Σύφιλη: γνωστό αφροδίσιο μεταδοτικό νόσημα, που τα παλαιότερα χρόνια ως γνωστόν ήταν ανίατος λόγω ελλείψεως ανάλογης φαρμακευτικής αγωγής.

Η νόσος κατέληγε σε τρέλα. Όταν λοιπόν κάποιος συφιλιάζεται σημαίνει ότι τρελαίνεται.

Πήγα να ζητήσω ένα χαρτί από την εφορία και, μόλις έφτασα μετά από ώρες στο κατάλληλο γραφείο, η υπάλληλος λιμάριζε τα νύχια της! Συφιλιάστηκα! Χρειάστηκαν πέντε νομάτοι να την πάρουν από τα χέρια μου!!!

Friedrich Nietzsche: Οι κακές γλώσσες λένε ότι η "τρέλα" του και το "τρελό" βλέμμα στα τελευταία χρόνια της ζωής του οφείλονται σε επίσκεψη σε συφιλιάρα. (από Hank, 04/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε όταν κάτι δεν είναι καθόλου επαρκές.

- Πώς να ζήσεις σαν άνθρωπος με μισθό 700 Ευρώ, ρε συ; Αυτά δε φτάνουν ούτε για το ζήτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για ανθρώπους που στο παρελθόν ήταν πάντα υπό και ξαφνικά, εξαιτίας κάποιων αξιωμάτων ή χρημάτων που απέκτησαν κατά τύχη, βγάζουν όλο τους το κόμπλεξ και το παίζουν κάποιοι.

- Τον είδες τον Γιαννάκη; Τόσο καιρό ήταν το παιδί της φάπας και τώρα ξαφνικά που μου 'γινε και δημοτικός σύμβουλος, δεν καταδέχεται ούτε να μας μιλήσει.
- Έτσι. Ο μούτσος που γαμούσαμε έγινε καπετάνιος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συγκεκριμένη λέξη συντάσσεται στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων χρήσης της, με το ρήμα κάνω (σε διάφορα πρόσωπα και χρόνους) και μία εκ των αντωνυμιών μου, σου, του και τους. (π.χ. κάνω τις ψακτικές μου)

Όσον αφορά το πού τη χρησιμοποιούμε...

Γενικά, κάνω τις ψακτικές μου για να βρω κάτι ή κάποιον. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, ιδού κάποιες ενδεικτικές περιπτώσεις χρήσης της:

α) Για εύρεση ανθρώπων:
Κυρίως χρησιμοποιείται από κάποιον ή κάποιους που ψάχνουν άτομα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (π.χ. οπαδούς ομάδων, μέλη κομμάτων κτλ) και συνήθως με κακό σκοπό. Κλασσικά, ψακτικές κάνουν οι μπάτσοι για να συλλάβουν μέλη διαφόρων μειονοτήτων. (Αλλοδαπούς,«κουκουλοφόρους» -επίκαιρο- και λοιπούς «επικίνδυνους τύπους»).

β) Για εύρεση αντικειμένων:
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, κάποιος κάνει τις ψακτικές του, προκειμένου να βρει κάτι που έχει χάσει ή για να εντοπίσει πιο προϊόν είναι το καταλληλότερο για αγορά.

γ) Για εύρεση πολιτικών, θρησκεύτικων, υπαρξιακών και λοιπών πεποιθήσεων: Αυτού του είδους οι ψακτικές αφορούν τις έρευνες που κάνουν κυρίως νέα άτομα για να ορίσουν πού κλίνουν όσον αφορά τα παραπάνω, άλλα και άλλα ζητήματα.

Τα παραδείγματα, νομίζω, λύνουν οποιαδήποτε απορία.

- Και φυσικά την αστυνομία και τον τρόπο που λειτουργεί την ξέρουμε, δεν τη μάθαμε τώρα. Και φυσικά τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει στη μεθοδολογία τους. Θα συνεχίσουν να κάνουν ψακτικές στη μέση του δρόμου σε ανθρώπους που είναι 'ύποπτοι'. (theintvduals.wordpress.com)

- Οι «ψακτικές» μου με οδηγήσανε στις Sony και ειδικά στις 40W και 40V 3000 (για τις Χ ξεφεύγει πολύ το θέμα δυστυχώς) και είδα και μερικές Philips που μου άρεσαν καθώς είδα ότι έχουνε μικρότερο χρόνο ανταπόκρισης αλλά και επειδή έχω πολύ καλή εμπειρία με την συγκεκριμένη μάρκα. Το ambilight δεν ξέρω πόσο προσθέτει στην εμπειρία ενός παιχνιδιού αν έχει κάποιος προσωπική εμπειρία ευπρόσδεκτη η παράθεσή της εννοείται. (http://avclub.gr/forum/archive/index.php/t-16996.html)

- Και εγώ συμφωνώ ότι η εκκλησία έχει καταντήσει επιχείρηση κτλ κλτ αλλά πάλι και εσείς ή όποιος τέλος πάντων λέγεται άθεος, διαχωρίστε επιτέλους ότι άλλο πίστη και άλλο -πάω κάθε Κυριακή εκκλησία και κάθε καλοκαίρι στην Τήνο και παίρνω ό,τι έχει γραφτεί σε γραφές κυριολεκτικά-. Κοινώς μη χώνουμε τους θεούσους/σες που θέλουν να επιβάλλουν την «πίστη» τους και αυτούς που πιστεύουν, έχοντας όμως κάνει πρώτα τις ψακτικές τους, στο ίδιο τσουβάλι. (http://www.insomnia.gr/forum)

(από xalikoutis, 15/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιεροτελεστία η όποια απαιτεί ευχέρεια χρόνου, και αναζωογονεί πλήρως έναν άνδρα, όπως το μεγάλο σέρβις των 60.000 χλμ αναζωογονεί ένα αυτοκίνητο.
Είναι σέρβις 4 σημείων απαραιτήτως. Οποιαδήποτε παράλειψη το καθιστά απλό σέρβις, και τα βήματα θα πρέπει να γίνονται με τη σωστή σειρά για καλύτερα αποτελέσματα.
1. Μαλακία
2. Χέσιμο
3. Μπάνιο
4. Ξύρισμα

- Τι έγινε αγόρι μου; Κάναμε σέρβις;
- Όχι απλό σέρβις φίλε, φουλ σέρβις.
- Έπρεπε να το φανταστώ, εσύ έγινες άλλος άνθρωπος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βαθυστόχαστη προσέγγιση του αληθινού νοήματος της ζωής από τον πάνσοφο ελληνικό λαό.

- Ρε Μιχάλη, μη χαλιέσαι που δεν πέρασες Πάντειο. Σε τελική ανάλυση, ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε και ό,τι αρπάξει ο κώλος μας είναι αυτή η ζωή.

Για αναλόγου βάθους έκφραση περί του νοήματος της ζωής βλέπε και θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι ο φτωχός

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δικαιολογία που προτάσσει ένας καλλιτέχνης του κώλου προκειμένου να υπερασπιστεί το έργο του. Λέγοντας αυτό, ο ψευδο-καλλιτέχνης εννοεί ότι η συγκεκριμένη επιλογή του είναι θέμα προσωπικής του άποψης οπότε δεν χωράει άλλη εξήγηση. Έτσι βουλώνει το στόμα των αδαών.

Κυρίως όμως το λέμε εμείς όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ένα τέτοιο έργο και δεν ξέρουμε να εξηγήσουμε τίστομπούτσο είναι αυτό που βλέπουνε τα μάτια μας.

(Το λέμε όμως και όταν πράγματι αυτό που αντικρύζουμε είναι ιδιαίτερο αλλά τυχαίνει να είμαστε εμείς οι ανίδεοι και δεν ξέρουμε τι να πούμε. Εν τοιαύτη περιπτώσει, όταν βρισκόμαστε μπροστά σε ένα έργο τέχνης, ταινία, κείμενο κλπ το οποίο δεν κατανοούμε αμέσως, κινδυνεύουμε είτε να το παραγνωρίσουμε θεωρώντας το μαλακία, ή να το θαυμάσουμε άδικα νομίζοντας ότι πρόκειται για κάτι το εξαιρετικό. Πάρ' τ' αυγό και κούρευ' το, δηλαδή).

Ο καλλιτέχνης επιδεικνύοντας το έργο του στα εγκαίνια της έκθεσής του:
- Εδώ έβαλα σκουλήκια στη θέση του ανθρώπου ώστε να φανεί η μικρότητά του σε σχέση με το θείο που απεικονίζεται στον από πίσω πίνακα.
(κάποιοι θεατές:
- Τί λέει ρε μαλάκα το άτομο;
- Ξέρω γω ρε συ; Άποψη...)
Η δημοσιογράφος που κοιτάει (τον καλλιτέχνη, όχι το έργο) εκστασιασμένη:
- Και γιατί επιλέξατε σκουλήκια κύριε Τσαρλατάνογλου και όχι, ας πούμε, πατάτες;
- Άποψη.
- Μάλιστα. Είναι πραγματικά θαυμάσιο αυτό το μήνυμα που προσπαθείτε να περάσετε στο κοινό σας...

ΑΜΑΝ - Μαεβιους Παχατουριδης (από acg, 20/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέτριας έντασης καψόνι στους σχολικούς χώρους της δεκαετίας του 80.
Το θύμα συλλαμβάνεται από ομάδα συμμαθητών του, συνήθως κατά την διάρκεια του διαλείμματος, μεταφέρεται στην -άδεια- έδρα όπου τοποθετείται ανάσκελα και γαργαλάται ομαδηδόν από τους θύτες.

Συναντάται σχεδόν αποκλειστικά μεταξύ αρρένων (τόσα ξέραμε, τόσα κάναμε).

- Ντου, εγχείρηση τον Παναγή!
(ακολουθούν κραυγές του θύματος)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρώω γρήγορα και συνήθως σε μεγάλες ποσότητες, καταβροχθίζω. Συνώνυμα: περιδρομιάζω, γουρουνιάζω (χρησιμοποιείται συνήθως από διαιτομανικές γκόμενες), τρώω τον περίδρομο/άμπακα/αγλέουρα, τρώω σαν ζώο.

  1. Bλέπω όλους αυτούς στις διαφημίσεις για παγωτά και τσιπς, να τα χλαπακιάζουν ξένοιαστοι στις παραλίες χωρίς να επηρεάζονται οι κοιλιακοί τους. Kανονικά με τόσες θερμίδες δεν θα έπρεπε τουλάχιστον να έχουν μια μικρή μπάκα; (απο τη σελίδα της Athens Voice).

  2. [Τραπέζωσαν] τους συμπαίκτες τους, την τεχνική ηγεσία και τη διοίκηση, πριν το ντέρμπι με τον Ολυμπιακό. [...] Μαζεύτηκαν 35 νοματαίοι. Οι περισσότεροι χλαπάκιασαν μπιφτέκια και μπριζολίδια, σαλατικά, κάτι ψιλά ορεκτικά και λίγο κρασί. Αθλητές είναι οι άνθρωποι και πριν από ντέρμπι, δεν μπoρούσαν να ανοίξουν την κάνουλα και να γίνουν τσαλμπουράνια.

  3. «Θες το υπόλοιπο; Δε θα φάω άλλο». Μου πρόσφερε το γιαούρτι της. Δεν είχε φάει ούτε το μισό.
    «Δεν πεινάς;» τη ρώτησα.
    «Πώς δεν πεινάω. Απλά κάνω δίαιτα. Έχω πάρει μισό κιλό».
    Σκέφτηκα ότι, έτσι κι έχανε κι άλλα κιλά, θα εξανεμιζόταν. Παρ' όλα αυτά, της άρπαξα το γιαούρτι από το χέρι και το χλαπάκιασα με δυο μπουκιές. Είχα να φάω από το πρωί. (Χ. Φασούλας, «Με λένε Μοίρα»)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη προερχόμενη από τη παλαιολιθική περίοδο, τότε που η επικοινωνία στηριζόταν σε φωνήεντα. Στις μέρες μας έρχεται σα μπαλαντέρ να καλύψει γεγονότα, πρόσωπα και καταστάσεις με τρόπο που να γίνεται αντιληπτός μόνο από τους χρήστες.

  1. - Έχω ξεμείνει από αούα, μπορούμε να βρούμε;
  2. - Θα έρθει και ο Αούα μαζί μας;
  3. - Μάκη, βάλε ένα αούα!
  4. - Έχουμε ένα τύπο στη δουλεία που είναι πολύ αούα.
  5. - Κοζάρεις από αούα;

Η αούα του Πετεφρή (από poniroskylo, 03/02/10)(από fitifititis, 06/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified