Further tags

Αυτή που δεν μπορεί να φτάσει σε οργασμό. Σχηματίζεται κατά τα θηλυκά ουσιαστικά νέας κοπής σε -κιά. Η ιδιότητα αυτή τεκμαίρεται απ' το γεγονός ότι δεν θέλει να κάνει σεξ μαζί μας, απολύτως, ή σχετικώς, δηλαδή όσο συχνά θα θέλαμε. Η υποκειμενική αυτή αίσθηση που μας αφήνει η εν λόγω γκόμενα συνήθως είναι ασφαλές κριτήριο για την ένταξή της στην αποτρόπαιη κατηγορία (ως λέξη σλανγκ εννοείται ότι μας απασχολεί μ' αυτήν την ευρεία έννοια κι όχι με την κυριολεκτική).

Αν δούμε στρουκτουραλιστικά την έννοια σε μια γκομενική συγχρονία, τότε έχουμε την πουτάνα που πάει με όλους, την καριόλα, που πάει με όλους εκτός από σένα, και την ανοργασμικιά, που είναι η τείνουσα προς την καριόλα, η would-be καριόλα, αυτή δηλαδή που υποψιαζόμαστε ότι είναι καριόλα, αλλά δεν την έχουμε ακόμη πιάσει επ' αυτοφώρω. Οπότε εν τω μεταξύ την τοποθετούμε στους αντίποδες της πουτάνας, ως αυτή που δεν πάει ούτε με άλλους, ούτε με εμένα, μέχρι να συμπέσει με την καριόλα.

Τον ορισμό και το φήλινγκ της ανοργασμικιάς τα έχει βγάλει με τρόπο κλασικό ο Μηλιώκας στο αρχετυπικό άσμα του, βλέπε παράδειγμα.

Σκύλα, δε θα σου τηλεφωνήσω
κι αν με πάρεις θα στο κλείσω, θα σου δείξω εγώ
Κάργια, έσκισα τα γράμματά σου
μάζεψα τα πράγματά σου, τέρμα ως εδώ

Γιατί είσαι άχαρη, είσαι αχάριστη
είσαι μονόχνωτη, κομπλεξικιά
Γιατί είσαι άγαρμπη, είσαι αναίσθητη
είσαι κρυόκωλη, και ανοργασμικιά και ανοργασμικιά

Κτήνος, δε μου φτάνει ένα μπουκάλι
με κατάντησες ρεμάλι κι αλκοολικό
Βούρλο, πρώτα θες να με φυτέψεις
κι ύστερα θα με πιστέψεις πόσο σ' αγαπώ.

Επωδός.

Το άσμα του Γιάννη Μηλιώκα, μετά το άσχετο σκετσάκι (από Hank, 30/12/08)Και εδώ χωρίς σκετσάκι. (από vikar, 18/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κυριολεξία της φράσης παραπέμπει προφανώς στον πεοθηλασμό. Αλλά η φράση χρησιμοποιείται μεταφορικά για κάθε κακό, που οι συνέπειες και η έκτασή του δεν έχουν φανεί ακόμη, αλλά είναι απλώς θέμα χρόνου και δεν έχουμε παρά να περίμενουμε παθητικά την εκδήλωσή τους. Λέγεται και ειρωνικά για τους ανθρώπους που περιμένουν με στωική απάθεια κι έτσι συμμετέχουν ή συναινούν έμμεσα σε μια ανεπιθύμητη κατάσταση.

- Πάντως οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης δεν έχουν φανεί ακόμα!...
- Καλά! Ρούφα κι έρχεται!...

Στο 2.46. (από Khan, 22/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι λέει η έκφραση. Η γκόμενα που ευεργετείται και ανταποδίδει την ευεργεσία φορώντας περικοκλάδες στον ευεργέτη της. Το φαινόμενο είναι πολύ συχνό είτε διότι οι ευεργέτες είναι λεφτάδες αλλά πουρά και μπουχέσες, που αναπτύσσουν σχέση ιδιοκτησίας με την γκόμενα, είτε γιατί είναι στην φύση του ευεργετημένου να αδικεί τον ευεργέτη του, βλ. Ιούδα, Ρόμπερτ Φορντ, Βρούτο, Κάσσιο κ.ο.κ.

Και εδώ το τέλειο παράδειγμα είναι από τραγούδι του σλάνγκαρχου Γιάννη Μηλιώκα.

Σε ντύνω, σε ταΐζω, σε σπιτώνω,
σε πήρα με κουμπάρο και παπά,
και ήθελα από σένα ένα μόνο,
να περπατάς στο πλάι μου σεμνά!
(Σημ.: Έπρεπε να πάρει τον Καραμανλή, τότε...)

Η ψείρα, όμως, λέει μια παροιμία,
όταν χορτάσει, βγαίνει στο γιακά,
και σ' έπιασα στα πράσα μια πρωία,
με κάποιο μικρομέγαλο λαπά!

Τρελάθηκα! Όταν σε είδα!
Τρελάθηκα! Λασκάρισε η βίδα!

Επωδός:
Όξω! Αλλού τρως!
Όξω! Αλλού πίνεις!
Όξω! Αλλού τρως, αλλού πίνεις,
και αλλού πας και το δίνεις! (δις)

Ξεκίνησε η σουπιά η αδερφή σου,
να 'ρθει για να θολώσει τα νερά,
τα λόγια της κοντέψαν να με ψήσουν,
στα μάτια όμως είδα πονηριά

Στο νου μου ο σκερβελές σε μαύρα χάλια,
στο πάρε δώσε και στο vis-a-vis
και συ να έχεις χάσει τα πασχάλια
σε μια κεφαλοκλείδωμα λαβή.

Επωδός.

(από Hank, 30/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πουστιά. Αλλά το «πουστρηλίκι» φανερώνει μια λίγο πιο μόνιμη ιδιότητα (κατά τα «προεδριλίκι», «παραγοντιλίκι»), είναι τουρκογενής λέξη, οπότε παραπέμπει στα έθιμα της οθωμανικής περιόδου, και είναι κάτι που το ασκεί ως οιονεί εξουσία ο γκέης.

Τι τσατσιές και πουστρηλίκια είναι αυτά, γαμώ το φελέκι μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση του «πού 'σουνα»/ «πού ήσουνα», η οποία ακολουθεί το καυλώστονα!. Για την πλήρη σειρά βλέπε το παράδειγμα. Όπως το «καυλώστονα» υπονοεί είτε ότι ο ερχόμενος έρχεται καυλωμένος (με κυριολεκτική ή μεταφορική έννοια), είτε ότι εμείς ως υποδεχόμενοι τον θεωρούμε με έγκαυλη διάθεση, έτσι το «πούτσουνα» υπονοεί ότι ο ερχόμενος προέρχεται από μια οποιασδήποτε υφής πουτσοτσάρκα.

- Καυλώστονα!
- Καυλώς σας βρήκα!
- Πούτσουνα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Jefferson! Είναι ο τύπος με το αυτάρεσκο αστραφτερό χαμόγελο και το ωραίο σώμα, που (θεωρεί ότι) καμία γυναίκα δεν θα μπορούσε να του αντισταθεί, ακόμα και αν τον έβλεπε να της φέρνει παραγγελία πίτσα στο σπίτι.

Η προέλευση του λήμματος Jefferson, και για τους μυημένους στο Παντρεμένοι με Παιδιά είναι από τον άντρα της Μάρσυ, ο οποίος είναι η πλέον τυπική no-name φάτσα αμερικάνικης τσόντας της δεκαετίας του 80.

- Καλά ρε συ, τι είναι αυτός ο Jefferson που κουβάλησε η Εύη, για να σε κάνει να ζηλέψεις;;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H παροιμία:«Να μουν τον Μάη γάιδαρος, τον Αύγουστο κριάρι, όλον τον χρόνο κόκορας και γάτος τνο Γενάρη» παραπέμπει στις εποχές του έτους όπου η σεξουαλική κορύφωση για αυτά τα ζώα χτυπάει ταβάνι.

Ως γνωστόν, οι γάτοι παθαίνουν ψυχικό λαλά τον Γενάρη, τον μήνα του φυστικώματός τους. Τότε η σεξουαλική τους φούντωση χτυπάει κόκκινο. Δεν κρατιώνται.

Έτσι λοιπόν, όταν αποκαλούμε κάποιον «γεναριάτικο γάτο», μιλάμε για κάποιον που, είτε λόγω των σπεκς του, είτε λόγω συγκυριών, η ανάγκη του για θηλυκό τον κάνει πυραυλοκίνητο. Τρελαίνεται για σεξουαλική περίπτυξη, την οποία αποζητά μετά μανίας. Και όχι ειδικά τον Γενάρη.

Αναλυτικότερα μιλάμε για κάποιον:

  1. με έντονες σεξουαλικές ορμές. Για κάποιον που έχει υπερευαίσθητο σένσορα, που ανάβει με το παραμικρό και δεν χάνει ευκαιρία για ευκαιρία. Όσο πιο συχνά, τόσο πιο καλά. Έτσι, πού τον χάνεις, πού τον βρίσκεις (είτε νοερώς, είτε κυριολεκτικώς), στο γήπεδο βρίσκεται (βλ. παράδειγμα 1).

  2. που λόγω κάποιων καταστάσεων μπορεί να γίνει ταύρος εν υαλοπωλείω από την έλλειψη της σεξουαλικής απόλαυσης. Παρακάτω αναφέρονται κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις. Θα μπορούσαμε λοιπόν να αναφερθούμε:

α. σε κάποιον φαντάρο που, λόγω συγκυριών, δεν έχει συχνές σεξουαλικές επαφές, εξαιτίας του γεγονότος πως δεν έχει εξόδους (π.χ: στην περίοδο που μεσολαβεί από την παρουσίασή του μέχρι τη μέρα που ορκίζεται, στην περίοδο που είναι τιμωρημένος, κλπ)

β. σε έναν ναυτικό που, βολοδέρνοντας στη θάλασσα, θα του στρίψει, αν δεν εκτονώσει την επιθυμία του σε κάποιο λιμάνι. Κι όσο για τη γυναίκα του... τη στολίζει με περικοκλάδες, απ' όλες τις γωνιές της υφηλίου. Και μιλάμε για περικοκλάδες παντός καιρού. Μιλάμε για αυτές που δεν περιμένουν την άνοιξη για να ανθίσουν.

γ. σε κάποιον που είναι βραχωμένος σε έναν γάμο που δεν τον ικανοποιεί πλέον, ωστόσο όμως δεν θέλει να χωρίσει, αναλογιζόμενος τις συνέπειες μιας τέτοιας απόφασης (π.χ: δεν θέλει να δημιουργήσει πρόβλημα στα παιδιά του). Έτσι επιθυμεί πού και πού να χαλαρώνει τη θηλιά που τον πνίγει, αναζητώντας πρόσκαιρες περιπέτειες.

Για την β περίπτωση, βλ. παράδειγμα 2.

  1. που συνδυάζει την α και τη β περίπτωση.

Σημείωση:
Σε κάθε μια από τις παραπάνω περιπτώσεις η πλεκτική αποτελεί ένα κανάλι προσωρινής εκτόνωσης.

  1. - Ο Μανώλης πάντως, πολύ ταχυπηδήκουλας αδερφάκι μου. Τα 'χει με τη Λόλα, με τη Λίλιαν, με τη Σούζι, με την Αφροξυλάνθη και με τη Φλώρα ταυτοχρόνως. Τον θυμάσαι τον Μάνθο Φουστάνο στο [B]«Κωνσταντίνου και Ελένης»; Για τέτοια περίπτωση μιλάμε. Μη δει θηλυκιά γάτα. Ερεθίζεται. Γεναριάτικος γάτος ο τύπος. Είναι και Γενάρης τώρα... χα χα χα
    - Πάντως πρέπει να 'ναι και πολύ γατόνι ώστε να μπορεί να πετάει από κανάρα σε κανάρα (βλ. επαναληπτική καραμπίνα) και να μην τον έχει αντιληφθεί ακόμα καμιά τους.
    - Ουάου. Κανάρες που πνίγουν το γατοκούνελο!

  2. - Που λες, τόσο η Σοφία, όσο κι ο Κώστας ο άνδρας της έχουν γεμίσει το σπίτι τους... με περικοκλάδες.
    - Τους αρέσουν τα λουλούδια ε;
    - Όχι. Μόνο οι περικοκλάδες!
    - Πώς αυτό;
    - Ο Κώστας σα ναυτικός... είναι γεναριάτικος γάτος, μέχρι να βρει γυναίκα. Κι αυτή πάλι δεν είναι η Πηνελόπη. Με πιάνεις υποθέτω... Έτσι το σπίτι τους θυμίζει ζούγκλα απ' την οργιώδη βλάστηση... ακόμα και στο καταχείμωνο. Μόνο ο Μάκης λείπει για να δέσει το γλυκό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλασική έκφραση που σημαίνει ότι κάποιος άλλος είπε πρώτος αυτό που θέλαμε να πούμε. Μόνο που στην σλανγκική εκδοχή της χρησιμοποιείται κυρίως όταν ο λόγος είναι περί παργαλάτσου, με ευκόλως εννοούμενο υπονοούμενο για στοματικό σεξ. Κι επειδή λίγοι έχουν την τιμιότητα να βγούνε τόσο ευθαρσώς από την ντουλάπα, ή, αν είναι γυναίκες, να παραδεχτούν ότι είναι τέτοιες ασύστολες τσιμπουκλόβιες, η έκφραση χρησιμοποιείται συνήθως στο τρίτο πρόσωπο για να καυτηριάσουμε/ στιγματίσουμε κάποιον/α που τον θεωρούμε τελειωμένο/η.

(Στο ρεππαπαπαθανασιούργημα «Safe Sex» παρουσιάζεται ριάλιτι σόου με θέμα τον πληρωμένο έρωτα. Συμμετέχουν ένας «συνοδός» και μια γριά πόρνη έμπειρη από εκπομπές Μικρούτσικου, πλην ο νεαρός συνοδός δεν γνωρίζει τις επίσημες ονομασίες των σεξουαλικών πρακτικών. Λέει «τσιμπούκι», οπότε ο παρουσιαστής κόβει επί τόπου την εκπομπή, κι ακολουθεί ο διάλογος):

Νεαρός: Καλά, και πώς να πω το τσιμπούκι;
Παρουσιαστής: Πεοθηλασμό!
Γριά: Απ' το στόμα μου το πήρες!

(από Khan, 18/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερθετικός του τον παίρνει, με την έννοια του συνουσιάζεται ως παθητικός ερώμενος, για να χαρακτηρίσουμε κάποιον που θεωρούμε τελειωμένο, τόσο που η σεξουαλική πρακτική έχει επιπτώσεις και στην ανατομία του. Βεβαίως είναι και βρισιά εμφατική του «τον παίρνεις», στο β' πρόσωπο.

  1. - Μου φαίνεται ότι ο Σάκης το κανελώνει το ρυζόγαλο. Λες να τον παίρνει;
    - Μωρ' τον παίρνει και γέρνει!

  2. (κατά την διάρκεια βρις-οφ):
    - Τον παίρνεις!
    - Τον παίρνεις και γέρνεις!

(από Khan, 29/06/12)

Δες και γέρνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι σε στύση. Κλασική μεταφορά, που είναι πρόσφορη για λογοπαίγνια στο στρατό, στον κόσμο της φωτογραφίας (με τις παλιές μηχανές τουλάχιστον) κτλ.

Ο Βάγγελας όπλισε κι ετοιμάστηκε να σκοράρει.

Got a better definition? Add it!

Published