Δεν πρόλαβα να βγάλω λέξη από το στόμα μου, ή να κάνω οτιδήποτε, επειδή κάποιος άλλος μονοπωλούσε την συζήτηση ή, γενικώς, τα 'κανε όλα μόνος του.

Παίζαμε στο ίδιο γήπεδο, σφύριξε η λήξη και την μπάλα στα πόδια μου δεν την είδα, την είχε ο άλλος, ο παράλλος, κάποιος, εγώ μια φορά δεν την είδα. Η μπάλα σε αυτό τον βαθύ στοχασμό είναι η μεταφορική έννοια που εκφράζει την σειρά στην συζήτηση, ή σε μια συνέχεια ενεργειών.

Αφορά συνήθως διαλόγους, συνομιλίες κ.λπ. μεταξύ δύο ή περισσότερων προσώπων. Παίζει ιδιαίτερα άμα σου κάτσει συζήτηση με άτομα που διακόπτουν τον εαυτό τους, μπουρμπούραγες και γλωσσοκοπάνες.

Και καλά άμα τον ξέρεις τον άλλο, κολλητός κιέτσ', είσαι προετοιμασμένος αρμοδίως κι όταν τον πιάνει η μαλακία, του παίρνεις την μπάλα από τα πόδια θρασύτατα τ. «πάλι μονότερμα θα με πας ρε, κάτσε να σου πω εγώ και μου λες». Αν δεν τον ξέρεις και σου βρεθεί σε παρέα απρόοπτα την έκατσες, αφενός γιατί σε πιάνει απροετοίμαστο, αφεδύο γιατί τί να του πεις τώρα ξένου ανθρώπα, τόνε ντρέπεσαι και την τρως...

Όταν αφορά ενέργειες, συχνά δεν είναι και χάλια να μην παίρνεις πάσα, μπορείς να ξαπλώσεις κάτω από το πεύκο παίζοντας την φλογέρα σου, όσο ο άλλος κάνει τα πάντα για πάρτη σου κι όταν ολοκληρώσει, να σηκωθείς, να τινάξεις τις πευκοβελόνες και να τον ευχαριστήσεις που σε βοήθησε.

Πάσα: acg από το ΔΠ.

  1. Κρυφό τεύχος της Φραπέ Slangossip (το εξώφυλλο που απορρίφθηκε):

Νέα από την τελευταία συνάντα slang.gr Νοτίου Ελλάδος: «Δεν πήρα πάσα» ομολόγησε ο ρουμάνος. Ποια πρωτοπαλίκαρά του μονοπώλησαν την συζήτηση. Έξτρα cd με τα ροχαλητά όσων δεν είδαν καν την μπάλα... μπόνους μήδι με δαιμονικό γέλιο, έτοιμο για uploading.

  1. (ευγενική χορηγία από poniroskylo)
    - Είχε και κάτι ντολμαδάκια... ωραία φαινόντανε, αλλά δεν πήρα πάσα... μέχρι ν' ανοίξω το κρασί, πέσανε όλοι οι νηστικοί και τα εξαφανίσανε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καταρρέω, σπάω, ψοφάω. Συντρίβομαι ψυχολογικά από την εξωτερική πίεση, ξεπερνώντας τα όρια της αντοχής μου, σκάω από το κακό μου. Προέρχεται από το ιταλικό crepare που πα να πει εκρήγνυμαι, σπάω.

Το κρεπάρισμα, με όποια σημασία και να το πάρεις, είναι μια ξεχωριστή λέξη που συνδυάζει πρόβλημα με θέαμα, ως φαίνεται για τις παρακάτω έννοιες:

  1. Ένα πράγμα που ραγίζει, ή μπορεί και να σχιστεί, ή μπορεί και να σκάσει, ή μπορεί και να σπάσει. (Καλά δεν τα λες όλα τούτα, πρόβλημα είναι, σημαίνουν καταστροφή, αλλά παίζει και θέαμα, καθώς προείπα, με τα ζλάνγκαρα μάνγκαρα). Παράδειγμα 1.

  2. Ένας άνθρωπος που στενοχωριέται, ή που θλίβεται, ή που τα χει παίξει, ή που τα χει βάψει μαύρα, ή που είναι έτοιμος να καταρρεύσει ψυχολογικά, ή που έχει καταρρεύσει ήδη ψυχολογικά, ή που όλα αυτά τον κάνουν να καταρρεύσει και σωματικά. (Εμ ούτε τούτα τα λες και πολύ καλά, πρόβλημα είναι η σκατοκατάσταση, ενώ το θέαμα παίζει όταν επέλθει λιποθυμία, ειδικά αν ο άλλος είναι ψηλός. Ας σημειωθεί εδώ ότι αυτή είναι και η πιο συνήθης σλαγκοσημασία της λέξης, βλ. §1). Παράδειγμα 2.

  3. Ένα ίσιο μαλλί που το ξύνεις (ή ξαίνεις) για να αποκτήσει όγκο. Πρακτική ιδιαιτέρως προσφιλής σε κάτι γιαγιάδες που έχουν μείνει στα 60ς και στους emo. Τα μήδια #1,2 εξηγούν περίπου πως γίνεται αυτό: σηκώνεις την τούφα με το ένα χέρι και με το άλλο την περνάς με μια χτένα κόντρα για να φουντώσει. Ισιώνεις την άκρη κατά βούληση και φτάνεις μέχρι μαλλί κουνουπίδι. Απ' έξω δεν φαίνεται ότι μέσα είναι ψιλοτζίβα, σο ποιος γαμεί. (Κι αυτό είναι λίγο πρόβλημα, σπάει η τρίχα σαν τρελή και τί να μαζέψουν οι μάσκες και τα κοντισιονέρ, από την άλλη το θέαμα είναι καλό γιατί, άλλο ένα αφράτο, αεράτο μαλλί (μήδι #3), άλλο ένα κολλημένο στην κράνα σαν να στό 'γλειψε μοσχάρι). Παράδειγμα 3.

  4. Φτιάξιμο κρέπας. Όχι ότι το 'χω ακούσει δηλαδή ως τώρα με αυτή την έννοια, αλλά μπορεί να αρχίσει να χρησιμοποιείται από τώρα και μπρος, γιατί όχι; Στην τελική, το παράδειγμα 2 υποστηρίζει αυτή την άποψη. (Το πρόβλημα εδώ το 'χει όποιος τις φτιάχνει και κουράζεται και πλένει μετά τα τσουμπλέκια, ενώ ως θέαμα εγώ λέω τώρα τις ικανοποιημένες πασαλειμμένες φάτσες όσων τις τρώνε ή τις έκπληκτες όσων κοιτάνε την ζυγαριά μετά που τις φάγανε). Παράδειγμα 2 λέμετε.

Νομίζω είμεθα κομπλέντερ από ορισμό, άμα μου ξέφυγε τίποτα άλλο πλιζ αφήστε σχόλιο.

Ασίστ: Ο ΑΛΛΟΣ από το ΔΠ.

  1. Εδώ: Ανέβηκα στην τζιτζιριά, στη μιτζιριά, στην τζιτζιμιτζιχοτζιριά, να κόψω τζίτζιρα, μίτζιρα, τζιτζιμιτζιχότζιρα, κρεπάρισε η τζιτζιριά, η μιτζιριά, η τζιτζιμιτζιχοτζιριά κι ούτε τζίτζιρα, ούτε μίτζιρα, ούτε τζιτζιμιτζιχότζιρα... Χε.

  2. Εδώ: Και τ’ αφεντικό μου στην κρεπερί, που γκρίνιαζε ότι σέρνομαι και ότι δε γλυκομιλώ στους πελάτες, κρεπάρισα και του ‘χωσα ένα πιρούνι στο λαιμό.

  3. Εδώ: Elle prêt-a-porter: Το κρεπάρισμα έχει τη μερίδα του λέοντος, αφού τα μαλλιά χρειάζονται όγκο και πρόσθετη ανεμελιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ούλτρα-σούπερ-ντούπερ υπερθετικός του «σου γαμάω».

Μην συγχέεται με περιπτώσεις σε φάση «το μάτι μου», που είναι ιδιαιτέρως λάιτ, δηλαδή σιγά και τί έπαθε το θύμα τώρα, ρίχνει λίγο νεράκι και πάει πέρασε. Όοοχι, εδώ μιλάμε για μεγάλες ζημιές. Το «σου γαμώ τα μάτια» χρησιμοποιείται σε προχώ περιπτώσεις, όταν τα βάρδουλα, το ταμτιριρί, το φελέκι, το μουνί της Εύας που τον πέταγε, το κέρατο, το σόι, τα χάλια του, είναι πλέον ξεπερασμένα και δεν αρκούν για να εκφράσουν το μέγεθος της ζημιάς που έχει ήδη, ή θα πάθει ο καημένος ο γαμηθείς.

Εννοείται ότι για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, σου 'χω γαμήσει ήδη ό,τι τρύπα ή ό,τι άλλο έχεις και δεν έχεις (περιλαμβανομένων σπιτιών κ.λπ. περιουσιακών στοιχείων), όποιον αγαπάς και δεν αγαπάς, γενικώς σου χω γαμήσει τα πάντα όλα. Ακολουθώντας (γαμιώντας) σπειροειδή ανοδική πορεία, επανέρχομαι να γαμήσω μέλη του σώματός σου, αλλά πλέον, περνώντας σε μια ανώτερη σφαίρα, δεν περιορίζομαι στις ανοιχτές γνωστές διόδους, αλλά διεισδύω και στις πιο ασυνήθιστες και εξεζητημένες: ακόμα και σε εκείνες που δεν αποτελούν καν δίοδο, ούσες φραγμένες με διάφορα εμπόδια. Στην περίπτωση του λήμματος, υπάρχουν τρύπες υποδοχής μεν, φραγμένες από τους γνωστούς λιπώδεις βολβούς δε.

Ο γαμών δεν κωλώνει, σου γαμεί τα μάτια, να τα δεις όλα. Ή, το πιο πιθανό, να χάσεις το φως σου.

Εννοείται, η φράση παίζει και με την γνωστή έννοια «γαμάω και δέρνω», όπως και στο παράδειγμα.

Τέλος, το μά-τι, παίζει να χρησιμοποιείται και ως πιο σεμνό υποκατάστατο της μά-νας, όπως η πανα-χαϊκή υποκαθιστά στο μπινελίκι την πανα-γία (αίσχος).

Ασίστ: Χανκ από ΔΠ, που πήρε την ασίστ από μένα, ντίλι ντίλι ντίλι.

Από εδώ (αφού το χω έτοιμο, μην διασπαθίζουμε πόρους τώρα):

«Το παοκοσύνθημα τα σπάει το χω ξαναπεί κι αλλού, τί τα σπάει, τα σμπαραλιάζει, τί τα σμπαραλιάζει, τους γάμησε τα μάτια χαχαχαχ»

Ρασοφόρος βυζαντινός δήμιος γαμάει τα μάτια βούλγαρου αιχμαλώτου, μετά τη μάχη στο Κλειδί, 1014.  (από johnblack, 21/07/09)I fuck, you fuck, we all fuck for eye fuck (από Vrastaman, 21/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Χωρίς κέρδος κέρατα»: Κάνεις μια αβαρία, παθαίνεις μια ζημιά, υφίστασαι μια ταλαιπωρία, κάνεις μια υποχώρηση (αυτά είναι τα κέρατα) - παρόλα αυτά, δεν έχεις κάποιο όφελος ή τέλος πάντων κάποιες απολαβές που να διατηρήσουν την ψυχική ισορροπία σου και να πεις τουλάστιχον το «χαλάλι». Συνεπώς, τελικά νιώθεις ότι είσαι o μαλάκας της παρέας, ας πρόσεχες. Πίκρα, θυμός, απώλεια, πένθος, τύψεις, άρνηση (προφ πρόκειται για φράση υψηλής συναισθηματικής βαρύτητας).

Μεγαλύτερο το κέρατο, μεγαλύτερη η ζημία, μεγαλύτερη η πίκρα είναι όταν κάνεις κάτι εθελοντικά, εν γνώση σου ότι δεν πρόκειται να βγάλεις κάτι απ' αυτό, αλλά έτσι, για την καύλα και, τελικά, βρίσκεις και τον μπελά σου (χμμμ...).

Η απόλυτη σχετική πίκρα βέβαια είναι όταν τρως τα κέρατα, όχι μόνο χωρίς κέρδος, αλλά επιπλέον τρως και ξύλο, αλλά αυτή την περίπτωση την πρόλαβε άλλος: κερατάς και δαρμένος

Εδώ κάποιος θύμωσε: Το κόλπο είναι το γνωστό «χωρίς κέρδος κέρατα». Δηλαδή τα κέρατα ο λαός και τα υπερκέρδη γνωστά συνήθη λαμόγια. Μόνο υποχρεώσεις που πηγάζουν από το Ευρωπαϊκό δίκιο του καρχαρία και κανένα δικαίωμα. Χωρίς υποδομές, χωρίς κοινωνικό κράτος, παιδεία, υγεία, πολιτισμό –τα έχουμε όλα αυτά για τα μπάζα- αλλά από την άλλη ακριβότερη χώρα του κόσμου με τους υψηλότερους φόρους.

Εδώ τα παιδιά εξηγούν για το σάιτ τους: Όμως να μου επιτρέψετε να πω ότι […] δείχνουμε «συμπεριφορά» εθελοντών, προσφέροντας στον τομέα που έχουμε την ικανότητα, σε αυτόν του πολιτισμού και αυτό σε βάρος του ελεύθερου χρόνου μας και της προσωπικής μας ζωής. […] Όμως […] δεν μας ζορίζει και πολύ το ότι δουλεύουμε με χωρίς κέρδος κέρατα.

Εδώ, η Ρούλα εξηγεί για τις αποκαλυπτικές της φωτογραφίες: … άλλοι ωμός με είδαν μέσο ωιδεο από το κινητό μου και με άκουσαν και με μερικούς και μερικές συναντήθηκα σε κάποιους δύσπιστους έστειλα και ποιο αποκαλυπτικές φωτογραφίες μου και όλα αυτά χωρίς κέρδος κέρατα μόνο και μόνο γιατί τους λυπήθηκα. [sic]

Ο Λιβυκος, αντιθέτως, υποστηρίζει μια δίκαιη σχέση με τον κερατά, βασισμένη σε αμοιβαία ειλικρίνεια. (από Hank, 18/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εργασίες καλλωπισμού, εξωραϊσμού έως και αναστήλωσης της γυναικείας εμφάνισης. Γυναικεία κουβέντα. Από το γαλλικό beauté: ομορφιά, ωραιότητα. Συναντάται συχνά στην έκφραση κάνω τα μποτέ μου, λιώνω στα μποτέ ή σε αντίστοιχες (βλ. παραδείγματα).

Η λέξη έχει απόλυτα θετική αύρα, περικλείει γαλήνη, ηρεμία, ευεξία, χαλάρωση, κανάκεμα και χαϊδολόγημα εαυτού (με την άυλη έννοια), αφύπνιση της θηλυκότητας και, πολύ σημαντικό, το γράψιμο όλων όσων την ενοχλούσαν πριν πάει για τα μποτέ της. Το μποτέ είναι κάτι που το κάνουμε για πάρτη μας και γουστάρουμε. Έκανα τα μποτέ μου παναπεί, είμαι ένα βήμα πριν την ολοκληρωτική αναγέννηση. Τειπατώρα.

Τί [I]είναι μποτέ[/i]: Μακιγιάζ, περιποίηση μαλλιών, περιποίηση προσώπου, περιποίηση σώματος, spa-χαλάρωση, αυτά, μεταξύ άλλων, είναι «μποτέ». Καθένα από αυτά, περιλαμβάνει τόσες διαφορετικές εκδοχές, όσες... (μούμπλε μούμπλε καμια πενηνταριά διαφορετικές θεραπείες σε κάθε σαλόν, άπειρα σαλόνς), ας πούμε όσοι οι κόκκοι άμμου μιας εξωτικής παραλίας - στο περίπου.

Υπηρεσίες μποτέ παρέχονται από κομμωτήρια, κέντρα αισθητικής, μανικιουρίστες - πεντικιουρίστες, μασέρ και λοιπούς ανθρώπους με μαγικά χέρια. Για να γίνουν όλα αυτά χρησιμοποιούνται από λακ τεχνολογίας αιχμής, ως θαυματουργές μάσκες, αρωματικές κρέμες, πολυτελή αιθέρια έλαια, ροδοπέταλα, σαμπάνια, εξωτικά βότανα, ένζυμα, οξέα φρούτων, άλατα νεκράς ή ζώσας θάλασσας, ιαματικά φύκια, εκχυλίσματα χαβιαριού και μαργαριταριών, πούδρα χρυσού και άλλων ευγενών μετάλλων (χωρίς πλάκα).

Τί [I]δεν είναι μποτέ[/i]: οποιαδήποτε εργασία γίνεται αναγκαστικά (πχ μασάζ φυσικοθεραπείας) ή παραπέμπει διανοητικά σε θυσία, σε διασπάθιση χρημάτων, σε εικόνες πόνου και κόπου. Γενικώς οι εργασίες που γίνονται για να αρέσουμε στους άλλους δεν είναι μποτέ. Δώστε βάση στο νόημα, η διαφορά είναι λεπτή: μπορεί να πρόκειται για τις ίδιες ακριβώς ενέργειες, αλλά το κίνητρο είναι άλλο - το κάνεις για να γουστάρεις εσύ (αυτό είναι μποτέ), το κάνεις για να γουστάρει ο Θανάσης (αυτό είναι άχθος). Επίσης πατόκορφες φρικιαστικές αποτριχώσεις, νυστέρια, ενέσεις κιέτσ' δεν είναι μποτέ, είναι βασανιστήρια.

Βεβαίως όλα αυτά που όπως προαναφέρθηκε ΔΕΝ είναι μποτέ, μπορούν κάλλιστα να χαρακτηριστούν κατ' ευφημισμόν έτσι, σαν να λέμε, οποία χαλάρωση να βγάζεις το φρύδι κουτουλώντας στον καθρέφτη επειδή δεν έχεις προλάβει να φορέσεις φακούς, αλλά με τα γυαλιά δεν γίνεται, ταυτόχρονα με την αίσθηση του αφρού ξυρίσματος στην δεξιά γάμπα που στεγνώνει αναποτελεσματικός και αυτήν της μάσκας στο μαλλί, που δεν έχεις προλάβει να ξεβγάλεις και σ' το 'χει κάνει σαν ουρά λαδωμένου ποντικιού (Παράδειγμα 3, ευγενική χορηγία της σλαγκοφιλενάδας μου).

Τί μπορεί και να είναι μποτέ, ή μπορεί και όχι: Botox, υαλουρονικά, λίφτινγκ, φύτεμα βυζιών και γενικές αισθητικές χειρουργικές κ.λπ. μπορεί να παίζουν επίσης ως μποτέ, ανάλογα με το κίνητρο όπως είπαμε, αλλά δεν λέει εύκολα η άλλη «ουφ με σκάσατε, φεύγω, πα να κάνω τα μποτέ μου να χαλαρώσω» και να πάει μια βόλτα από τον πλαστικό για λίφτινγκ και να κάτσει μια βδομάδα στην κλινική για ανάνηψη, αν με εννοείτε.

Ένας ορισμός ειδικά για το slang.edu και τον φίλο μου τον Γιώργο που, όταν του είπα «πα να κάνω τα μποτέ μου», αυτός κατάλαβε ότι πήγαινα κάπου στα γραφεία του περιοδικού Votre Beauté που το ξερε από τις διαφημίσεις :)

Παράδειγμα 1
-Χέσε ρε μαλάκα που θα κάτσω κλεισμένη μέσα να περιμένω πότε θα θυμηθεί να πάρει ο παπάρας, πα να κάνω τα μποτέ μου να γίνω θεά και το βράδυ φύγαμε για Venue, σιχτίρι...

Παράδειγμα 2
Ντριν.
-Έλα ρε Λουκία... Τί λέει; Πού σε πετυχαίνω; Βγήκατε χτες ρε με τον Κώστα; Δεν έστειλες ούτε ένα sms...
-Στο δρόμο είμαι, για το τζιμπί πάω. Άσε με, τί να σου λέω, είμαι να σκάσω. -Τί παιδί μου;
-Πολύ μαλάκας το μωρό λέμε ρε φιλενάδα... ουφ... τον είπα με άλλο όνομα και τα πήρε, σιγά το πράμα ρε πούστη μου...
-Αμάν μαλακία...
-Ναι, γάμα τα, έχω σκάσει, ήταν και καλός γαμώτη μου... οπότε σηκώθηκα πρωί πρωί και θα πα να λιώσω στα μποτέ όλο το Σάββατο... Σιχτίρι μαλάκες.

Quiz: τί κοινό έχουν τα δύο παραδείγματα που οδηγούν σε μποτέ; Απ: Το σιχτίρι. Συμπέρασμα: το μποτέ είναι χαλαρωτικό. Αατα.

Παράδειγμα 3
Ironick: εγώ λέω κοροϊδευτικά «μποτέ» ακόμα και τις σχεδόν καθημερινές μας αγγαρείες, όπως το ξύρισμα, τις κρέμες μετά το μπάνιο, το μαλλί, κλπ. οι οποίες πρέπει να γίνονται και συνήθως γίνονται πολύ βιαστικά, άρα ουχί χαλαρωτικά. Δεν ξέρω αν συμφωνείτε, κυρία μου, με αυτή τη χρήση του όρου.
Μes: Συμφωνούμε και ευχαριστούμε.

(από johnblack, 15/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για τον ξεχασιάρη άθρωπα, αυτόν που δεν θυμάται τί έφαγε χτες και γενικώς δεν θυμάται τίποτα.

Η φράση «μνήμη χρυσόψαρου» υποδεικνύει ότι ο χαρακτηριζόμενος πάσχει από μερική αμνησία, η οποία μπορεί να είναι η (πολύ συμφέρουσα συνήθως) επιλεκτική (παρ. 2), ή γενικής μορφής. Παίζει σκέτη ή ως παρενέργεια καψίματος RAM από διάφορες αιτίες ή καταστάσεων Έμενταλ, Αϊζεν(χ)άουερ, D.A.D.A. κ.λπ.

Τώρα πώς προέκυψε, τί να σας πω, ένας διεθνώς διαδεδομένος αστικός μύθος (όπως επιβεβαιώνει η Βικούλα), θέλει τα χρυσόψαρα να έχουν μνήμη 3-8 δευτερολέπτων. Εξ ου και ακούς κάτι συμβουλές για τον νέο κάτοικο της γυάλας σου σε φάση «μην το ταΐζεις πολύ, η μνήμη τους κρατάει μόνο μερικά δευτερόλεπτα, ξεχνάνε ότι έχουν φάει και τρώνε συνέχεια και σκάνε». Μια μάλλον μη επιστημονική θεωρία που δεν είναι και απίθανη, λέει ότι η παρανόηση μπορεί να οφείλεται σε μικρή δυνατότητα συγκέντρωσης του ψαριού, αφού «βαριέται πολύ εύκολα με οτιδήποτε δεν χωράει στο στόμα του» (εχμ, εγώ τώρα δεν σχολιάζω), εξ ου και με κάποιο περίεργο τρόπο η έλλειψη προσοχής έγινε αντιληπτή ως έλλειψη μνήμης.

Η άχρηστη γιαλομιά της ημέρας: Το να 'ναι κανείς χρυσόψαρο παίζει να είναι και κακό και καλό.

  • Δεν θυμάται τα λάθη που έκανε ή ποιος τον πλήγωσε, σο καταλήγει να ζει μια θλιβερή μέρα της μαρμότας. Κακό.
  • Δεν θυμάται τίποτα δυσάρεστο, σο ποιος χέζει, σαν να μην έγιναν, ποτέ κανείς δεν τον στενοχώρησε ποτέ δεν αισθάνθηκε άσχημα, η ζωή του υπήρξε μια απόλυτη ευτυχία και του 'ρχεται και τσάμπα, εν αντιθέσει με τις αμφεταμίνες. Καλό.
  • Τέλος, όταν δεν θυμάται κανείς, μπορεί να ρωτά συνέχεια τα ίδια και τα ίδια πράγματα και να παίρνει τις ίδιες και τις ίδιες απαντήσεις κι αν κάνει προσεκτική επιλογή ερωτήσεων, χαίρεται συνέχεια με τα ίδια χαρούμενα πράγματα (βλ. Παράδειγμα 1). Επίσης καλό.

Σο, χρυσόψαρο καλό - κακό: 2-1, χρυσόψαρο 'ν'ν' κακό..., χρυσόψαρο ρουλζ. Ετς.

Ασίστ: patsis - ειδική μνεία στον Vrastaman για το τελευταίο μπούλετ.

Παράδειγμα 1 (θετικό):

-Παιδάκι μου ποιος είσαι εσύ;
-Αχ βρε γιαγιά... Ο εγγονός σου ο Κώστας είμαι.
-(Ευχάριστη έκπληξη) Εγγονός; Τί λες!; Έχω εγγονό;
-Εδώ και 23 χρόνια γιαγιά, πάλι δεν με θυμάσαι;
-(Γιούπι γιούπι σε φάση - γυρνάει στην εγγονή) Ακούς; Έχω εγγονό! Μετά από μισή ώρα:
-Παιδάκι μου ποιος είσαι εσύ;
-Χρυσή μου γιαγιά... Ο εγγονός σου ο Κώστας είμαι.
-(Ευχάριστη έκπληξη) Εγγονός; Τί λες!; Έχω εγγονό;

(Σ.ς. Η γιαγιά έχει μνήμη χρυσόψαρου και είναι χαρούμενη).

Παράδειγμα 2 (θετικοαρνητικό):

-(Αγκαλιά, ψιθύρισμα γούτσικο στο αυτί) Κατερίνα μου... Ήταν τόσο όμορφα χτες...
-Μμμ! ναι... Τι σ' άρεσε;
-Παλιοκόριτσο χε χε θες περιγραφές πάλι;
-Έλααα, πεςςςς
-(Η φωνή χαμηλώνει περισσότερο) μμμ, όταν με πήρες στο στόμα σου... όταν άρχισες να μου μιλάς πρόστυχα...
-(Ψιλοενοχλημένη) Εγώ; Σε πήρα στο στόμα μου; Έλα βρε μωρό μου, τί είναι αυτά που λες...
-(Γλάρωμα) Πω πω, όταν μου είπες εκείνο το «γάμα μου το στόμα» έχασα τον κόσμο...
-(Θυμός) Θανάση! Τί λες! Λέω εγώ τέτοια πράματα!; Για ποια με πέρασες; Τί νομίζεις ότι κάνεις λέγοντάς μου αυτές τις αηδίες τώρα;
Γκλουπ.
-Κατερίνα μου... Πραγματικά δεν θυμάσαι;!
-Τί να θυμηθώ; Δηλαδή όσο γκαυλωμένη και να είμαι δεν το χάνω και τελείως, τι σκατά, τσόντες έβλεπες μετά;
-Γαμώ την πουτάνα μου, με χρυσόψαρο τα χω φτιάξει, ρε Κατερίνα!... Χμμμ εδώ που τα λέμε δε γαμιέται, κάν' τα εσύ, πες τα εσύ και μην τα θυμάσαι μετά, τα θυμάμαι εγώ.

(Σ.ς. Η Κατερίνα το φχαριστιέται, αλλά δεν το θυμάται, γιατί όταν καυλώνει δεν βλέπει μπροστά της κι έχει μνήμη χρυσόψαρου - τύψεις δεν έχει απέναντι στην μάνα της και στην εκκλησία, νιώθει καλό κορίτσι, αλλά δεν το θυμάται το καλό, καλό είναι αυτό τώρα;)

(από Vrastaman, 25/07/09)(από Galadriel, 21/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα τ. Μικυμάου, που εκφράζει κλάμα γοερό και ηχηρό.

Πρόκειται για κατάσταση κορύφωσης, στην οποία περιέρχεται ο κλαίγοντας αφού περάσει από τα στάδια σνιφ, κλαψ και λυγμ, τα οποία είναι συνήθως προκαταρκτικά και στην συνέχεια η καταιγίδα κοπάζει σταδιακά και ακολουθούν ξανά κατά την λογική της καμπάνας κανονικής κατανομής (βλ. μήδι).

Συγκεκριμένα το μπουχουχού αναφέρεται σε κλάματα απ' αυτά που ρίχνει κανείς χώνοντας το πρόσωπό του μέσα στις παλάμες του, κατά προτίμηση όσο είναι μόνος του, ενώ, αν του κάτσει μπροστά σε κόσμο, μπορεί να τρέχει ταυτόχρονα να κρυφτεί σε καμιά τουαλέτα ή άλλο ουδέτερο χώρο μη προσβάσιμο στους πολλούς για να μην γελοιοποιηθεί εντελώς.

Μπουχουχού παίζει επίσης σε φάση «κρύβω-το-πρόσωπό-μου-στον-ώμο-φίλου-που-ταυτόχρονα-με-αγκαλιάζει-παρηγορητικά».

Σύμφωνα με τα ανωτέρω το μπουχουχού μπορεί να παίξει τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο απλά για να επισημάνει στενοχώρια και διάθεση του ομιλούντος να κλάψει, οπότε και δεν συνοδεύεται από κραυγές και μύξες όπως στην κυριολεξία του και αυτό είναι καλό.

  1. Κάποιος κλαίει εδώ: Μπουχουχού... Έχω αυπνίες και θέλω να κλάψω τη μοίρα μου. Ποιο καλό παιδάκι θα με φτύσει στη μούρη να συνέλθω; Υ.Γ. Η έστω, ας μου συμπαρασταθεί. Υ.Γ.2. Κανείς ε;

  2. Κάποιος κλαίει εδώ: Τέρμα η άδειααα... μπουχουχου... Είναι τραγικό... Επιστροφή στη δουλειά μετά από έναν υπέροχο μήνα ξάπλας, ξεκούρασης και χαλάρωσης...

  3. Σχόλιο εδώ: Σαν να λέμε, πάει ο πούτσος, μας τέλειωσε, δεν σηκώνεται πια, δεν λειτουργεί μπουχουχου κλαψ, λυγμ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κληρονομικό χάρισμα είναι αυτό που έχει ένα μέντιουμ, ένας μελλοντολόγος, ένας τεχνίτης της μεταφυσικής κ.λπ. για να προλέγει το μέλλον και, ενίοτε, για να κάνει διάφορα μαγικά, εφόσον αποτελεί κληρονομιά παλαιότερων γενεών μελλοντολόγων και λοιπών μεταφυσικών ειδικοτήτων στην οικογένειά του (αλλιώς είναι σκέτο χάρισμα). Είναι αμφίβολο αν υπάρχει πραγματικά τέτοιο πράγμα ή αν είναι ένα τέχνασμα που χρησιμοποιείται από επιτήδειους που εκμεταλλεύονται τον πόνο, την απελπισία, την αδαημοσύνη του κόσμου για προσωπικό όφελος.

Πρόκειται για έκφραση που χρησιμοποιείται ευρύτατα από μέντιουμ και μελλοντολόγους, κυρίως από αυτούς που βρίσκουν πελατεία μέσω αγγελιών στον γραπτό τύπο και διαφημίσεων στην τηλεόραση. Σκοπό έχει:

  • να τους διαφοροποιήσει στο μυαλό των αγνών φιλάθλων από το αληταριό που λυμαίνεται τον χώρο της μελλοντολογίας,
  • να προσθέσει μια αίσθηση αξιοπιστίας στο προφίλ τους,
  • να ανυψώσει το στάτους τους και, τελικά,
  • να τους βοηθήσει να βουτήξουν το πελάτη από τα χέρια των υπόλοιπων του σιναφιού, που το μόνο που έχουν να επιδείξουν είναι λαμέ πουκάμισα και τουρμπάνια με λαχούρια.

Τα μέντιουμ και οι μελλοντολόγοι που κυκλοφορούν στην πιάτσα, είτε στις γειτονιές ή στην τηλεόραση, σε τηλεφωνικές γραμμές, στο ίντερνετ και σε διάφορες άλλες τεχνολογίες, υπόσχονται κάποιες φορές και μεταξύ άλλων τα εξής:

  • Πρόβλεψη του μέλλοντος. με διάφορους τρόπους μαντείας όπως διάβασμα του χεριού, κρυστάλλινης σφαίρας, τράπουλας ταρώ, σκέτης τράπουλας, τράπουλας deste, των αστεριών, των αριθμών, του ελληνικού καφέ, του φραπέ κ.λπ. Μπορούν να δουν τί θα φας αύριο, σε πόσα τέρμινα θα σε στεφανώσει ο προκομμένος σου, αν θα πάρεις λεφτά ή αν θα διαβείς μεγάλη πόρτα. Επίσης παίζει και μεγάλος δρόμος άκα ταξίδι.
  • Επαναφορές προσώπων. Παλιά νόμιζα ότι εννοούν «από τον άλλο κόσμο» κι έλεγα «έλα τώρα αυτό είναι εύκολο, ποιος μπορεί να τους πιστεύει», αλλά τελικά μπορεί να σημαίνει είτε ότι κουβαλάς την ψυχή από τον Άδη στο δωμάτιο του μέντιουμ και το ρωτάς ό,τι θες και σου μιλάει, ή ότι, αν σου 'φυγε ο γκόμενος για τα μάτια μιας Ρωσίδας, μπορούν να σου τον φέρουν πίσω, λύνοντας τα μάγια που του 'κανε αυτή η πουτάνα (εννοείται του έχει κάνει μάγια, με την λογική δεν ξεκινήσαμε εμείς την φωτιά, σο δεν είμαστε κακιές, δεν κάνουμε αμαρτία, όλα είναι μια άμυνα).
  • Ενίσχυση αύρας. Σου κάνουνε τα μαγικά τους, σε ποτίζουν με τα ματζούνια τους κι έτσι ισχυροποιούν την θέση σου ως πνευματική υπόσταση, σε περιχαρακώνουν απέναντι στα κακά πνεύματα που σε περιτριγυρίζουν, σε κάνουν δυνατό.
  • Απομάκρυνση κακοτυχίας. Το ίδιο με το από πάνω.
  • Λοιπές μαγείες - ανεξάντλητη λίστα, την μαθαίνεις όταν πέσεις στα σκληρά, που θα πει, πας μια από το... μαντείο, σου βγάζει ένα πρόβλημα, την επόμενη σου λέει ότι έχει τρόπο να το λύσεις και πάει λέγοντας.

Σο, γίνονται αγάπη μου τέτοια σοβαρά πράματα μόνο με ένα απλό χάρισμα, που προέκυψε έτσι στα καλά καθούμενα επειδή μια μέρα το μέντιουμ (πριν γίνει μέντιουμ) σκιάχτηκε από ένα ξωτικό; Ασφαλώς όχι. Δεν φτάνει μόνο να διαθέτεις την απαραίτητη ενόραση που επιτρέπει να μπορείς να δεις τα μέλλοντα. Πρέπει να το χεις στο γονίδιο το πράμα, να 'χεις ειδικό χάρισμα που το χεις πάρει γενετικά σαν την προδιάθεση στον ζαχαρώδη διαβήτη. Πρέπει να έχεις το κληρονομικό χάρισμα.

Βλ. Ελληνικός καφές και εδώ Τράπουλα deste.[/I]

Ασίστ: Χαλικού από ΔΠ.

Παράδειγμα 1
Αγγελία: ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΣ - ΜΕΛΛΟΝΤΟΛΟΓΟΣ Κληρονομικό χάρισμα. Ισχυρή ενόραση. Ειδικότητα στις επαναφορές προσώπων. Ενίσχυση αύρας. Απομάκρυνση κακοτυχίας Χαρτομαντεία χειρομαντεία Τιμή: 40 €

Παράδειγμα 2
Συνέντευξη φοιτήτριας για δουλειά σε αγγελία με τον γενικό τίτλο «τηλεφωνική εξυπηρέτηση πελατών»:
-Δεσποινίς (δείχνει μια σελίδα εφημερίδας απ' αυτές που είναι τίγκα στους μάντες), θα είστε η «κυρία Σούλα με το κληρονομικό χάρισμα» που βλέπετε εδώ. Θα σας δώσουμε γραπτές οδηγίες για το πως να απαντάτε στα τηλέφωνα, οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις είναι τυποποιημένες.
-(ευγενικά) Τίποτα άλλο δεν υπάρχει;
- Ε, έχουμε και την ψυχολογική υποστήριξη... Για βόγκα λίγο να σ' ακούσω...

Παρόλο που δεν τον πάω, τα λέει καλά ο μπαγάσας σε ετούτο εδώ... (από Galadriel, 20/06/09)Εάν τα στοιχεία είναι αδιάσειστα τί να πει κανείς. (από Galadriel, 20/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή οι γυναίκες δεν έχουν (ακόμα) κανονικούς πούτσους, καβλιά κ.λπ. όργανα διακόρευσης όπως οι άντρες, παρά την εξέλιξη της τεχνολογίας, της γενετικής μηχανικής κ.λπ., για να αναφερθούν σε αυτά σε βρώμικες εκφράσεις και μπινελίκια.

Επειδή κάποιες γυναίκες πρέπει να είναι ίσες με τους άντρες σώνει και καλά και αυτό θα πει ότι πρέπει να τους μοιάσουν και μάλιστα, για καλύτερα, να μοιάσουν στους πιο κάφρους απ' αυτούς, για να φαίνεται καθαρά πόσο ίσες είναι, μην ξεφύγει από κανέναν.

Επειδή κάποιοι άντρες, λόγω της καφρίλας τους, μιλάνε με ορολογίες για πολύ ξύλο και χρησιμοποιούν εκφράσεις όπως «θα της ρίξω δυο καβλιά», «θα της ρίξω δυο πούτσους» λες και είναι η άλλη σκουπιδοτενεκές και θα πετάξει τα σκουπίδια του ο κτηνάρας. Που θα πει «θα της ρίξω δυο γαμήσια χωρίς συναίσθημα, μόνο και μόνο γιατί κάβλωσα και την έχω για τον πούτσο μου». Έκφρασεις τέτοιες εκχυδαΐζουν την σεξουαλική επαφή, εξευτελίζουν την γυναικεία υπόσταση και δείχνουν πόσο μαλάκας είναι αυτός που τις λέει.

Γιαυτό:
Μερικές γυναίκες χρησιμοποιούν αντίστοιχη γλώσσα, τόσο καταπληκτική όσο οι κατά λέξη μεταφράσεις των ξένων γλωσσών που δεν βγάζουν νόημα.

Σο, μια χαρά, «θα του ρίξω δυο μουνιά» θα πει ακριβώς «θα του ρίξω δυο γαμήσια χωρίς συναίσθημα, μόνο και μόνο γιατί κάβλωσα και τον έχω για το μουνί μου». Έκφραση που εκχυδαΐζει την σεξουαλική πράξη, εξευτελίζει την ανδρική υπόσταση και δείχνει πόσο μαλάκες είναι όσοι άντρες λένε τις αντίστοιχες και παρασέρνουν τα κορίτσια στο να μιλάνε και αυτά άσχημα, γιατί, μια φορά, αυτά τα λόγια δεν τους τα 'μαθε η μάνα τους.

Επίμονη ασίστ: Χαλικούτης (μάκια μάκια όπα όπα χαλικού)

-Και τελικά τί έγινε ρε όταν φύγατε; Το κάνατε; Λέγε!
-Έλα ρε Δέσποινα, τί να κάνουμε, γυρίσαμε χαράματα και σε δυο ώρες είχε δουλειά...
-Δυό ώρες; Δυο γαμημένες ώρες; Πας καλά ρε; Με τις καύλες που είχατε και οι δύο σε μισή ώρα θα του χες ρίξει δυο μουνιά και θα τον είχες ξαποστείλει. Γαμώ το φελέκι σου είσαι απερίγραπτη.
-Αφού με ξέρεις... Θέλω το παραμύθι μου δεν μπορώ έτσι τσακ μπαμ... Μαλακία έκανα, ε;

(από Khan, 04/08/14)

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπεκ στους προλαλήσαντες: Νεαρός άντρας, αρσενικό γκομενάκι. O Vrasta που αιτήθηκε, ζήτησε όρο για το αγγλικό «toy boy» (κυριολεκτικά «παιγνίδι - αγόρι») και δεν νομίζω πραγματικά ότι υπάρχει καλύτερος, περιεκτικότερος και επιτυχέστερος από τον «τεκνό». Σο:

Τεκνό - toy boy: Αγόρι έως και άντρας νεαρής ηλικίας, που έχει σχέσεις ενηλίκων (που στο χωριό μου τις λένε adult και αναφέρονται κυρίως σε διάφορα σεξουαλικά γούστα) με μεγαλύτερη κυρία. Πώς λέμε η φιλόλογος να τα φτιάξει με τον απουσιολόγο; Α, να γεια σου!

Ηλικίες: Κατά κύριο λόγο, αποδεκτό αντικειμενικά, παίζει σε αντρικό παστάκι. Παρόλα αυτά, όσο μεγαλύτερη η ηλικία της τεκνατζούς τόσο μεγαλύτερο μπορεί να είναι το αγόρι που χαρακτηρίζεται ως τεκνό (σαν να λέμε, για μια σαρανταπεντάρα, τεκνό - toy boy παίζει να είναι και ένας τριανταπεντάρης, που για μια δεκαοχτάχρονη θεωρείται πουρό - δεν υπάρχει αντικειμενική πραγματικότητα).

Καθήκοντα: Όχι αγάπη μου επειδή είσαι πιτσιρίκος, επειδή έχεις κοιλιακούς φέτες και κώλο για χούφτωμα, επειδή έχεις αντοχές και επαναλαμβανόμενες στύσεις, να θεωρείς τον εαυτό σου θείο δώρο για την ερωμένη σου, έτσι, χωρίς τίποτα άλλο, δεν παίζει. Έχεις καθήκοντα για να είσαι σωστό toy boy και, αν τα εκτελείς ορθά, θα κερδίσεις επάξια τα προβλεπέ οφέλη (βλ. παρακάτω). Σο, έχουμε και λέμε:

  • Υπάρχεις για να την υπηρετείς. Φροντίζεις για την ικανοποίησή της κάθε στιγμή. Δεν είναι δύσκολο, απλά δίνεις σημασία στο τί θέλει. Ποτό (πάμε στο μπαρ); Ένα συγκεκριμένο τραγούδι (πάμε στον dj); Κάτι ιδιαίτερο στο σεξ (πάμε προς τα κάτω);
  • Ένα σωστό τεκνό μαθαίνει γρήγορα πώς να αντιλαμβάνεται άμεσα τί ακριβώς θέλει εκείνη, χωρίς να του το ζητήσει.
  • Δεν κοιτάς άλλες - εννοείται βεβαίως.
  • Περνάς χρόνο μαζί της.

Οφέλη: Tι κερδίζει το toy boy από μια τέτοια σχέση;

  • Την ικανοποίηση της; (Duhhh!; που λέει κι ο acg). Δεν είναι αρκετή επιβράβευση αυτό; Δεν χαίρεται και εκείνος με την σειρά του όταν βλέπει την σύντροφό του να χαίρεται; Ε, αυτό είναι το κυριότερο, αλλά έχει και παράπλευρα οφέλη:
  • Αίσθηση ασφάλειας και έλλειψης περιττών ευθυνών. Δεν περιμένει να την προστατέψεις από τα κακά αυτού του κόσμου, δεν περιμένει να την καταξιώσεις, δεν περιμένει να την ταΐσεις, τα κανονίζει όλα αυτή και δεν σου σκοτίζει τομπούτσο (στάνταρ).
  • Γαμάτο σεξ, μιξοπαρθενιές κι αναστολές δεν έχουν θέση όπως ενδεχομένως στις συνομήλικες (στάνταρ).
  • Κανά δωράκι, μικρό συνήθως, αλλιώς μπορεί να ξεφύγει από τεκνό και να χαρακτηριστεί ζιγκόλι (ενδεχόμενο).
  • Δείπνα σε εστιατόρια που με τον μισθό του δεν τα βλέπει ούτε στην τηλεόραση (ενδεχόμενο).
  • Διακοπές σε ξενοδοχεία που με τον μισθό του δεν τα βλέπει ούτε στην τηλεόραση (ενδεχόμενο), και
  • (αν, λέμε τώρα, είσαι και το τεκνό καμιάς διάσημης - π.χ. μαντάνα βλέπε μήδι 1) σε δείχνει και η τηλεόραση που λέγαμε (χλωμό, αλλά 'ν'ν' κακό να το σκέφτεσαι).

Ά, να πω εδώ ότι, εκείνη η «boy toy» (και όχι toy boy) ζώνη της μαντάνας δεν έχει να κάνει με τα τεκνά, έχει να πει «Παιχνίδι Για Αγόρια», δεν μας αφορά στο παρόν και μην μπερδευτείτε (νομίζω θα φτερνίζεται η μαντάνα).


Δισκλαίμερ: όλα κι όλα, τις εϊτίλες τις ξέρω από τα ντοκιμαντέρ (μη σας πω μου τα 'πε η μαμά μιας φίλης μου) και τα υπόλοιπα από το κόσμο. Γκχμ.

Ντριν.
-Παρακαλώ;
-Μπέτυ, πες μου ότι δεν ισχύει αυτό που μου 'πε η Σουζάνα! Για όνομα του Θεού, εμφανίστηκες λέει στο Ακρωτήρι με τον Θανασάκη, τον γιο της Ελένης;
-Ε, ναι λοιπόν. Το ομολογώ. Είναι αλήθεια. Τα 'χουμε με τον Θανάση. Αλλά είναι πολύ ώριμο παιδί... (σ.ς. ε, ναι).
-Ώριμο παιδί; Ρε μαλάκα κοντεύεις σαράντα και αυτό είναι εικοσιτριών, τρελάθηκες; Τί δουλειά έχεις εσύ με το τεκνό; -Αχ μωρέ Κατερίνα μου, μου λέει ιστορίες από το σχολείο και με κάνει και γελάω. Και τον έχει όσο την ηλικία του. Και του σηκώνεται κάθε δέκα λεπτά. -Είσαι τρελή γαμώ το κέρατό μου, τεκνατζού εσύ, δεν το πιστεύω... Τί θα πεις της Ελένης άμα το μάθει;
-Χμμμ, ξέρω γω... Συγχαρητήρια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified