Aγγλιστί yobbo: ο κάγκουρας, αυτός που'χει κάψει εγκέφαλο, ο κατεστραμμένος.

  1. Περπατούσα για το σπίτι χτες και πέτυχα έναν γιόμπανο που έκανε παντιλίκια σε ένα στενάκι για να πουλήσει μούρη στη γκόμενα, μέχρι που του 'φυγε και χτύπησε δύο παρκαρισμένα.

  2. Έχω βαρεθεί μέχρι αηδίας τους γιόμπανους που περνάνε από τις γειτονιές με τη μουσική στο 11 και ακούγονται 7 τετράγωνα μακριά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ορισμός της γυναίκας η οποία ντύνεται με σκοπό να προκαλέσει. Τα 3 Ξ προέρχονται από τις λέξεις «'ξώβυζο», «'ξώπλατο», «ξέκωλο». Συναντάται οπουδήποτε υπάρχουν καφετέριες, bar, γυμναστήρια.

Συζήτηση μεταξύ εμού και κολλητού:

-Μαν, τσέκαρε ένα μωρό που περνάει από δεξιά.
(παρατηρώντας την μελαχρινή κορασίδα, η οποία τα 'χει πετάξει όλα έξω, ακολουθεί η απάντηση...)
-Άσε μαν, η ενσάρκωση των 3 Ξ. Αυτή λούτσο ψάχνει και εμείς θα πάθουμε αυχενικό από το μπανιστήρι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας κάπως κομψός τρόπος να διακρίνει κανείς γκόμενα από τραβέλι. Ανακάλυψη σοκ, καθώς υπάρχουν και πολλά όμοια:
Αναΐς από το Παναής
Ρέα από το Ανδρέα
Barbie από το Μπάμπη
Σάρα από το Μητσάρα... κλπ

  1. [συζήτηση φίλων για τα πρόσφατα κατορθώματα]:
    - Φίλε πρόσφατα μπιστόλιασα την Κέλλυ..
    - Ρε μαλάκα με τραβέλι πήγες;
    - Ωχ... Θες να πεις ότι το Κέλλυ...
    - ...απ'το Βαγγέλη. Καλά ρε, δεν σου έκανε εντύπωση η χοντρή φωνή;

  2. [σκηνικό σε μπουρδέλο με αρχικάφρο φίλο]:
    - Γεια σου μωρό μου, είμαι η Κέλλυ.
    - [μετά σύντομης «επεξεργασίας»] Μάϊστα... Να σου πω ρε μωρό, το Κέλλυ βγαίνει από το Βαγγέλη;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλιστί coco jumbo. Προερχόμενο από ένα τραγούδι της ενενήνταζ μπάντα Mr President.

Σχετίζεται με την αιφνίδια ανάγκη για χέσιμο, χωρίς απαραίτητα να είναι διάρροια. Είναι αιφνίδιο και ύπουλο.

- Πω φίλε αυτός ο φραπουτσίνος των Starbucks δεν είναι να τον πίνεις και να είσαι μακριά από χέστρα. Σε πάει κοκοτζάμπο σε δευτερόλεπτα!

(από manos3003, 06/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αποτέλεσμα, ύστερα από λάθος χειρισμό μηχανισμού με γρανάζια. Συνοδεύεται από έναν απότομο μεταλλικό ήχο. Συνήθως χρησιμοποιείται σε μηχανολογικού περιεχομένου καταστάσεις.

Από συζήτηση σε συνεργείο:
- Ρε Λευτέρη, δεν κουμπώνει η δευτέρα με τίποτα. Έχασα μια αλλαγή χτες και άκουσα και κάτι. Τι είναι;
- Τι να είναι ρε μαλάκα, γρανάζι κούρεψες... και σου 'χω πει ρε κουλάδι, με προσοχή τις αλλαγές, να στρώσουν καλά οι βαλβολίνες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίκαιρο, καθώς λόγω εορτών υπάρχουν και μη επιθυμητές συναθροίσεις με πολλούς μαλάκες μαζεμένους. Η συγκεκριμένη έκφραση αναφέρεται είτε για ένα άτομο (μιλάμε για υψηλό δείκτη μαλακίας) ή για πολλούς μαζί (μετρίου δείκτη μαλακίας και άνω).

- Αγάπη μου απόψε κανόνισα να πάμε στης ξαδέρφης μου της Σούλας για φαγητό, γιορτάζει και ο άντρας της. Θα'ρθει και το σόι του.
- Όχι ρε πούστη, όλο το μαλακαριό μαζεμένο θα είναι. Είμαι και αλλεργικός, καντήλες θα βγάλω.

Got a better definition? Add it!

Published

Το άτομο το οποίο, υπό την επήρεια αλκοόλ, κάνει one night stand αλλά δε θυμάται τίποτα την επόμενη μέρα.

- Ρε συ, η Λίλιαν! Πάω να της πω ένα γεια να θυμηθούμε τα προχτεσινά μας.
- Άσε ρε, αμφιβάλλω αν σε θυμάται καθόλου. Αυτή πότισέ την και πάει και με αμοιβάδα. Μπεκροσέξουαλ η γκόμενα.

Μπεκροσέξουαλ Τσιμπουκόφκσι. (από Khan, 24/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η επιτυχής κατάληξη ενός ραντεβού σε ένα πόδι νύχτα.

- Φίλε θυμάσαι εκείνο το μωράκι που 'χα βάλει στο μάτι;
- Για πε...
- Το πιστόλιασα χτες!
- Σσσωραίος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενεργώ αντίθετα από κάποια δύναμη προσπαθώντας να ισορροπήσω κάτι. Χρησιμοποιείται κυρίως στη μηχανολογική ορολογία, για να δηλώσει ότι το αυτοκίνητο «κλωτσάει», δηλαδή αντιστέκεται στο ομαλό άφημα του συμπλέκτη, με αποτέλεσμα να ξεκινά άτσαλα.

- Καλορίζικο ρε φίλε το αμάξι! Πώς πάει;
- Άσε ρε φίλε δεν το έχω συνηθίσει ακόμα και σκορτσάρει συνέχεια... Κατά τα άλλα είναι βολίδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι μια παραλλαγή του στα τέτοια μου, στ' αρχίδια μου κλπ, η οποία έχει τις ρίζες της στο παπάκι (γνωστό και ως @: Shift+2), όπου πρωτοξεκίνησε σε chat rooms ως sta @@ mou ή στα @@ μου, ανάλογα με την προτίμηση σε γκρίκλις ή σε ελληνικά. Έγινε ευρύτερα γνωστή μέσα από διαφήμιση εταιρίας κινητής τηλεφωνίας.

- Ρε μαν, η Λίλιαν βγάζει βρώμες για πάρτη σου στις φίλες της.
- Στα παπάκια μου.

(από manos3003, 02/08/11)(από Khan, 15/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified