Τσιγκούνης, αυτός που δεν δίνει τα λεφτά του.
Σίγα μην μας κερνούσε κιόλας ο γερολαδάς.
Τσιγκούνης, αυτός που δεν δίνει τα λεφτά του.
Σίγα μην μας κερνούσε κιόλας ο γερολαδάς.
Got a better definition? Add it!
Ουσ. Αναφέρεται στον τύπο που βγαίνοντας για φαγητό συνήθως σε μεζεδοπωλείο μαζί με παρέα, παραγγέλνει όλο τον κατάλογο, τρώει σχεδόν τα πάντα και μετά απαιτεί να πληρώσουν όλοι εξίσου γιατί, όπως λέει, «μαζί τα φάγαμε».
Ρε Μανώλη, τον είδες το Γιώργο χτες στην ταβέρνα; Έφαγε 3 κιλά παϊδάκια μόνος του και μετά μας έπρηξε και τα πληρώσαμε όλοι μαζί... Τι πάγκαλος είναι ρε αδερφέ μου....
Got a better definition? Add it!
Ο τσιφούτης και κακομοίρης, ο μίζερος τσιγκούνης. Η λέξη προέρχεται από παλιά ταινία του ελληνικού κινηματογράφου, στην οποία ο βασικός ήρωας είναι έμπορος λαδιού και απίστευτος τσιγκούνης, αν και υπερβολικά πλούσιος.
- Εντάξει, να νοικιάσουμε αυτοκίνητο, αλλά όχι το Hyundai, αφού είναι κατά 5 ευρώ ακριβότερο.
- Καλά ρε γερο-Λαδά, θα δώσουμε 5 ευρώ λιγότερα για να πάρουμε παλιό αυτοκίνητο σε πολύ χειρότερη κατάσταση; Μη τρελαθούμε τώρα... Με μισθό 3.500 ευρώ το μήνα, πώς μπορεί να είσαι τέτοιος γερο-Λαδάς;
Από τον ομώνυμο χαρακτήρα του μυθιστορήματος «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», του Νίκου Καζαντζάκη. Προφανώς ο φίλος εννοεί τη μεταφορά του βιβλίου σε σειρά στην κρατική τηλεόραση.
Got a better definition? Add it!
Ο τσιγκούνης ολκής. Ο όρος επικράτησε από την ερμηνεία του Δήμου Σταρένιου στην τηλεοπτική μεταφορά του βιβλίου του Καζαντζάκη «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», όπου υποδύθηκε τον ρόλο του τσιγκούνη γερο-Λαδά.
- Ρε Σταρένιο, 80 χρονών είσαι, παιδιά σκυλιά δεν έχεις... Ζήσε λίγο τη ζωή σου. Μαζεύεις, μαζεύεις... Μαζί σου θα τα πάρεις;
Got a better definition? Add it!