Η λέξη καλαμαράς χρησιμοποιείται κυρίως από Κυπραίους και σημαίνει αποκλειστικά Ελλαδίτης. Είναι ταυτόσημοι όροι όσον αφορά στη χρήση τους.
Όταν θέλεις να κάνεις μεταξύ Ελλήνων ιδιαίτερη μνεία στους Ελλαδίτες (Έλληνες της Ελλάδας, Έλληνες ιθαγενείς) ή στους Κυπραίους (Έλληνες της Κύπρου, Κύπριοι ιθαγενείς) δεν θα πεις απλά Έλληνας, γιατί ο όρος αυτός συμβολίζει το έθνος στο οποίο ανήκουν τόσο οι κύπριοι και οι ελλαδίτες, όσο και οι υπόλοιποι Έλληνες τους εξωτερικού, που μπορεί να μην έχουν την ελληνική ιθαγένεια, αλλά να έχουν τον ένα ή και τους δυο γονείς Έλληνες, να έχουν πάρει την ελληνική κουλτούρα, γλώσσα ήθη κι έθιμα, την αγάπη προς το συγκεκριμένο έθνος κ.ο.κ. (π.χ. οι Έλληνες της Αυστραλίας, της Γερμανίας, της Αμερικής...)
Και η λέξη προήλθε απ' όταν οι Ελλαδίτες, μορφωμένοι και γραμματιζούμενοι-λόγιοι, έρχονταν στο νησί για να διδάξουν στα σχολεία, τότε που η Κύπρος ήταν πιο φτωχή (και υπό την κατοχή άλλων λαών) και το μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού ασχολείτο με τη γεωργία και τη κτηνοτροφία.
Οι καλαμαράδες (=Ελλαδίτες, Έλληνες της Ελλάδας και όχι απλά Έλληνες για να γίνεται η διάκριση) το Πάσχα έχουν ως παραδοσιακό έδεσμα το τσουρέκι, ενώ εμείς οι κυπραίοι (Έλληνες της Κύπρου) τη φλαούνα.