Άτομο που μεταφέρει μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών, συνήθως από χώρα σε χώρα, χωρίς να εμπλέκεται σε λιανεμπόριο. Βλέπε σχετικά βαποράκι, όπου το υποκοριστικό παραπέμπει σε διακίνηση μικροποσοτήτων, χωρίς όμως αυτό να είναι απόλυτο. Οι δύο όροι είναι εναλλάξιμοι.

Πιθανόν η μεταφορά μουλάρι καθιερώθηκε εξαιτίας της μεταφοράς ναρκωτικών με πραγματικούς ημίονους, πρακτική που παρατηρείται εκτός άλλων στην ελληνοαλβανική μεθόριο. Παρομοίως (ίσως) για το βαποράκι: ο κύριος τρόπος εισόδου των σκληρών ναρκωτικών (κόκα) στην Ελλάδα είναι δια θαλάσσης.

- Πώς έβγαλε ξαφνικά τόσα χρήματα αυτός ο μαλάκας;
- Ακούγεται πως κάνει το μουλάρι, φέρνει πρέζα από τα Σκόπια..

Αναπαράσταση μουλαριού που μεταφέρει ναρκωτικά (τσιμπημένη από ρατσιστικό άρθρο κατά Αλβανών).  (από Khan, 21/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρω / καταγγέλλω κάτι επιλήψιμο σε μια αρχή. Χρησιμοποιείται πολύ ως τραπεζική σλανγκ: οι τράπεζες ραπορτάρουν κάποια ύποπτη συναλλαγή πελάτη σε μια ελεγκτική αρχή, π.χ. την ΤτΕ. Επίσης στα social media, χρήστους ραπορτάρουν (κάνουν ρηπόρτ σε) άλλους χρήστες για ανάρτηση γυμνών φωτογραφιών, διπλά προφίλ, ρητορική μίσους κλπ.

- Αν μου φέρεις να επενδύσουμε αυτές τις εκατό χιλιάδες χωρίς δικαιολογητικά που να δείχνουν πώς τις απέκτησες, είμαι αναγκασμένος να σε ραπορτάρω. Δεν θα βρω εγώ το μπελά μου, οι ποινές είναι μεγάλες.
- Θα το ρισκάρω.
- Δεν στο συνιστώ. Θα δεχτείς πολύ σύντομα τηλεφωνάκι από ΣΔΟΕ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ντους, η πράξη του σύντομου λουσίματος στα όρθια χωρίς ξάπλωμα στη μπανιέρα. Ξεκίνησε να λέγεται ως ειρωνεία προς όσους αντί για το σωστό ντους (γαλλ. douche) λένε ντουζ, που στα γαλλικά σημαίνει δώδεκα (douze). Σταδιακά, όπως συνήθως συμβαίνει δια της επανάληψης, το ειρωνικό στοιχείο περνά σε δεύτερο πλάνο.

- Να σε περιμένω στις 5:30 σπίτι μου;
- Κάντο καλύτερα 5:45 να προλάβω να κάνω κι ένα δώδεκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σάρκινο εξόγκωμα που εμφανίζεται σε παχύσαρκους ανθρώπους στην περιοχή της μασχάλης και κρέμεται σαν βυζί. Μπορεί να είναι απλώς παρακολούθημα της συνολικής παχύσαρκης κατάστασης του σώματος ή να έχει πιο παθολογικό χαρακτήρα (λίπωμα) που εμφανίζεται και σε άτομα με κανονικότερο βάρος. Όπως και στη γυναικομαστία, ακριβής διαχωριστική γραμμή μεταξύ παθολογικής και νορμάλ μασχαλοβυζίας, οφειλόμενης σε παχυσαρκία, είναι δύσκολο να βρεθεί. Αλλά μπορεί και να λέω βλακείες αφού γιατρέσσα δεν είμαι.

Για πληροφορίες και φωτογραφίες εδώ.

- Πάχυνε πολύ η Καλλιόπη και κρέμασε μασχαλόβυζο. Με ξενερώνει..
- Άντε βρε βλάκα, σιγά το πράμα. Σβήσε το φως κι όλα καλά.

(από σφυρίζων, 03/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνεργάσου, πρόσεξέ με που σου μιλάω, δώσε βάση, συγκεντρώσου.

Συγκαταβατική / ελαφρώς πατερναλιστική αγγλοαμερικανιά που μεταφράζει σε ένα τεχνοκρατικό και αποπροσωποποιημένο problem solving ιδίωμα πιο παραδοσιακές εκκλήσεις για διαπροσωπική συνεννόηση και συνεργασία.

- Μωρό μου έχω όρεξη για σινεμά σήμερα..
- Συγγνώμη τι είπες δεν άκουσα;
- Work with me please...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified