Further tags

Πρόθημα [τέσπα...] που δηλώνει τίτλο ευγενείας, εφάμιλλο του Μέγας Μαγίστρου, και που προσάπτεται ειρωνικά σε μεγαλόστομους και γκραν γαμάω τύπους. Επιτείνει την έννοια του χαρακτηρισμού που ακολουθεί.
Από το Δον (Don), τον ισπανικό τίτλο ευγενείας (από το λατινικό dominus) + Φον από το γερμανικό Von (από), αντίστοιχο του γαλλικού de και του ιταλικού de la που εισάγουν την καταγωγή/επικράτεια του ευγενούς. Προσφέρεται για αυτοσχεδιασμούς, ειδικά αν η επόμενη λέξη μεταλλαχθεί ώστε να ακούγεται ξενική.
Υπήρχε έργο του Ψαθά «Φον Δημητράκης», κάποιοι θυμούνται και τον Λούντβιχ φον Ντρέηκ ενώ ο El ingenioso hidalgo Don Quijote de la Mancha και ο Δον Ζουάν είναι πασίνγωστοι.

  1. - Όχι να το παινευτώ, αλλά μένω αξέχαστος στις γκόμενες... η μία με συστήνει στην άλλη...
    - Ώπα ρε Δον Φον Πουτσαρά...

  2. - Το σωματίδια Χίγκς; παλιά ιστορία...
    - Έλα ρε Δον Φον Προφεσόρ, πόσο παλιά δηλαδή;

  3. - Ο σπιτονοικοκύρης μου λέει πως είναι από τζάκι και κυκλοφορεί σα γύφτος....
    - Μιλάμε για τον Δον Φον Μαλακοπίτουρ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τουρκικής και δη Οθωμανικής προελεύσεως λέξη, που χρησιμοποιείται συχνά στα Νέα Ελληνικά [ρ. buyur «διατάζω», «buyrultu»επίσημη γραπτή διαταγή]. Αναφέρεται πρωτόλεια σε έγγραφη διαταγή, σε επίσημο έγγραφο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σήμερα χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε σε επίσημο έγγραφο, με δυσάρεστο συνήθως περιεχόμενο, εν είδει λογαριασμού ή υποχρεωτικής πληρωμής.

- Θα βγούμε αύριo;
- Αδύνατον, μου ήρθε το μπουγιουρντί της εφορίας και δεν ξέρω από πού να φύγω. Ξεκινάω συντηρητική ζωή και κλείνομαι μέσα επ' αόριστον!

δεν είναι και αυτό; το ευεργετικό για το στομάχι β/ελλαδίτικο έδεσμα; (από xalikoutis, 31/10/08)(από Vrastaman, 31/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μειωτικός/προσβλητικός χαρακτηρισμός για άτομα τα οποία επιδεικνύουν μια παράξενη ή ασύμβατη συμπεριφορά ως προς το γενικό περιβάλλον και ειδικότερα μανιώδη ενασχόληση με αντικείμενα ή θέματα διανοητικού/πνευματικού περιεχομένου, τεχνολογίας και αντίστοιχων παιχνιδιών (ηλεκτρονικών και μη). Η πιο άμεση απόδοση στην Ελληνική είναι: σπασίκλας, χωρίς να έχει όμως το “βάθος” της λέξης Geek (όπως φαίνεται παρακάτω), καθώς το μεγαλύτερο μέρος της εμμονής του σπασίκλα περιορίζεται στον ακαδημαϊκό τομέα.

Η λέξη στην Αγγλική θεωρείται 100% slang.

Γλωσσολογικά, η λέξη βρίσκεται στην Αγγλική: βλάκας/ηλίθιος (fool), Γερμανική: αλλόκοτος (freak), Ολλανδική: τρελός (gek), και Αλσατική διάλεκτο: Gickeles. Λόγω της παλαιότητας της λέξης, ο ορισμός της έχει αλλάξει σημαντικά στον χρόνο και όπως είναι φυσικό δεν υπάρχει μία, κοινά αποδεκτή επεξήγηση. Σε αυτό συμβάλλει και η νεότερη χρήση της λέξης, η οποία είναι ευρύτατη και σε διαφορετικά περιβάλλοντα. Ωστόσο, ο «πυρήνας» της λέξης και τα κύρια στερεότυπα του ανθρώπου που χαρακτηρίζεται ως Geek περιγράφονται στη συνέχεια.

Στερεότυπο Geek

Ντύσιμο
Πραγματικά (και όχι τεχνητά) ατημέλητο, το οποίο μπορεί να έχει πολλές εκφράσεις: jeans με άσχετο σακάκι, καρώ, ριγέ ή λευκά αλλά πάντα κοντομάνικα πουκάμισα και μπλουζάκια, υφασμάτινα παντελόνια με υπερβολικά ψηλά μπατζάκια αποκαλύπτοντας άσπρες κάλτσες (βλ. Φωτό 01Geek και 02Geek). Επίσης χαρακτηριστικά είναι τα T-Shirts με σλόγκαν που χαρακτηρίζονται ως «Inside Joke» (δηλ. έχουν νόημα μόνο για τους γνώστες) όπως: «Got Root», «Linux Inside», φωτογραφία του Γαλαξία με ένα βελάκι και την επιγραφή «You are here', κλπ. Γυαλιά, οπωσδήποτε μυωπίας «πατομπούκαλα» με χοντρό σκελετό (βλ. φωτό 03_Geek).

Αξεσουάρ
Πολλά στυλό στην τσέπη του πουκαμίσου με ή χωρίς πλαστικό προστατευτικό θηκάκι (ιδιαίτερα δημοφιλές στις δεκαετίες 70 και 80, ειδικά στην Αμερική). Πάκο χοντρά βιβλία, PDA, Laptop, Κινητό/δορυφορικό σταθμό της NASA. Πορτοφόλι το οποίο έχει φτάσει σε μέγεθος Filofax από τις χιλιάδες χαρτάκια που περιέχει.

Lifestyle
Μένει με τους γονείς του, οι φίλοι του είναι αποκλειστικά Geeks (δια ζώσης ή on-line) και το 100% του εγκεφαλικού χρόνου αναλώνεται στο αντικείμενο εμμονής του (έστω κι αν χρειάζεται παράλληλα να κάνει άλλες ασχολίες).

Ασχολίες - Εμμονές
• Τεχνολογία σε επίπεδο ανάλυσης κώδικα μηχανής (απευθείας σε BIN ή HEX καθώς οι γλώσσες προγραμματισμού είναι για τους άσχετους!). Ομοίως gadget κάθε είδους το οποίο »πουσάρουν« πέρα από τα όριά του (overclocking σε iPod).
• Κόμικς (ξέρουν απ’ έξω όλα τα τεύχη των X-Men που έχουν εκδοθεί ανά την υφήλιο, τι χρώμα σώβρακο φορούσε ο Roy Thomas όταν έγραφε το επεισόδιο #32 και τι καφέ ήπιε ο Neal Adams που το σχεδίασε!) • Fantasy σε όλα τα επίπεδα: λογοτεχνία, παιχνίδια, LARP (Live Action Role Playing) κλπ. Εννοείται ότι υπάρχει εικονοστάσι του Tolkien με το καντήλι να καίει γνήσιο essence από τα δάση του Lothlorien.
• Science Fiction επίσης σε όλα τα επίπεδα αλλά με ιδιαίτερη έμφαση στις ταινίες και τις τηλεοπτικές σειρές. Εξ ορισμού, περίοπτη θέση στην κατηγορία αυτή καταλαμβάνουν το Star Wars και το Star Trek (με τα επίσημα συνέδρια των αντίστοιχων Geeks να είναι λαμπρή απόδειξη). Τελευταίες προσθήκες το Matrix καθώς και οι σειρές Lost, Heroes, 4400.
• Παιχνίδια τα οποία απαιτούν υπομονή και έντονη πνευματική προσπάθεια (είπαμε, τα άλλα είναι για κατσίκια) όπως Dungeons and Dragons (το απόλυτο Geek στερεότυπο), Civilization, WOW και γενικώς οποιοδήποτε αξιοπρεπές RPG και RTS.

Όλα τα παραπάνω έχουν σημειολογική σημασία ως προς τα βασικά στοιχεία του χαρακτήρα ενός Geek, όπως σημειώνεται στην αρχή του ορισμού. Καθώς ο Geek έχει εμμονή με αντικείμενα ή ασχολίες που απαιτούν έντονη πνευματική/διανοητική προσπάθεια, όλα τα υπόλοιπα θέματα μπαίνουν σε 100η μοίρα (ντύσιμο, κοινωνική συμπεριφορά, ερωτικές σχέσεις). Ωσεκτουτού, ο Geek διαθέτει ιδιαίτερα αυξημένες γνώσεις/ικανότητες, στα αντικείμενα και ασχολίες που τον ενδιαφέρουν (έστω κι αν αυτά είναι ελάχιστα). Για τον ίδιο λόγο, τόσο ο ίδιος όσο και οι γύρω του, θεωρούν ότι ο Geek είναι αυθεντία, γκουρού στο αντικείμενο εμμονής του.

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η λέξη έχει ευρύτατη και πολύχρονη χρήση και πλέον έχει ξεφύγει από τα σχετικά στενά όρια του παρατεθέντος στερεότυπου. Έτσι, ο όρος χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει άτομα ή ομάδες ατόμων τα οποία μπορεί να μην ανταποκρίνονται απολύτως στα παραπάνω ως προς την εξωτερική εμφάνιση, αλλά παρουσιάζουν συμπεριφορά η οποία εντάσσεται στο γενικό μοντέλο.

Με την ευρεία υιοθέτηση της τεχνολογίας και των υπολογιστών (κατ’ εξοχήν το «πεδίο δόξης» των απανταχού Geeks), η κατηγορία διευρύνθηκε αισθητά, επιτρέποντας πλέον σε μια μεγάλη μερίδα Geeks, όχι μόνο να γίνει κοινωνικά αποδεκτή, αλλά σε πολλές περιπτώσεις, ανάγοντας τις σε επίπεδο »σταρ« (βλ. Bill Gates). Η «επανάσταση» του Geek-Chic (βλ. παρακάτω) περί τα μέσα της δεκαετίας του 90, επί της ουσίας επέτρεψε σε Geeks και στα αντικείμενα της εμμονής τους να αποκτήσουν ευρεία αποδοχή και στο πλατύ κοινό να «βγάλει» τον Geek που έκρυβε μέσα του!

Το ρεύμα Geek-Chic αναφέρεται στην ευρύτερη υιοθέτηση των στερεότυπων που περιγράφονται παραπάνω (γυαλιά, παιχνίδια, κόμικς, Sci-Fi, κλπ), έστω και με προσαρμογή στην εποχή. Για παράδειγμα τα no-name χοντρά γυαλιά, μπορούν κάλλιστα να είναι σικάτα αλλά πάντα Geeky όπως φαίνεται και στη φωτό 04_Geek της Stephanie Pakrul. Επίσης καλό παράδειγμα marketing του Geek-Chic είναι η τηλεοπτική σειρά Bones, όπου η πρωταγωνίστρια είναι στερεότυπο Geek ως προς τη συμπεριφορά, αλλά επιτυχημένη συγγραφέας, πάντα καλοντυμένη, σέξυ και ματσωμένη.
Μια έτερη άποψη ορίζει το Geek-Chic ως την ενσωμάτωση στοιχείων Geek σε τρέχουσες τάσεις της νεανικής μόδας ή τρόπου ζωής (παράδειγμα emo, Goth, κλπ.). Η τάση αυτή είναι τόσο διαδεδομένη, ώστε μερικά επιχειρηματικά μυαλά ίδρυσαν στην Αμερική την εταιρία παροχής προϊόντων και υπηρεσιών τεχνολογίας Geek Squad. Ομοίως, ένα site με ρούχα, αντικείμενα και gadgets που αποτελούν ύμνο στην Geek-οσύνη (και το εμπόριο!) είναι το απίθανο Think Geek.

Υπό αυτές τις συνθήκες λοιπόν, έγινε ευρύτερα γνωστή μια νεότερη »κατηγοριοποίηση« των Geeks ανάλογα με το αντικείμενο ασχολίας ή εμμονής τους. Χαρακτηριστικά των κατηγοριών αυτών αποτυπώνονται χιουμοριστικά στη σχετική αφίσα (βλ. φωτό 05_Geek).

Ενδεικτικές Κατηγορίες ή τύποι Geeks

Ο Über-Geek
Χρησιμοποιώντας τη γνωστή Γερμανική λέξη (με ελληνική ρίζα) »υπέρ«, ο Geek αυτός είναι ο απόλυτος άρχων, ο Μέγας Μαγίστρος, ο emocorας, ο γκραν γαμάω του χωριού (σημ: εάν κάποιος αυτοχαρακτηρίζεται ως Über-Geek, τότε πιθανόν να είναι απλώς Δον Φον). Μεγαλύτερη χαρά του, να αναγνωρίζεται ως τέτοιος από τους ομοίους του (τυπική Geek συμπεριφορά του είδους στις φωτό 06Geek και 07Geek).
Χαρακτηριστικότατο παράδειγμα οι Θεοί Über-Geeks, οι Bill Gates και Paul Allen (βλ. φωτό 08_Geek).

Ο Alpha-Geek
Παραφράζοντας το Alpha-Male, δηλαδή τον χαρακτηρισμό του κυρίαρχου αρσενικού σε μια αγέλη, ο Alpha Geek είναι ο δια χαρακτήρος ή/και πράξεων, αδιαφιλονίκητος ηγέτης μιας ομάδας Geeks. Στην επιστημονική/ακαδημαϊκή κοινότητα της Αμερικής, ο αντίστοιχος »εσωτερικός« όρος είναι Stud (επιβήτορας). Όπως είναι λογικό, ένας Alpha-Geek συνήθως είναι και Über-Geek.

Ο Fan-Geek
Ιδιοσυγκρασία: Συνομιλεί με ατάκες από τους Simpsons, το Star Wars, τα Lord of the Rings, το Star Trek, το Battlestar Galactica και το Matrix (το ευαγγέλιο του Geek-Chic). Διασκεδάζει με αντιπαραθέσεις τύπου: αν τσακωθούν ο Batman με τον Boba Fett ποιός θα νικήσει; (ο Batman).
Πιστεύω: Η Δύναμη (Force) υπάρχει, αλλά τα midi-chlorians είναι παπαριές. Ο Han πυροβόλησε πρώτος.
Τη βρίσκει με: τη πριγκήπισα Leia με outfit σκλάβας. Τον/την Starbuck. Το Amazing Fantasy No.15.

Ο Music-Geek
Ιδιοσυγκρασία: Θα είναι ευτυχής να σε σε μυήσει σε μουσική καλύτερη από τα mainstream σκατά που ακούς. Πάντα πρώτος για live τα οποία δεν ακούγονται. Πιστεύω: Τα MP3 δεν είναι τόσο καλά όσο τα CDs, τα οποία δεν είναι τόσο καλά όσο τα βινύλια, τα οποία δεν είναι τόσο καλά όσο οι κέρινοι κύλινδροι. Το υλικό των καλωδίων των ηχείων σου παίζει εξαιρετικά σημαντικό ρόλο. Τη βρίσκει με: μια πλήρη συλλογή Sub Pop Singles Club 45s. Το Behind the Music του VH1. Λυχνίες κενού.

Ο Gamer
Ιδιοσυγκρασία: ψηλά σκορ DEX και INT, χαμηλό CHA (εξ’ ου και η απουσία φίλων). Τάση για ακατανόητες προσβολές («I pwn3d u, n00b!»).
Πιστεύω: Το παιχνίδι Real World έχει φοβερό physics engine, γραφικά υψηλής ανάλυσης και πειστικό ήχο surround, αλλά η καμπύλη μάθησης του παιχνιδιού είναι απότομη. Τα κορίτσια θα έπρεπε να ντύνονται όπως η Yuna στο Final Fantasy.
Τη βρίσκει με: Spawn points, Haptic feedback, Pac-Man ringtones, Morgan Webb, Split-screen co-op.

Ο Gadget Geek
Ιδιοσυγκρασία: κοινωνικός όσο στέκεται στην ουρά για να παραγγείλει φαγητό, άγριος στα σχόλια του στο Gizmodo, φαινομενικά ήρεμος ενόψει των τύψεων του βιαστικού αγοραστή (βλ. σύνδρομο Apple Newton).
Πιστεύω: μπορώ να το φτιάξω. Δεν υπάρχει άλλος θεός εκτός του Μαγκάιβερ. Η τιμή θα πέσει σε κανα μήνα αλλά το χρειάζομαι τώρα. Τη βρίσκει με: το να ξεπακετάρει συσκευές, τις μπαταρίες Backup, τα μπλε LED, τα Laser pointers, άτομα που RTFM, πράγματα τα οποία κάνουν έντονα »κλικ«.

O Hacker
Ιδιοσυγκρασία: Χρόνια κακοδιάθετος – από την άλλη, το να έχεις ένα τόσο ανώτερο μυαλό είναι βαρύ φορτίο. Τάσεις παράνοιας.
Πιστεύω: ένας θα σταθεί, ένας θα πέσει. Η αλλεργία στον ήλιο είναι πραγματική ασθένεια. Cybersex: όχι απολύτως αηδιαστικό. Το περιοδικό 2600 έχει παραγίνει εμπορικό.
Τη βρίσκει με: την Trinity, ευφράδεια στη l33t, εντοπισμός πρακτόρων δίωξης ναρκωτικών στο DefCon.

Otaku
Ιδιοσυγκρασία: ανησυχητικά ευτυχισμένος /-η. Προτιμάει το διάβασμα από δεξιά προς τα αριστερά.
Πιστεύω: τα Manga είναι μέσο, όχι είδος. Τα Furries δεν είναι αηδιαστικά. Μπορώ να μάθω Γιαπωνέζικα από το Gundam. Η επόμενη μεγάλη κυκλοφορία anime θα είναι box office επιτυχία στη Δύση – αυτή τη φορά σίγουρα. Δεν είναι όλα πορνό με πλοκάμια εντάξει; Τη βρίσκει με: πορνό με πλοκάμια. »Βρώμικα« LARP. Sims για ραντεβού. Όλα τα kawaii.

(Ορισμένα από τα παραπάνω, κατόπιν προσαρμογής από σχετικό άρθρο του Wired)

Παρεμφερείς λέξεις οι οποίες χρησιμοποιούνται αναλόγως του αντικειμένου εμμονής ή τρόπου ζωής του Geek είναι: Nerd, Dork Wheenie (ή Tech-Weenie), Spaz, Dweeb, και το αγαπημένο μου (Βρετανικό): Anorak.

Παρεμπιπτόντως, όλοι εμείς που αναλώνουμε σεβαστό χρόνο για να ορίζουμε, να βαθμολογούμε και να γελάμε με όλα αυτά... ε, είμαστε Slang Geeks!!

Εντός του ορισμού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η διάρρηξη με στόχο την κλοπή χρημάτων ή πολύτιμων τιμαλφών κατά την οποία οι δράστες μπαίνουν στον εσωτερικό χώρο κτιρίου από άνοιγμα που σκάβουν στον τοίχο ή στο πάτωμα άλλου εφαπτόμενου κτίσματος. Η λέξη είναι γαλλικής προελεύσεως, από τον τίτλο γνωστής κινηματογραφικής ταινίας, με σενάριο μυθιστόρημα του Breton.

Απόσπασμα είδησης από το διαδίκτυο:
«Διάρρηξη με τη μέθοδο του ριφιφί, πραγματοποίησαν άγνωστοι τα ξημερώματα, σε κοσμηματοπωλείο επί της οδού Μενάνδρου 26 στο κέντρο της Αθήνας.Οι διαρρήκτες, τρύπωσαν στο μικρό κοσμηματοπωλείο, από την πίσω πλευρά του κτηρίου, που συνορεύει με παλιό εγκαταλελειμμένο σπίτι. Χωρίς κανείς να αναληφθεί το παραμικρό, άνοιξαν μια τρύπα στον τοίχο, και προχώρησαν στην κλοπή των κοσμημάτων. Αν και χτύπησε ο συναγερμός του καταστήματος, κανείς δεν ανησύχησε, καθώς το κοσμηματοπωλείο εξωτερικά δεν έφερε ίχνη παραβίασης».

Ριφιφί - σκηνοθεσία Ζυλ Ντασέν (από poniroskylo, 14/12/08)Σκηνή από το Ριφιφί (από poniroskylo, 14/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κομπρεμί είναι όρος κυρίως της πολιτικής και παραπολιτικής αργκό, που χρησιμοποιείται όμως και ευρύτερα, για να γίνει αναφορά σε παρασκηνιακές διαβουλεύσεις, συνδιαλλαγές και συμφωνίες ή αλλιώς θεσμικές και παραθεσμικές αλλαξοκωλιές.

Οι συνασπισμοί αυτοί γίνονται ακριβώς κάτω από το τραπέζι, στη ζούλα, γιατί η ανοιχτή παραδοχή της συνεργασίας ή και του στόχου της συνεργασίας θα έβλαπτε την εικόνα των δυνάμεων που κάνουν το κομπρεμί στα μάτια του ευρύτερου, πολιτικού ή άλλου κοινού, οπαδών ή όχι των δυνάμεων που κάνουν το κομπρεμί - ή επειδή απλά απαγορεύονται, λ.χ. επειδή πλήττουν τον ανταγωνισμό, περίπτωση καρτέλ. Φυσικά το κομπρεμί γίνεται εις βάρος άλλων δυνάμεων, και γενικά της διαφάνειας.

Να σημειωθεί ότι η συμβολή στο κομπρεμί μπορεί να γίνει είτε «ενεργητικά», με τις λογής λογής αβάντες, ή «παθητικά», με το να γίνονται διάφορα σκοτεινά σημεία της όλης κατάστασης γαργάρα ή με τα εν ψυχρώ «αδειάσματα» διαφωνούντων με το υφασματοσκοπούμενο κομπρεμί. Αρκετές φορές επιμέρους στόχος ενός κομπρεμί είναι το να γίνει ανεμπόδιστα σομπρέρο.

Σχετικά με την ετυμολογία, υποψιάζομαι ότι πρέπει να είναι από το γαλλικό compromis = συμβιβασμός, ή con premis = με προειλημμένη απόφαση (;). Όποιος γνωρίζει ας σημειώσει, γιατί ο γραφών είναι άγαλλος.

Αλίμονο, κανείς χώρος δεν είναι μονωμένος από τα κομπρεμί ή τις υποψίες τους, όπως φανερώνει και το σκάνδαλο της μπαγαποντοδοσίας στο παρόν site, που απεκάλυψε ο δαιμόνιος μαχόμενος δημοσιοκάφρος V.R.Astaman.

πολιτικό κομπρεμί
Έχουμε πρόταση εξουσίας, αλλά δεν θα φτιαχτεί με κομπρεμί με τα σημερινά κόμματα, είπε η Αλέκα Παπαρήγα στην Καρδίτσα.

οικονομικό κομπρεμί
- δημοσιογράφος Ελευθεροτυπίας (από τα 1998): Πιστεύετε ότι υπήρξε ένα άτυπο «κομπρεμί» η έστω κάποια ανταλλαγή μηνυμάτων μεταξύ του κ. Kωστόπουλου, που αποσύρθηκε, και του κ. Λάτση, που έδωσε ένα χαμηλό τίμημα; Tι δείχνει αυτή η χαμηλή προσφορά;

- Μιχάλης Σάλλας (δ.σύμβουλος της Πειραιώς) «Δεν νομίζω ότι υπήρξε κανένα «κομπρεμί» στην υπόθεση. Σε ό,τι αφορά την Πίστεως, είναι μια τράπεζα μεγάλη, με μακρά Ιστορία, εισηγμένη στο Χρηματιστήριο, πολυμετοχική».

πολιτιστικό κομπρεμί
Μονάχα η Άσπα άξιζε κι αυτή γιατί είχε τσαγανό, δεν υποτάχτηκε στα κομπρεμί και τα γλυψίματα, τους τα έκανε όλα μπουρδέλο κι έφυγε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερήλικας παππούς, αυτός που δεν μπορεί να πάρει τα πόδια του, ο κατάκοπος!

- Αυτός ρε συ κρατιέται καλά, είναι γύρω στα 65. - Τι 65 ρε μαλάκα, αυτός είναι με το ένα πόδι στον τάφο, σκέτο ραμολιμέντο ο άνθρωπος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χυδαία γλωσσολογία το θέλει μετάφραση της γαλλικής λέξης τουπέ* που κυριολεκτικά σημαίνει φράντζα (ή αφέλειες) και μεταφορικά ακριβώς αυτό που σημαίνει και στην τρέχουσα χρήση στα ελληνικά: την συμπεριφορά που έχει ο ψηλομύτης, την επιδεικτική αδιαφορία που πηγάζει από την ανωτερότητα που αισθάνεται ο φραντζούχος (ή ο αφελής). Έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν κατάλαβα τη διαφορά.

Η προχωρημένη, ελληνοκεντρική γλωσσολογία, που μένει μακρυά από την ψευτοπροοδευτική, ψευτοαναρχική και ψευτοαριστερή (που έλεγε και ο κυριάκος βελλόπουλος όταν ακόμα πούλαγε γλιγλία) προπαγάνδα, αποδίδει τις προφανείς ελληνικές ρίζες στον όρο, αν και οι γνώμες των εθνικοφρόνων διχάζονται.

Είτε προέρχεται από νταχτιρντιστικό κούπε-πέ, με διπλή παραλλαγή του κάπα σε ταυ και βαριεστημένη παράλειψη, αποδίδοντας την τραυματική παιδική ηλικία και την έλλειψη στοργής που αντιμετώπισαν οι τουπούχοι κατά τον απογαλακτισμό, είτε από την ισπανοφανή απόδοση ιδιοκτησίας στον Πέπε, υποκοριστικό του Περικλής, με σύνθλιψη του εσωτερικού αναδιπλασιασμού. Χέσε μας τώρα με το μαλάκα που φωτογραφιζόντουνε με την περικεφαλαία, λες και αυτός ήντουνε και άλλος δεν ήντουνε...

*γαλλικά στο κείμενο

  1. - Κοίτα τουπέ το μαλακιστήρι, που με το που πήρε το γκάμπριο δε μας μιλάει!

  2. (σε πρόβα μπλακ μέταλ συγκροτήματος)
    - Μαλάκες, ακούστε ρυθμό που σκέφτηκα για το κουπλέ: τουπέ-τουπέ-τουπέ-τουπέ-τουπέ-τουπέ-τρρρρρρρρρρ-τσσσσσσς-τουπέ-τουπέ-τουπέ.
    - Καλά, μαλάκα, γαμεί! Μην το πάρεις και πάνω σου όμως...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιεροτελεστία η όποια απαιτεί ευχέρεια χρόνου, και αναζωογονεί πλήρως έναν άνδρα, όπως το μεγάλο σέρβις των 60.000 χλμ αναζωογονεί ένα αυτοκίνητο.
Είναι σέρβις 4 σημείων απαραιτήτως. Οποιαδήποτε παράλειψη το καθιστά απλό σέρβις, και τα βήματα θα πρέπει να γίνονται με τη σωστή σειρά για καλύτερα αποτελέσματα.
1. Μαλακία
2. Χέσιμο
3. Μπάνιο
4. Ξύρισμα

- Τι έγινε αγόρι μου; Κάναμε σέρβις;
- Όχι απλό σέρβις φίλε, φουλ σέρβις.
- Έπρεπε να το φανταστώ, εσύ έγινες άλλος άνθρωπος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μόνος. Χωρίς γκόμενα /-ο.

  1. - Θα σκάσεις με την Μαρία το βράδυ;
    - Όχι θα είμαι σόλο.

  2. - Παίζει καμιά γκόμενα αυτή την περίοδο;
    - Μπα, Χαν Σόλο είμαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το Zippo ανάβει φωτιές από το 1933 και παραμένει ο αδιαμφισβήτητος βασιλιάς των αναπτήρων. Όπως τόσα άλλα διαχρονικά φετίχ – π.χ. ο σκαραβαίος, το Λιλί Μαρλέν, κ.ο.κ. – η λατρεία για αυτό διέπει το καλό και το κακό. Την δεκαετία του 60 μερικοί χάραξαν πάνω του το σύμβολο της ειρήνης. Άλλοι πυρπόλησαν με αυτό περισσότερους Βιετκόνγκ απ’ ότι όλες οι βόμβες νάπαλμ μαζί.

Η επιδέξια έως και φιγουρατζίδικη χρήση του Zippo αποτέλεσε κομμάτι της τελετουργίας ενηλικίωσης όλων μας.

Ένας τέτοιος αναπτήρας δεν μπορεί παρά να έχει και ξεχωριστό καύσιμο – το μόνο που αγαπήθηκε στο βαθμό που του δόθηκε ένα προσφιλές προσωνύμιο, το ζιπέλαιο! Πέραν όμως της ανάφλεξης, το ζιπέλαιο χρησιμοποιείται και για 1002 επιπλέον σκοπούς – όπως ενδεικτικά τον καθαρισμό λεκέδων, το στίλβωμα της ταστιέρας ενός μπαγλαμά, την αφαίρεση γράσου από αλυσίδες, το επαχθές για τον εγκέφαλο μαστούρωμα!

- Μια φορά (…) έλουσα τα δάχτυλα μου με ζιπέλαιο και έβαλα φωτιά μπροστά στην έντρομη κοπέλα μου, η οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή μου ζητούσε επιτακτικώς να της δηλώσω πως την αγαπώ. Εκείνη ούρλιαζε κι εγώ φυσούσα ψύχραιμος τα δάχτυλα μου και ικανοποιημένος που έστω κι έτσι έληξα την ηλίθια συζήτηση (Αφήγηση ψυχάκια σε φόρουμ)

- Είχα κολλήσει κάτι αυτοκόλλητα και τα έβγαλα αλλά έχει μείνει κόλλα, με βενζίνη θα τη βγάλω; για πείτε..
- Η λύση είναι μια Ζιπέλαιο.. Αυτο που βάζετε κ στους αναπτηρες Zippo (VW φόρουμ)

- Την πρωτιά στις προτιμήσεις των εφήβων κατέχει το χασίς και ακολουθούν οι μεθαμφεταμίνες και τα εισπνεόμενα. Τα περιβόητα χάπια «έκσταση» και το υγρό με το οποίο γεμίζουν οι αναπτήρες (σ.σ. το γνωστό σε όλους ζιπέλαιο) προτιμώνται κυρίως από τους μαθητές, καθώς μπορούν να τα προμηθευτούν εύκολα και με μικρό κόστος (Εφημερίδα «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ»)

Ο Ελβετικός σουγιάς των καυσίμων (από Vrastaman, 27/12/08)(από vikar, 12/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified