Στα καλιαρντά είναι το κλάμα. Προκύπτει από το κουέλω που είναι εξελιγμένος τύπος του δικέλω που σημαίνει βλέπω (<dik (=κοίτα στη ρομανί) <dikhel =βλέπω, κοιτάζω, επιθεωρώ) και από τα φλόκια δηλαδή τα χύσια. Οπότε κουελοφλόκιασμα είναι σαν να λέμε τα χυσίδια των ματιών. Ποίηση!
Δε ξανάκλεψα τίποτα από τότε!!!!! Μούμεινε βλέπεις και σημάδι στο γόνατο να μου το θυμίζει. Τα ωραιότερα καλοκαίρια της ζωής μου ήτανε αυτά. Άραγε θάχω κανένα καλύτερο; Θα δείξει..... Πάω τώρα να πέσω για ύπνο γιατί που τα θυμάμαι θα με πιάσει κουελοφλόκιασμα και δε θέλω. (Μαρίνα Ζέας αποκατέ).