Selected tags

Further tags

To να στέλνεις μηνύματα σε κάποιον με σκοπό να τον ξεγελάσεις για να σου αποκαλύψει προσωπικά δεδομένα που μπορεί να είναι χρήσιμα σε εγκληματικές ενέργειες. Μία από τις λέξεις του 2023, προκύπτει από το SMS και το fishing= ψαρεύω.

Είναι αρουραίος του σμίσινγκ.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο μπουγαδοκλέφτης.

Προσοχή στις ασπρορουχούδες!

Got a better definition? Add it!

Published

Στα καλιαρντά είναι ο κακούργος, προφ από τον λήσταρχο Χρήστο Νάτσιο- Νταβέλη (1832-1856) με τη μυθιστορηματική ζωή που ενέπνευσε τη λαϊκή μούσα, γενόμενος ήρωας του Θεάτρου Σκιών, αλλά και πολλών θρύλων.

Ο λήσταρχος Χρήστος Νάτσιος- Νταβέλης, έργο του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου

Η μπατσαρία, άμα έβγαινε για παγανιά, έπρεπε ζορ ζορνά να τσακώσει κανένα κακομοίρη ή να ντουπάρει για να γουστάρει. Μπιζ και τζαζ. Μια δόση κάνουν οι ρούνες ένα ντου, τσακώνουνε δυο από μας, μας χώνουνε στο ρουνικό και μας πάνε στο Ηθών για ανάκριση. ΚουλάΚουλά. –Πιάσανε μαζί μου και την άχαλη, τη φίλη μου την Πόντια, τη μυταρού. Σούμη, το χαϊδευτικό της απ’ το Σουμέλα. Μας πήγαιναν συνοδεία κι αυτή έκανε την πλάκα της, η άτιμη. «Μάνα μου, θα γαμούνε μας και ντο πολλοί πα είναι», πέταξε την παροιμία της. Δεν είχα ξαναμπεί σε πούλμαν, έχω και κλειστοφοβία. Νόμιζα πως θα τεζάρω. Ταραγμάν-ταραχάν. Δε ρίξανε καθόλου ντουπ, πέσαμε σε καλά παιδιά, με τρόπους. Τελειώσανε τα τυπικά, κάνω να φύγω, «ελεύθερος, αγορίνα» μου λέει ο φρουρός και «πέρνα να μας βλέπεις και μας». Τον δικέλω, κούκλος, θεόλατσος. Τα φτιάχνω μ’ αυτόν, πολύ τον γουστάριζα, κόβω και λίγο απ’ την πιάτσα, με τάιζε. Όσο αρρενωπός ήτανε ο μπάτσος μου, άλλο τόσο παθιασμένος ήταν με την πάρτη μου. Δε λατσευότανε το κουραβάλιασμα. Βέρος τζιναβωτός ήτανε, μ’ είχε τρελάνει στα τσιμπούκια, αυτός σε μένα, όχι εγώ σ’ αυτόν. Φιλιά στο στόμα, άγριο κοντροσόλ με τη γλώσσα σα τριμπουσόν κι από κει τσιμπούκια συνέχεια, σε σημείο να μπουχτίζεις. Δε γουστάριζε κουραβέλτα. Μέσα στο περιπολικό τα κάναμε τα αίσχη μας, μας κοίταζε κι ένα μωρό από μια μικρή φωτογραφία δίπλα στο τιμόνι. Τελείωνε την πίπα ο καλός μου και άβελε κοντροσόλ από πάνω και στο παιδάκι του. Πατέρας, μικροπαντρεμένος ήτανε. Ποιος ξέρει τι μουσαντά θα μπέναβε στη γυναίκα του. Ε, δεν κρατάνε πολύ αυτά. Δεν είμαι δα και των δεσμών. Ούτε και της προστασίας, γιατί δε φοβάμαι. Είμαι πολύ δυνατή. Μας ζυγώνανε μερικοί και μας κάνανε τον κατελάνο. Ή τον νταβελάκη. Ε, δε σήκωνα τέτοια. Μια φορά έδειρα κάποιον νταγλαρά στο Βαρδάρι, ένα κωλόπαιδο, που μ’ έψαχνε με την πρόθεση να με χτυπήσει ο κατέ. Αδερφή είναι, σου λέει, μαθημένη να τις τρώει. Τώρα θα δεις ποια ειν’ η αδερφή και ποιος ειν’ ο μάγκας. (Από το μυθιστόρημα του Θωμά Κοροβίνη Ο Γύρος του Θανάτου, εκδ. Άγρα, 2010, δες εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα που την χρησιμοποιούμε για να τονίσουμε την ιδιότητα ενός υπέρμετρου κλέφτη, με τον οποίο εμείς, ή κάποιος άλλος, ήρθαμε σε επαφή με χειραψία πρόσφατα! Ο αετονύχης, ο οποίος μπορεί να σου αφαιρέσει το πορτοφόλι και να σε κεράσει με τα λεφτά σου!

Ρε μαλάκα τι λαμόγιο είναι αυτό; Τον χαιρετάς και κοιτάς μη σου λείπει κανα δάχτυλο!

-Σήμερα είδα τον Γιάννη.
-Αν σε χαιρέτησε, κοίτα μήπως σου λείπει κάνα δάχτυλο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κλεπταποδόχος.

Πάσα: Δεινόσαυρος.

1. Ρε ανθρωπακι τι σκεβεσαι που εισαι μια ζωη μπατιρης και ψυχραιμος, ντιπ κατα ντιπ δεν ανοιγεις γλεφαρο πως γινεται το χοντρο κονομι. Το οποιον μόρτες μια βολα και ενα καιρο ηταν ενας αετος με ισα τα ζυγια,τον λεγανε Βαγγο Καψούρη κοτοπνιχτης πρωτης, βρηκε το εταιρο ημισυ και γενικε κώλος και βρακί με το Βδελατο το Τσικιρικιντζη και δεν αφησανε απο βερνικι μεχρι ρυζι Μπαρμπαμπεν. Πεσανε και κατι αρκουδομαγκες στην απανω γειτονια και κανανε ενα ταράφι σενιο, ο τζες εδινε τας εντολας, και οτι πιπτει εις τας χειρας να περνανε στον Κλεφτακουμπα,ναι για! Ξηγιεται ομως ο Βδελατος αλμυρο φιστικι περι αντιρρησης να πουμε. -Ρε τραγο μοιαζουμε με αμερικανάκια να πεσουμε στο λουκι; Διοτι την σημερον το παν δεν ειναι να κανεις τσαρκες με μονοσολο παπουτσι αλλα η μεγαλη φτιαξη ειναι να μην σακουλεύονται τη μαγκια σου. Βαλανε το λοιπον ποιο εργο θα μπη στον πρωτο Λυκο να του φαει το σπλαχνο, και ασε το λαο να λεει, τσιριμπανεμ', τσιριμπανεμ' δεν εισαι ενταξει ουρανεμ'. Ετσι ο Μουσιου Κομ'ντε Μωλ' τη γαζωνει παρεα με τον αλεπουδιαρη και το πραμα ρολλαρει μεχρι νεωτερας.

  1. Ο Ονούφριος πήγε στη Λάρισα, βρήκε ένα κλεφτακούμπα που τον είχε γνωρίσει στις φυλακές, έδωκε τα τζοβαέρια, πήρε τη χαρτούρα και ξαναχάθηκε. Κάτι φήμες λένε ότι ζει στην Αθήνα χαμένος μέσα στην ανωνυμία του πλήθους. Κάτι άλλες λένε ότι παντρεύτηκε στη Καλαμάτα κι’ έχει ουζάδικο. Κάτι άλλες λένε ότι έφυγε κατά Βραζιλία. Δεν βρίσκεις όμως άκρη με κορόιδο που ξύπνησε και κατάλαβε ότι όποιος θέλει να ‘ναι μάγκας για τους άλλους είναι κορόιδο, και μάγκας είναι αυτός που είναι μάγκας για τη πάρτη του και δεν ξέρει κανείς τι κάνει και πως το ‘κονομάει, κι’ άμα γουστάρεις να σπας μύτες, να κάνεις τσαμπουκάδες, και να τη φουντώνεις μες στα ουζάδικα για να σου λένε οι πιτσιρήδες μάγκα, και να σου χαλάνε οι μπάτσοι κάθε τρεις και λίγο την ησυχία σου, είσαι κοροϊδάρα ξεγυρισμένη και βάλε δυο ρέγκες να σε κλαίνε και άσε τους πραγματικούς μάγκες να τις τρώνε για μεζέ και να γουστάρουν. Μάγκας να ‘σαι για πάρτη σου κι’ όχι για τα μάτια των άλλων. (Ήθελε να γίνει μάγκας).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιρρηματικός τροπικός τύπος, προερχόμενος από τη λέξη σελέμης. Ακουγόταν σε λαϊκές αστικές συνοικίες. Δείχνει τον τζαμπέ τρόπο απόκτησης, ενίοτε δε και μικροκλοπές.

- Ρε Βαγγελάκη, πού βρήκες ρε τα γλυκά που κουβάλησες; Άφραγκος δεν είσαι;
- Σιγά ρε, μην τα πλήρωσα...
- Α, κατάλαβα... Σελεμουάρ είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Επιδίδομαι σε λούφα, τεμπελιάζω εν ώρα εργασίας φροντίζοντας να μη δίνω στόχο, εξαφανίζομαι την κατάλληλη στιγμή και αφήνω τους συναδέλφους να βγάλουν το φίδι από την τρύπα. Αρμόζει ιδιαίτερα στις στρατιωτικές και στις δημόσιες υπηρεσίες.

  2. (μτβ.) Κλέβω, με ιδιαίτερη έμφαση στο λαθραίο της ενέργειας, υφαρπάσσω.

  3. Αποφεύγω την πληρωμή μιας οφειλής ή την εκπλήρωση μιας υποχρέωσης.

  4. Περνάω, μεταφέρω, διεκπεραιώνω λαθραία.

  1. Εχω το προβλημα μου και εχω τους αναλγητους απο την υπηρεσια να με τρεχουν λες παω να λουφαρω με ψευτικο προβλημα
    εδώ

  2. μπήκα άοπλος
    στα πράσινα ντυμένος
    στο να λουφάρω άριστα εκπαιδευμένος
    πρωί πρωί
    και αγουροξυπνημένος
    να με τρέχει ένας καριόλης
    μόνιμα πορωμένος
    ένα-δύο
    ένα-δύο
    ένα-δυο.
    εδώ

  3. Ωραίο τασάκι, από το σταθμό το λούφαρες;

  4. ...free pass και σημερα στην Εγνατια....αν και η εταιρια ανακοινωσε για σημερα 18/10, γκραντ οπενινγκ με διφραγκο το περασμα,δεν υπηρχε θεμα...ανοιχτα....
    ..οσο ειναι ανοιχτα εγω, λουφαρω 8 ευρω την εβδομαδα,426 ευρω τον χρονο...παντα για προορισμο Κομοτηνη - Θεσ/νικη,ελα - πανε.....δεν θα πω μην σωσουνε να τα ανοιξουνε,γιατι θελουμε τον αυτοκινητοδρομο παντα ανοιχτο και καλυτερο.........και βεβαια να τα σκανε και ολοι οι διπλανοι μας,που στηριζουνε το εμποριο τους και στην Εγνατια....................
    εδώ

  5. Στο στρατοπεδο που με στειλανε (εβρο) δυστυχως δεν μπορεσα να γλιτωσω τον πρωτο μηνα στην εκπαιδευση του οπλιτη με τιποτα, απλως κοιτουσα να λουφαρω το κρανος. Μετα απο αυτο εκανα μια σκηνη οτι εχουν παθει τα νευρα μου επειδη χανω μαλλια και ζητησα να δω δερματολογο που ηξερα πως δεν ειχε η μοναδα. Με εστειλαν σε κεντρικο νοσοκομειο οπου μοστραρα παλι ολα τα χαρτια και ο τυπος (ταγματαρχης νομιζω, ιατρος φυσικα) μου δινει ελευθερο για 1 μηνα.
    εδώ

  6. Οι τράπεζες της Ευρώπης… λουφάρουν αποταμιεύοντας
    εδώ

  7. Έλεγα να λουφάρω κι εγώ την περιουσία μου στο εξωτερικό, αλλά οι ελβετικές τράπεζες δε δέχονται καταθέσεις σε μεγαλοφυΐα και ψυχικό πλούτο.
    εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πορτοφόλι γεμάτο με χαρτονομίσματα, στην αργκό των κλεφτρονιών.

«Τα λεμονάδικα»:
Εμείς τρώμε τα λάχανα
βουτάμε τις παντόφλες
για να μας βλέπουν ταχτικά
τις φυλακής οι πόρτες.

(από Khan, 06/11/11)

βλ. και πράσο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλέβω, αρπάζω, αφαιρώ κάτι ύπουλα. Στην ντοπιολαλιά των Ιωαννίνων.

Ωραίο ρολογάκι! Το τσάλεψες από πουθενά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κλεψιά, η κλεψουριά.

-Ρε Νώντα τι μπουφανάκι σένιο είναι αυτό , πού το 'κονόμησες...;
-Το σόκαρα από μια μπουγάδα ψηλέ....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified