Το πάχος στην περιοχή της κοιλιάς.
Φαίνεται πιό έντονα όταν φοράμε στενό παντελόνι.
- Που πάει έτσι η χαβούζα με το ξώκοιλο; Τα πατσοκοίλια της μοστράρει;
Το πάχος στην περιοχή της κοιλιάς.
Φαίνεται πιό έντονα όταν φοράμε στενό παντελόνι.
- Που πάει έτσι η χαβούζα με το ξώκοιλο; Τα πατσοκοίλια της μοστράρει;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η γυναίκα του πεζοδρομίου, η πόρνη στο επάγγελμα. Χρησιμοποιείται επίσης ως χαρακτηρισμός για μια «εύκολη» γυναίκα.
Ο όρος προέρχεται απο τον Αθηναϊκό υπόκοσμο.
-Μη μπλέξεις μαζί της, ειναι γνωστή καλντεριμιτζού.
Got a better definition? Add it!
Published
Οι διαρροϊκές κενώσεις, γνωστές και ως ευκοίλια.
-Σε πείραξε κι εσένα το φαΐ χτες;
-Γάμησέ τα, με τάραξε στο τσιρλονέρι, στη χέστρα την έβγαλα όλη τη νύχτα!
Πολλά μαζί: αίμα, αίμα και πανί (με πήγε), εκδίκηση του Μοντεζούμα, ήρθε ο κινέζος, κολιάντζα, κολούμπρα, κομφετί, με κυνηγάει ζαρκάδι, με πάει αίμα, με πάει ζάρι, με πάει μαρούλι, με πάει μίλκο, με πάει Πάτρα Καλαμάτα, με πάει σερπαντίνα, με παει τσιλιό, με πάει τσιμέντο, τσίρλα, τσιρλίντινγκ, πρωκτοζούμι, σουλγκάνι, σπρέι, τσαπαρτάπαρ, τσιρλιπιπί, τσιρλονέρι
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η τσούλα, η εύκολη, η γυναίκα του πεζοδρομίου.
-Ίσα μωρή χαμούρα που θες και να τα ξαναβρούμε! Όταν μου φόραγες το κέρατο ήταν καλά, ε;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο διαρρήκτης χρηματοκιβωτίων.
- Πάρε μαζί σου και τον Μπάμπη, ειναι παλιός κασαδόρος γνωστός στην πιάτσα...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η συσκευή πυρόσβεσης που τοποθετείται στο ταβάνι και σε περίπτωση φωτιάς ψεκάζει τον χώρο με νερό, τα γνωστά μας sprinklers. Πρόκειται για ναυτικό όρο.
- Γάμησε τα, μου 'πε ο μάστορας οτι πρέπει να ξηλωθεί όλο το ταβάνι για να μπούνε τα τζιφάρια.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο γερανός που χρησιμοποιείται σε μεταφορικά πλοία.
Η λέξη προέρχεται απο την αγγλική crane.
-Χάλασε το κρένι και θα κάνουμε δέκα ώρες να φορτώσουμε...
Got a better definition? Add it!
Published
Ο υπερβολικά γκομενιάρης, αυτός που το μόνο που σκέφτεται όλο το 24ωρο ειναι οι γυναίκες.
-Την είδες την καινούργια του Μάκη;
-Καινούργια; Πότε πρόλαβε ο πούστης;
-Αφού τον ξέρεις ρε, ειναι τρελός μουνάκιας!
Βλ. και φούστης.
Got a better definition? Add it!
Published
Πρόκειται για φανταστική περιοχή το όνομα της οποίας χρησιμοποιούμε οταν θέλουμε να χαρακτηρίσουμε κάποιον ως άσχετο ή αφελή επί κάποιου θέματος.
-Τον είδες ρε Μάκη, πήγε να μου το παίξει μάγκας στο Trivial ενώ ειναι απ' το Καρακουρούμ ο τύπος!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η περιοχή ανάμεσα στα γυναικεία στήθη.
-Την είδες την άλλη με το ξώβυζο; Έπαθα πλάκα, θέλω να χωθώ ολόκληρος στη βυζοχαράδρα της...
Βλ. και βυζολάκκος, κωλοχαράδρα.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified