Παραλλαγή της σόλο -για τον πέο- καριέρας. Εννοείται οτι κολλώνται βαρέα και ανθυγιεινά ένσημα.

  1. Η Τζούλια έφυγε από το Σειρινακη, θα κάνει ψωλο καριέρα

  2. - Κάποτε έκανα σεξ, μετά ακολούθησα σόλο καριέρα.
    - ψωλο καριερα

  3. - Η άλλη δεν έχει αφήσει πούτσα για πούτσα στην Αθήνα και περίχωρα και φέτος άρχισε και τις ιντερνάσιοναλ εξορμήσεις ΛΟΛ
    - ψωλο διεθνη καριερα (εδώ)

  4. -Χωρισατε ρε;
    -Ναι.
    -Γιατι;
    -Ηθελε ν'ακολουθησει ψωλο καριερα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που αρέσκεται στο στοματικό σεξ ακόμα και στα πεταχτά, σε κανένα σοκάκι, καμιά πιλοτή πολυκατοικίας ή στο ασανσέρ. Μεταφορικά η βλαμμένη και τεμπέλα γυναίκα.

  1. Αυτή η ψωλοσφυρίχτρα η Μιμή δεν έχει το θεό της - με στρίμωξε στις σκάλες ρε!
  2. Τι λε ρε Βασίλη; Αν περιμένω από τη ψωλοσφυρίχτρα τη γυναίκα μου να μαγειρέψει σώθηκα!

(από Khan, 06/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπάζο που καίει μαζούτ, σε ένα super pack υπερπροσφοράς 2 σε 1.

Και για όποιον δεν κατάλαβε: η βραδύπω ψαροκασέλα, η αργοκίνητη μπατάλω, η ανήκουσα στον Κώδικα ξανθιά, η ούτε-με-ξένο-πούτσο χαζομούνα, η τα-ζώα-μου-αργά χλαμούτσα.

Λολοπαίγνιο του εν Φραπέ αδελφός GATZMAN από το δουπού.

  1. - Η Φεβρωνία εθεάθη εις το νυφομπάζαρο, σπεύδω μην με προλάβει έτερος ήρωας...
    - Σπεύσε όμως βραδέως Καυλαγόρα, το μπαζούτ δεν αναμένεται να απομακρυνθεί από το πόστο του any time soon...

2.
ΡΕ ΜΟΥΝΟΣΚΥΛΟ ΑΝΤΕ ΓΑΜΑ ΚΑΝΑ ΠΟΥΤΣΟ ΝΑ ΣΤΑΝΙΑΡΕΙΣ! Η ΚΑΙ ΚΑΜΙΑ ΠΡΟΒΑΤΙΝΑ! [...] ΕΙΣΑΙ ΤΕΛΕΙΩΣ ΜΠΑΖΟΥΤ ΡΕ ΓΥΦΤΟ!! ΑΙΩΝΙΑ ΠΕΜΠΤΟΣ ΘΑ ΕΙΣΑΙ!!ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΡΗ ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουνοπλημμύρα, ένας δρόμος με μεγάλη συγκέντρωση εξαιρετικά όμορφων και ελκυστικών γυναικών.

Μπορεί να είναι:

α) Ένας πολυσύχναστος δρόμος μια πόλης με μαζεμένα τα ρουχομουνομάγαζα. Εδώ θέλει νέο λήμμα, έχω την ισχυρή εντύπωση. Θα φιλοτιμηθώ όταν έχω καμιά ώρα να καθαρίσω! Μπαμ!

β) Ένας πεζοδρόμος ή εκάστοτε και μονόδρομος μιας πόλης με μεγάλη πυκνότητα καφετεριών και αλλών συναφών μαγαζιών που το καθένα έχει κατα πάσα πιθανότητα και τον δικό του καλησπεράκια.

γ) Μπορεί να αναφέρεται και σε μια πολύ μικρότερη κλίμακα. Αυτό στην περίπτωση που μιλάμε για τον διάδρομο ενός σούπερ μάρκετ ο οποίος εκθέτει όλα τα αποκλειστικά ή μη γυναικείας χρήσης προϊόντα. Όπως ξυραφάκια (unisex), αποσμητικά (unisex), αρώματα (unisex), ταμπόν (female), προφυλακτικά (αν έχει γκόμενο ή είναι λίγο κυνηγός) και αλλά πολλά ευρεία κατανάλωσης που μπορείτε άνετα να τα φανταστείτε.

Και δ) όλοι οι διάδρομοι του Whole Foods στην Venice στην California όπου λέει πως ψαρεύει γυναίκες ο πασίγνωστος dating coach David Wygant (ή έτσι θέλει να πιστέυουμε) και που είναι από τα καλύτερα μέρη για να εκπαιδεύει τους πελάτες του.

Αυτά.

- [Φίλε] ήμουν σε ένα μουνόδρομο χθές. Ασε λέμε γνώρισα ένα τρελό μωρό.
Το ρουφάει το μιλκ σεηκ πιστεύω.
- Αντε ρε, καλά γαμήσια.
- Ευχαριστώ ρε. Θα πέσει πολύ όντως αλλα, δεν το βλέπω να κρατάει για αρκετά. Το μερός φίλε έιχε δίπλα μια ένα μαγαζί

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος παρομοιάζει τον τρόπο μετακίνησης των καγκουρώ (με συνεχή πηδήματα) με τον τρόπο δράσης μιας γκόμενας. Ειδικότερα η ερμηνεία της έκφρασης είναι πολλαπλή και εδώ παρουσιάζονται οι τρεις πιο γνωστές:

1ον
Η γκόμενα παρουσιάζει μια παθολογική κατάσταση κατά την οποία αρνείται κατηγορηματικά να περπατήσει ή να τρέξει και προτιμά να χοροπηδά από τον ένα προορισμό στον άλλο.

2ον Η γκόμενα έχει το χαρακτηριστικό, κατά την διάρκεια του σεξ να θέλει να βρίσκεται συνεχώς από πάνω και επιπλέον δεν σταματά να χοροπηδά πάνω στο πέος του αρσενικού ωσάν καγκουρώ.

3ον Είναι η γκόμενα που έχει την τάση να πηδιέται με όποιον και όσους βρει, καθώς απολαμβάνει την πράξη αυτή καθαυτή όσο και τα καγκουρώ. Με την ερμηνεία αυτή η λέξη βρίσκεται συνώνυμη των πεογλείφτρα, χυσαποθήκη, πουτσορουφήχτρα και άλλων γλαφυρών εκφράσεων.

1
-Είδα μια γκόμενα σήμερα που δεν σταματούσε να πηδάει από το ένα σημείο στο άλλο.
-Πρέπει να ήταν καγκουροπηδηχτιάρικο γκομενάκι.

2 -Έχω βρει ένα καγκουροπηδηχτιάρικο γκομενάκι και ο πούτσος μου έχει γίνει μωβ.
-Δεν φτάνει που γαμάς, παραπονιέσαι κιόλας, κλαψομούνη.

3 -Καλά, η Μαρία κάνει το καλύτερο σεξ.
-Ισχύει.
-Πού το ξέρεις εσύ μωρή μουχρίτσα;
-Όλοι το ξέρουν, αφού είναι καγκουροπηδηχτιάρικο γκομενάκι (ακολουθούν οι γνωστές κλωτσοπατινάδες που συνεπάγονται τέτοιες προσβολές στην κοπέλα κάποιου).

Καγκουροπηδηχτιάρικο έτοιμο να χοροπηδήσει σε άλλο προορισμό. (από Khan, 17/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Eξάγεται από τον χαρακτηρισμό παρθενόπη. Υποκοριστικό παρθενοπιπίτσα.

Είναι ένα λογοπαίγνιο ανάμεσα στον χαρακτηρισμό παρθενόπη που αφορά κοπέλες που έχουν πάρει όλο τον ανδρικό πληθυσμό ,αλλά δεν βάφονται, ενίοτε είναι και λίγο άπλυτες και παριστάνουν τις ''συντηρητικές''.

Συχνά ταλαιπωρούν τον πιο μαλάκα από τους γκόμενούς τους δίνοντάς του μόνο πίπα-κώλο, εξ'ου και η σύζευξη παρθενόπης με πίπα.

Σύμφωνα την ελληνική Wikipedia, η λέξη παρθενόπη υπήρχε στην αρχαιότητα ως κύριο όνομα θεότητας. Η Παρθενόπη ήταν μια από τις μυθικές Σειρήνες της Ελληνικής Μυθολογίας. Όταν ο Οδυσσέας περνούσε από τις ακτές που διέμεναν οι Σειρήνες γνωρίζοντας σχετικά για την ανθρωποφαγία τους αντιπαρήλθε με το σκάφος του και τους συντρόφους του την περιοχή τους, χωρίς να σταματήσει. Τότε απελπισμένη η Παρθενόπη που δεν ανταποκρίνονταν ο Οδυσσέας στο θέλγητρo της φωνής της έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε. Το πτώμα της εκβράσθηκε σε μια παραλία της Ιταλίας όπου οι τότε, μόλις νεοφερμένοι εκεί κάτοικοι, άποικοι Χαλκιδείς από τη Κύμη, το περισυνέλεξαν και το ενταφίασαν σε μνήμα. Γύρω από το σημείο εκείνο ίδρυσαν στη συνέχεια τη νέα τους πόλη, αποικία, που ονόμασαν Παρθενόπη, η οποία και είναι η σημερινή Νάπολη στην Ιταλία.

- Aπό μέρους μου (νεολογισμός-απόδοση του ''εκ μέρους μου'', μήπως χρειάζεται λήμμα ως slang;) δεν έδωσα κανένα δικαίωμα.
- Αφού μου πήρες πίπα μωρή πουτάνα.
- Για μένα σχέση είναι μετά το πρώτο φιλί. Με τέτοια συμπεριφορά και τέτοιο αμάξι δεν θα κάνεις ποτέ σχέση. Σου εύχομαι ό,τι καλύτερο.

(από Δημήτρης Αρναούτης Οικονομάκης, 02/09/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέρνει φλόκια, σφαλιάρες, πουτσοσκάμπιλα. Είναι η φλακιόλα σου. Όλοι έχουμε μια φλακιόλα (έστω και στη φαντασία μας).

Αχ αυτή η φοιτητριούλα θα 'θελα να ήταν η φλακιόλα μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το χύσι και την ντουλάπα. Αποθήκη σπέρματος. Χρησιμοποιείται για την έχουσα πολλούς ερωτικούς συντρόφους.

Πότε θα ωριμάσουμε επιτέλους σεξουαλικά σαν έθνος; Όλες φοβούνται να μας δείξουν τα ταλέντα τους φοβούμενες κάποιο ηλίθιο κοινωνικό στίγμα σε σχέση με τη σεξουαλικότητα. Ξαφνικά η κάθε χυσοντουλάπα έγινε πριγκιπέσσα!

Στο 1.30 το παράδειγμα (από Khan, 24/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εμφάνιση και η αύρα μου φέρνουν σε μπουτς.

Ακόμα πιο σλανγκ όταν εκφέρεται ως ουσιαστικό.

Πάσα: assthorn

Αδερφοφέρνω: - Θα δε γαμήσω, μωρή αντρουτσοφέρνω!

Μπουτσοφέρνω: - Στα δώδεκά μου, μωρή συκοφέρνω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φερόμενη και ως τροτέζα, η γυναίκα η πόρνη στη ψυχή κατά προσπάθεια και κατ' ευχαρίστηση, χωρίς όμως πλήρη επιτυχία.

Συναντώνται παντού και ικανοποιούνται με μεσοβέζικες ντεμέκ καταστάσεις.

Δεν πρέπει να συγχέονται με τις συνειδητοποιημένες πουτάνες ούτε με τις άβγαλτες αθώες κορασίδες.

- Ρε μαλάκα πάλι μου τα γύρισε η Κατίνα, λέει ότι τελικά με θέλει και ότι χωρισμός μέσω mail ήταν επειδή είχε πιει πολύ..
- Γνωστή ψευτοπόρνη, πλασεδάκι και goodbye!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified