Further tags

Πέος που έχει κλίση προς τα κάτω όταν είναι σε στύση.

- Τί κλαίς ρε μαλάκα κοτζάμ άντρας;
- Άσε ρε συ... Να την ψήνω ένα μήνα την πουτάνα, κι'όταν την καταφέρνω να μου την βγαίνει στην έτσι...
- Στην πώς δηλαδή;
- Την έχω από κάτω και πετάω το παντελόνι.
- Ωραία.
- Και τι μου λέει;
- Τι;
- Ρε παλικάρι, μου λέει, τι χαμηλοβλεπούτσα είναι τούτη;... Και να πώ οτι την έχεις μεγάλη και δέν κρατιέτ' απάνω...

Λογοπαίγνιο με το χαμηλοβλεπούσα. Δες και στραβοψώλης.

Τρανταχτό παράδειγμα:
Πήρα καινούρια παπούτσια, πανάκριβα.
Πήγα να τα δείξω στη γυναίκα μου όλο χαρά...
- Γυναίκα, βλέπεις τίποτα καινούριο πάνω μου;
- Όχι. Κι άσε με γιατί έχω δουλειές.
Νευρίασα. Πήγα στο μπάνιο, γδύθηκα τελείως κι άφησα μόνο τα παπούτσια.
- Τώρα βλέπεις;;;
- Βλέπω μια χαμηλοβλεπούτσα.
Νευρίασα περισσότερο!
- Είναι γιατί σου δείχνει τα καινούρια μου παπούτσια!!!
Και μου απάντησε:
- Ε τότε ας έπαιρνες καινούριο καπέλο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάσταση σαπίλας, σήψης, αποσύνθεσης. Προκύπτει απ' το σαπίζω και την κατάληξη ing του αγγλικού γερούνδιου. Στα αγγλικά θα γραφόταν sapping.

Το σάπινγκ ενδείκνυται σε βαθείς καναπέδες και πολυθρόνες, με τη βοήθεια παιχνιδομηχανών και ελαφρών ναρκωτικών (μπάφοι). Κατά τα προχωρημένα στάδια του σάπινγκ ο εγκέφαλος υπολειτουργεί και όλα είναι αστεία και προκαλούν τον γέλωτα.

- Τι θα κάνετε απόψε;
- Μάλλον για σάπινγκ εδώ σπίτι λέμε. Έχουμε ψωνίσει κτλ, οπότε κομπλέ. Δε φέρνεις κι εσύ το pro evo να γίνει σωστή η φάση;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλακεία + μαλακία.

- Άσε φιλάρα, ξέχασα να πληρώσω το λογαριασμό της ΔΕΗ πού 'ληγε σήμερα!!!
- Βαλακεία μεγάλε!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το σωστός + τοστ. Σημαίνει σωστό(ς) και υποδηλώνει την αναγνώριση μιας πράξης, μιας κουβέντας κτλ. Όσο περισσότερα ο, τόσο περισσότερο σωστός.

- Ε, μ' αυτά που μου είπε την παράτησα...
- Σωστόοοοοοοστ...!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified