αν τα βάλεις κάτω δε θα σου βγούνε οι δόσεις, με τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την σύνθεση των λέξεων «σεξ» και «βόμβα». Είναι η γκόμενα η οποία είναι μούναρος και ταυτόχρονα δείχνει ότι μπορεί να σε βάλει κάτω και να σου πετάξει τα μάτια έξω.

- Τελικά η καλύτερη γκόμενα που είχα ήταν η Γιώτα.
- Πως ήτανε; Δεν την είχα δει.
- Άστο φίλε. Ήταν ξανθό τούμπανο και θύμιζε την Πετρούλα Κωστίδου. Μιλάμε για την απόλυτη σεξοβόμβα, τι να σου λέω τώρα.

(από HardcoreGR, 13/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω κάποιον να ενοχληθεί με τα λόγια ή τις πράξεις μου.

(απ' το βικιλεξικό)

- Ξαδερφούλα, πως ντύθηκες έτσι με σούπερ-μίνι να πας για καφέ; Θα σε λένε ξέκωλο στο δρόμο.
- Έλα μωρέεε, σταμάτα να με πικάρεις!

- Άστο ρε το παιδί. Μην τον πικάρεις άλλο. Τον έχεις ταράξει στις φάπες. Άμα εξαγριωθεί καμιά μέρα θα πέσουνε μπουνιές.

(από HardcoreGR, 13/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified