Χαδιάρα γυναίκα, σε εκνευριστικό βαθμό.
-Μου την σπάει αυτή η χαϊδομούνα!
Χαδιάρα γυναίκα, σε εκνευριστικό βαθμό.
-Μου την σπάει αυτή η χαϊδομούνα!
Got a better definition? Add it!
Χλιαρό ποτό, ως μη ώφειλε.
- Αυτή η μπύρα είναι σαν κλύσμα, δεν πίνεται!
Got a better definition? Add it!
Κακοτυχία, δυσάρεστη έκπληξη, κακή έκβαση.
Λέγεται και κλύσμα με τζατζίκι.
-Καλά, φάγαμε ένα κλύσμα χθές, μεγάλη ταλαιπωρία! Είχανε κλείσει οι δρόμοι και κάναμε τρεις ώρες για δέκα χιλιόμετρα!
Got a better definition? Add it!
Η οικονομική κατάσταση ασθενούς που επισκέπτεται έναν γιατρό.
Παράφραση του αιματοκρίτη που είναι αιματολογικός δείκτης.
-Θα τον στείλω να χειρουργηθεί σε δημόσιο νοσοκομείο. Δεν κάνει για το ιδιωτικό, έχει χαμηλό χρηματοκρίτη.
Got a better definition? Add it!
Συχνές, επίμονες συνουσιάσεις, ιδίως με άμαθες, πρωτάρες ή παρθένες. Στην κυριολεξία το καλαπόδι είναι ένα εργαλείο, στο οποίο τοποθετούν τα στενά παπούτσια για λίγες μέρες με σκοπό να ανοίξουν.
Got a better definition? Add it!
Η μπύρα.
- Πάμε να χτυπήσουμε δυο μπυρόνια; (= πάμε να πιούμε δυο μπύρες;)
Got a better definition? Add it!
Ο πρωκτός, η κωλοτρυπίδα, η σούφρα.
- Δίνει ροδέλα; (δηλαδή: κάνει πρωκτικό έρωτα;)
Got a better definition? Add it!
Ο πρωκτός. Συνώνυμο: κωλοτρυπίδα.
Από τον φόβο μου, έκανε να! η σούφρα μου! (αντανακλαστικός σπασμός του σφιγκτήρα)
Got a better definition? Add it!
Κάνω σκληρά μεροκάματα (ο γκασμάς είναι σκαπτικό εργαλείο).
- Εμένα που με βλέπεις, βαράω γκασμά. (Από συνέντευξη της λαϊκής τραγουδίστριας Στανίση, αναφερόμενης στο «νυχτοκάματο»)
Got a better definition? Add it!
Χαζός, συνώνυμο του βλήμα. Είναι σχετικά ήπιος χαρακτηρισμός (μπορεί να λεχθεί και με τρυφερότητα!).
Καλά, είσαι βλίτο;
Γράφεται και βλήτο, παρετυμολογούμενο από το βλήμα.
Got a better definition? Add it!