Further tags

σανό, τρώω σανό, ΣΑΝΟ, σανοφάγος

Το σανό χρησιμοποιείται από παλιά στην έκφραση "τρώω σανό": είμαι ανόητος, δεν καταλαβαίνω. (Συνώνυμο: τρώω κουτόχορτο). Εύκολη και η χρήση του σανοφάγου.
Κυριολεκτικά, το σανό (από την σλαβική seno) είναι τα ξεραμένα χόρτα (τριφύλλι, βρόμη κ.ά.), που θερίζονται πριν φτάσουν στην ωρίμανση και αποθηκεύονται για ζωοτροφή.

Πρόσφατα ο σλανγκόφιλος Β. Βενιζέλος το επανέφερε ως αρκτικόλεξο ΣΑΝΟ (Σχέδιο Ανάπτυξης Νέας Οικονομίας), συνώνυμο του 3ου, πρώτη φορά αριστερού μνημόνjου:

«Το μνημόνιο 3 στο νέο κόσμο του Όργουελ λέγεται Σχέδιο Ανάπτυξης Νέας Οικονομίας, ΣΑΝΟ», ανέφερε σκωπτικά ο κ. Βενιζέλος και υπερασπίστηκε την πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Τίποτα δεν συγκρίνεται με αυτά που έχουμε βιώσει για να μην χρεοκοπήσει η χώρα και είχε όμως λοιδορήσει η σημερινή συγκυβέρνηση».
skai

Άντε και εις σανότερα!

  1. Φιλελε που τρωει σανο 40 χρονια #nd_kseftiles. Από δω

  2. Τέρμα πια τα παχυντικά μακαρόνια (23%), τώρα με ΣΥΡΙΖΕΛ μόνο αγνό, βιολογικό και διαιτητικό σανό #mnimonio_tsipra (εδώ)

  3. Ωραίο σανό μοιράζει τώρα ο Αλέξης. Και ακριβό, καμμιά 5άρα δις. Ααα, όλα κι όλα, είναι ακριβό γκομενάκι ο Αλέξης! (εδώ)

  4. Για πρωινό έχουμε ρούβλια με σανό κοπανιστό. (εδώ)

  5. Για να δούμε τι έλεγε ο Μπαρουφάκης για την επιστροφή στη δραχμή, αγαπητοί μου σανοφάγοι. ΦΑΤΕ ΣΑΝΟ ΓΙΔΙΑ ΣΗΜΕΡΑ:
    Από δω

  6. Σανοφαγος (ο) : ψηφοφορος Συριζα που αντι να παραδεχθει οτι εκανε λαθος στις 25/1, θελει να αποδειξει οτι η Γη ειναι τριγωνη. #sanofagos

  7. - Εχω μιλησει για την ΠΕΙΝΑ. Ερχεται σε παγκοσμιο επιπεδο μεσα σε 2 χρονια μαξ μαξ. η μονη προληπτικη στρατηγικη ειναι Παγκοσμιος Πολεμος..
    - Συγνώμη, πίστεψε κανείς ποτέ ότι ο μαλάκας, ο σανοφάγος κι ο ψεκασμένος ήταν κλειστά επαγγέλματα;;; (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που παίζει βρώμικα. Ο ανέντιμος άνδρας. Το λαμόγιο. Ο φίλος σου που άργησε για ακόμη μια φορά και τον περιμένεις από κάτω απο το σπίτι του για να φύγετε.

Ρε παλιολεκέ, ούτε γκόμενα να ήσουν. Μισή ώρα είμαι απο κάτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλωτσιά με μίσος στην ξυλοδαρτική.

Και εκεί που λές ότι τον έχει ο άλλος τον πετάει κάτω και του σεντράρει το κεφάλι με τα όσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχήμα λόγου για τον κορυφαίο μαλάκα η αλλιώς μαλάκα των ρεκόρ.

Ρε αυτός τον έπαιζε και μέσα στην τάξη στο Γυμνάσιο. Τον είχε κάνει στρατηγό μιλάμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα που την χρησιμοποιούμε για να τονίσουμε την ιδιότητα ενός υπέρμετρου κλέφτη, με τον οποίο εμείς, ή κάποιος άλλος, ήρθαμε σε επαφή με χειραψία πρόσφατα! Ο αετονύχης, ο οποίος μπορεί να σου αφαιρέσει το πορτοφόλι και να σε κεράσει με τα λεφτά σου!

Ρε μαλάκα τι λαμόγιο είναι αυτό; Τον χαιρετάς και κοιτάς μη σου λείπει κανα δάχτυλο!

-Σήμερα είδα τον Γιάννη.
-Αν σε χαιρέτησε, κοίτα μήπως σου λείπει κάνα δάχτυλο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αιθεροβάμων, ο αφηρημένος, ο εκτός τόπου και χρόνου, ο αφελής.

Καλά είσαι πολύ σύννεφο, που πίστεψες ότι θα πήγαινε ο Τσίπρας στην Ευρώπη και θα μασούσανε οι γερμανοί κι οι τροϊκανοί!

Ρε σύννεφο... σε μιλάω, δεν ακούς;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία λέγεται από τους μαχαλόμαγκες για την σύλληψη κάποιου απο την αστυνομία.

Τι έγινε και εξαφανίστηκε από προσώπου γης?
Έσπρωχνε ένα λοκί τη μέρα και τελικά τον πήραν οι τσέοι χτές το βράδυ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχήμα λόγου στο στρατιωτικό σλάνγκι για να πούμε οτι κάποιος ωρίμασε με τη βία η συνετίστηκε μετά απο αλλεπάλληλα καψώνια.

Την είχε δει μάγκας ο κοντός άλλα ο λόχας των έχωσε στις καλλιόπες και τελικά έστρωσε χαρακτήρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχήμα λόγου για να πούμε οτι κάποιος ζορίστηκε πάρα πολύ σε κάτι.

Του βγήκε ο λωκός με τις εξετάσεις.Είπε τον δεσπότη Παναγιώτη ο πιτσιρικάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στεγνό καθάρισμα στην πουτανοσλανγκική είναι το συνώνυμο του πεοθηλασμού με τελείωμα στο στόμα.

Δεν άφησε ούτε σταγόνα! Μιλάμε για στεγνό καθάρισμα η γκόμενα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified