Το παιδί που εμφανίζει κάποιο πρόβλημα εκ γενετής (συνήθως λέγεται για συνδρομητές) και έχει συλληφθεί παραμονή μεγάλης χριστιανικής εορτής.

Επειδή ο μπουλκουμές σε τέτοιες μέρες αποτελεί αμαρτία, πιστεύεται ότι ο Θεός τιμωρεί τους ανθρώπους με προβληματικό απόγονο.

Εκ των γιορτή + πιάνω.

Χρησιμοποιείται ευρέως στην Θεσσαλία.

Παιδί μου, να πάτε διακοπές τον δεκαπενταύγουστο, αλλά να νηστέψεις για να μεταλάβεις, και να μην κάνετε τίποτα με την Λjίτσα πριν την γιορτή της Παναγιάς.... Η Παναγιά τιμωρεί τα γιορτοπιάσματα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν μασάω την πούτσα μου, δεν παίρνω χαμπάρι τίποτα, δεν καταλαβαίνω Χριστό.

Θα πρέπει να δοθεί μια απαραίτητη διευκρίνιση προς αποφυγή παρεξηγήσεων: Η ψωλή δεν θεωρείται κρεμασμένη απλώς (δηλαδή πεσμένη, ξέγκαυλη), αλλά κρεμασμένη στη ζώνη, από όπου βγαίνει πολύ πιο εύκολα ώστε να γαμήσει όποιον ενδιαφέρεται και πααίνει γυρεύοντας.

Επειδή υπάρχουν περιθώρια παρεξήγησης, αλλά και από την άλλη αν η φράση λεγόταν με ενσωματωμένη επεξήγηση, σε στυλ «έχω την ψωλή κρεμασμένη στη ζώνη» θα έχανε πολύ ακουστικά, θα πρέπει να λέγεται «έχω την ψωλή κρεμασμένη» και ταυτόχρονα να υπάρχει κατάδειξη της ζώνης (στο σημείο που έχουν το θηκάρι του όπλου οι αντερκάβερζ).

- Κοίταξε αγόρι μου, μου έκαναν μια πρόταση να πάω στη Σομαλία να φυλάω πλοία από πειρατές. Έχεις το Καλάσνικοφ, συρματόπλεγμα γύρω γύρω... Αλλά δίνουν μόνο 200 δολάρια... Τι λέτε ρε καρναβάλια τους λέω;
- Ναι ρε συ, αλλά και πιο πολλά να σου έδιναν, δεν είναι πολύ επικίνδυνο;
- Όχι μωρέ, εγώ έχω κάνει Περσικούς, Κόσσοβο, έχω την ψωλή κρεμασμένη, δεν καταλαβαίνω τίποτα...

(από dk636, 15/06/12)(από dk636, 15/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορίζεται ως ο ομοφυλόφιλος του οποίου ο πρωκτός είναι τούνελ διπλής κατεύθυνσης, ρουφάει άγγιχτα, με ταμπλό και τρίποντα, καρφώματα και λέι-απ, ενώ προσομοιάζει και σε πουστερία.

Η παραπομπή σε μπασκέτα έχει και λαογραφικό χαρακτήρα, καθώς το μπάσκετ είναι άθλημα στο οποίο υπερτερούν οι μαύροι αθλητές, καθώς έχουν μεγαλύτερα προσόντα, ενώ η άμυνα είναι πάντα man to man.

- Ὲεεεεεεεελα Σούλη, καλέ τι ψωλαράς ήταν αυτός ο Τζο; Μου έκανε τον κώλο μπασκέτα!
- Χα χα χου χα τι μου λες χρυσό μου! Σου έκανε και κάρφωμα;
- Τι να σου πω! Καλέ μου έσκισε το διχτάκι... Εν τω μεταξύ είχε τόσο μεγάλα αρχίδια που πήγαιναν αίρμπολ και χτυπούσαν τα δικά μου.... Εν τω μεταξύ ήρθε και ένας φίλος του από το Τόγκο μετά...
- Και; Και...;
- Καλά αυτός τον είχε πιο μεγάλο... Μου πετούσε τα τρίποντα άγγιχτα από τα 7,25! - Μμμμμμ... Ζηλεύωωωωω..... Εγώ γνώρισα έναν χθες στο glory hole, και ήταν στραβοψώλης... Με ραβέρσες σκόραρε!

(από dk636, 11/06/12)(από dk636, 11/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος αγέλαστος, ανέκφραστος, ακίνητος, με βλέμμα αχανούς διαστάσεως και μαγνητικής βλακείας, σαν ταινία του Αγγελόπουλου. Κατά κόρον φοράει καπέλο τζόκεϊ, ενώ φέρει χαρακτηριστικό μυστάκιον-φερετζέ.

Ο φαροφύλακας κατά κόρον είναι μοναχικός, αφού προτιμά για φίλο τον άνεμο που λυσσομανά και για γυναίκα τη λυσσασμένη θάλασσα.

- Ρε πώς τον βλέπεις τον τύπο με το μωρό; Γκόμενός της είναι;
- Όχι ρε, τι γκόμενος... Ο τύπος είναι φαροφύλακας, δεν κολλάει πουθενά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με βάση τους κανόνες της Φυσικής, όταν ασκείται μια δύναμη F σε ένα ελαστικό σώμα, θα προκληθεί ταλάντωση και με το πέρας των ταλαντώσεων αυτών θα επιστρέψει στην αρχική του κατάσταση.

Η χρήση της έκφρασης τό-νιο-νιο βρίσκει γαργαλιστική εφαρμογή σε γυναικείο στήθος με πλήρη ορθότητα, όπου κατά τη διάρκεια σκαμπιλισμού εκτελεί φθίνουσα ταλάντωση και επαναφορά στην αρχική του θέση, με το νοητό ήχο τό-νιο-νιο, όπως στις διαφημίσεις ελατηρίων.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε φρουί-ζελέ, ελατήρια ή ακόμα και πουτσοσκάμπιλα (πλατς-πλατς-τό-νιο-νιο)...

  1. - ΕΕΕ Μαρία, σε πειράζει να βγάλω λίγο το σουτιέν γιατί με πόνεσε η μπανέλα;;;
    - Όχι καλέ Βούλα βγάλ' το!!!
    - ΤΟ-ΝΙΟ-ΝΙΟ-ΝΙΟ-ΝΙΟ....

  2. - Ναι, μωρό μου ρούφα μου την paparje!!!
    - Μμμ... σλουρπ... γκασπ... - Πάρε και τα πουτσοσκάμπιλά σου μωρή!!!
    (Τό-νιο-νιο-παφ-πλατς)
    - Αχ.... Χύνω!!! Πίου-πίου-πίου!!!

(από dk636, 22/05/12)(από dk636, 22/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κεφαλλονίτικη έκφραση η οποία αναφέρεται στην ισχυρή επιθυμία του ατόμου για να κάνει κάτι.

Αναφέρεται στον Άγιο Γεράσιμο, προστάτη του νησιού.

- Ωπ! Κοίτα το ξανθό! Ανέβαινες;
- ΩΩΩ! Σαν ζουρλός τ' Αγίου! Να με ρωτάς αν κατέβαινα!!!

(από dk636, 23/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εϊναι τα γνωστά καλαίσθητα σαντάλια που φοράνε ανεξαιρέτως όλοι οι Ινδο-Μπαγκλαντέσο-Αφγανο-Κουρδο-Ιρακινο-Αιγυπτιο-Ιρανο-Πακιστανοί που ζουν στη χώρα μας.

Φοριέται στο φανάρι, στο μηχανάκι, στο Σούπερ Μάρκετ, στο ποδήλατο, σπρώχνοντας το καροτσάκι με τα σκουπίδια...

Ιδιαίτερα με την παραδοσιακή «κελεμπία» και το μουστάκι α λα 1970, δίνουν στη χώρα μας μια ανάλαφρη πινελιά καλαισθησίας και οριεντάλ κουλτούρας.

Από τα Ολ Τάιμ Κλάσσικ αθλητικά παπούτσα της Αντίντας, τα οποία συνήθιζαν οι νέοι να φορούν χωρίς κάλτσες.

Είκοσι μέτρα μπροστά μου δυο Πακιστανοί και επειδή δεν είχε φρένα το παπί τους, σταματάνε με τα Πακιστάν Σμιθ! Και να ακούγεται και Σκουιιιιιιιιιιιιίκ!!! Μιλάμε για γαμώ τες σόλες. Και τους έφερε 3000 χλμ περπάτημα, και κολύμπι στον Έβρο, και ακόμα κάργα η γόμα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι τα ελληνικά όταν μιλιούνται από Αλβανούς οι οποίοι, συνηθισμένοι να μιλάνε στη μελωδική γλώσσα τους, δανείζουν κάποια υπέροχα στοιχεία της προφοράς τους και στη γλώσσα μας. Αυτά είναι:

-rja, rjo: Όπως καινούrjo, καβούrja.
-xh: Όπως xhάντα, xhάι, xhέπη, xhατάλια (τα νεύρα)
-d: 'Οπως καρντιά, καρτιά, ντιντάσκαλος.
-sh: Όπως έshει, shοιρομέρι. -«Α;»: Αντί για -«Ε;»

  1. - Εshει αrμύrα εντώ, μην αφήνεις τη xhάντα, είναι xhαινούrja. - Α;
    - Εshει αrμύrα πάρε την xhάντα!
    - Έshεις καβούrja στις xhέπες εσύ. Και το Μεrσεντέ που έshει ντε το έκλεψε μη πληρώσει να αλλάξει πλαίσιο, πήγκε και το έφτιαξε από τrακαrισμένο.

  2. - Το πούστι το Έλληνα το Τεόφιλι ντε πληρώνει. Εγκώ έκανα το ντουλειά, εκλαδέpshα, εποτίsha και ντε ντίνει μεροκαμάτι, θα τη βγκάλω τη μαshαίrι!!!

  3. Εγκώ βορειοηπειρώτη, όshι Αλμπανό! Εγκώ πολιτικό μηκανικό στο πατρίντα μου, εντώ οικοντόμι... Μπλένταρ, πιάσε μια μπύrα!

  4. Εγκώ Αλμπανό στο καrτιά, Έλληνο στο καρντιά!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλικές λέξεις, όταν χρησιμοποιούνται από ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας, έχουν την τάση να τονίζονται στη λήγουσα, κυρίως διότι οι άνθρωποι αυτοί οι μόνες λέξεις που χρησιμοποιούσαν σε άλλη γλώσσα είναι οι ονομασίες από φάρμακα, τα οποία και αυτά, για έναν ανεξήγητο λόγο τονίζονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία στη λήγουσα (Νιφλαμόλ, Ντεπόν, Λεξοτανίλ, Παλευόν-Αντιπαλευόν ετσέτερα ετσέτερα).

  1. Ρε Νάσο, πήγαινε στο Μπολρούμ και δες ρε συ αν δουλεύει το Ιντερνέτ!

  2. Αυτός ο γιος μου όλη μέρα που τονε χάνεις και που τονε βρίσκεις στο Φεισμπούκ ρε όλη μέρα ρε. Έχει κάνει χρυσή τη Μικροσόφτ ρε!

  3. Καλά σου μιλάω πήρα το καινούριο το Φωτοσόπ, μιλάμε γαμάει τραβέλια!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται από ανθρώπους που (και καλά) έχουν μεγαλώσει στην Ιταλία - αλμπάνια δηλαδή, που αντί για Βορειοηπειρώτες, το παίζουν Σιτσιλιάνοι - σε περιπτώσεις που αναφέρονται σε δύο πράγματα που ομοιάζουν μεν, δεν ταυτίζονται δε. Αντί του τομέιτο-τομάτο που λένε και οι φίλοι μας αμερικλάνοι.

-Ρε συ Μπλένταρ, χθες μας έλεγες ότι είσαι από τη Νάπολι, σήμερα λες ότι μεγάλωσες στο Μπάρι;

(Με προσποιητή φωνή Ραματσότι)
-Τι Πιρέεεεεελλι, τι τραβέλι!!! Η μάμα από το Νάαααααπολι, ο πάπα από Μπάαααρι! (Σε ελεύθερη μετάφραση μάμα από Ελμπασάν, πάπα από Σκόδρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified