Η γυναίκα που τρέφεται αποκλειστικά με ανδρικό κρέας. Αλλιώς τσιμπουκοζητιάνα ή ψωλορουφήχτρα.
- Τι ξέρεις ρε συ για τη Μαίρη;
- Μεγάλη ψωλύκαινα... Σταθερά φτάνει τριψήφιο αριθμό μηνιαίως... μαύρη ζώνη στο τσιμπούκι κι ένα νταν σου λέω...
Η γυναίκα που τρέφεται αποκλειστικά με ανδρικό κρέας. Αλλιώς τσιμπουκοζητιάνα ή ψωλορουφήχτρα.
- Τι ξέρεις ρε συ για τη Μαίρη;
- Μεγάλη ψωλύκαινα... Σταθερά φτάνει τριψήφιο αριθμό μηνιαίως... μαύρη ζώνη στο τσιμπούκι κι ένα νταν σου λέω...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτός που ψωλάρει, που τον παίζει, που μαλακίζεται. Που τεμπελιάζει, που αποφεύγει τις δουλειές που του έχουν ανατεθεί, που κόβει χαλβά. Και που το κάνει με μαεστρία, αφοσίωση και συνέπεια, με τέχνη και τεχνική, σαν ένας πραγματικός σολίστας.
Χαρακτηριστικά φανταρίστικη λέξη. Δεν συγχέεται με την ψολίστ. Γράφεται με -ω-.
- Αν εννοεις να δουλευω εσενα, πολυ ευχαριστως!!! Αντρα θελω, οχι μια χαρωπη νοικοκυρα!!!!
- αμα θες αντρα κουβαλητη χτυπησες λαθος πορτα...ειμαι επαγγελματιας ψωλιστας ηδονιστης...
Δεν υπάρχει μεγαλυτερη παπατζα απο το να σε αναγκάζουν να αναλάβεις διαχειριστής σε μια πολυκατοικία. Φανταστείτε μια πολυκατοικία 25 διαμερισμάτων εκ των οποίων στα 15 να ζουν ψωλιστες και μόλις έρχεται η δυσκολη στιγμη να υποχρεωνουν κάποιον με δεκάδες υποχρεωσεις να αναλάβει επειδή και καλά ηρθε η σειρά του...
Λοιπον,ψωλιστες και λοιπες αδελφες του ελεους,απο οτι ειδα οντως ο καιρος μαλλον θα ειναι καλος οποτε κανονιστε να ειστε στην ωρα σας την Κυριακη.
Got a better definition? Add it!
Αυτή που θέλει διακαώς να γίνει τραγουδίστρια σε νυχτερινά κέντρα, αν και η φωνή της είναι λίγο πιο μελωδική απ' του κορακίου. Ντύνεται, μάλλον γδύνεται, για ν' ανέβει στην πίστα, θυμίζοντας περισσότερο περιπατητική παρά καλλιτέχνιδα.
Από εκπομπή του Μητσικώστα:
«Και τώρα, η διεθνούς φήμης ψολίστ, Στέλλα Μπεζ!»
Got a better definition? Add it!
Συμπληρωματικά προς τον κυρίως ορισμό του Βικαρίου («πέος που έχει κλίση προς τα κάτω όταν είναι σε στύση»), λέγεται και ως μειωτικός - υβριστικός χαρακτηρισμός για γυναίκα, η οποία και καλούα επικεντρώνει υπερβολικά την προσοχή της στο πέος του άντρα (σαν να ήταν κακό αυτό) και γίνεται έτσι ζητιάνα της πούτσας.
Στα λίγα γουγλικά ευρήματα έχει κυρίως αυτόν τον χαρακτήρα ύβρης προς γυναίκα η οποία θεωρείται ως ψωλοζητιάνα. Θεωρώ όμως ότι μπορεί ο όρος να συνδεθεί με το χαμηλοβλεπούσα, του οποίου αποτελεί προφανή τροπή. Σε αυτήν την περίπτωση, περιγράφεται ένας καθ' όλα υπαρκτός εν Ελλάδι (και όχι μόνο) γυναικότυπος, όπου μια γυναίκα αναλαμβάνει ένα προσωπείο συντηρητικής που ακολουθεί τις παραδοσιακές επιταγές και νόρμες της κενωνίας, ενώ κατ' ουσία είναι απολύτως επικεντρωμένη στο συμφέρον της και υπό την στενή έννοια και υπό την ευρεία.
Φωτορεαλιστικώς, φανταζόμαστε μια ταπεινόσχημη κορασίδα, η οποία κοιτάζει προς τα κάτω και καλά από σεμνότητα, ενώ ο πραγματικός λόγος είναι ότι περιεργάζεται τα προσόντα επίδοξου συντρόφου της.
Μεταφορικώς, εννοούμε μια γυναίκα που υπό τον μανδύα ενός παραδοσιακού κομιλφό στοχεύει στα καίρια με μια κάπως χυδαία μονοτροπία, και φέρεται έτσι ως σιγανοπαπαδιά ή θεούσα στο σαλόνι, πουτάνα στο κρεβάτι.
ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΑ ΠΙΠΑ ΑΠΟ ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΧΑΜΗΛΟΒΛΕΠΟΥΤΣΑ!!!! ΔΕΝ ΘΑ ΤΗΝ ΛΕΓΑΜΕ ΚΑΙ ΜΑΝΕΚΕΝ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΑΣΧΗΜΗ ΡΕ ...
πανε πλυνε κανα πιάτο που μου θες και πολιτικεσ ειδησεις με κεφαλαια...υστέρω ...μισοτρελλη...χαμηλοβλεπουτσα!!!
χθες γαμουσα τη χαμηλοβλεπουτσα κακογαμημενη μανα σου και της ελεγα ποσο την αγαπαω τη παλιοσκυλα
(Όλα από ανθυγιεινά σάιτ για ενήλικες στο Διαδίκτυο)
Got a better definition? Add it!
Υπερμέγεθες ανδρικό γεννητικό όργανο.
Προφάνουσλυ ο όρος προέρχεται από το μοντέλο Hayabusa της Suzuki, που αποτελεί τη ναυαρχίδα της εν λόγω φίρμας με πάνω από 1300 cc.
- Χθες με «τάισε» ο Μπάμπης.
- Πώς ήταν;
- Χαγιαπούτσα! Τι να σου λέω· δεν μπορώ να πάρω τα πόδια μου...
Ρε συ, είδα το παπάρι του Άγγελου στα αποδυτήρια. Πω, ρε μαλάκα! Τι χαγιαπούτσας είναι αυτός;
Got a better definition? Add it!
Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει την χολιγουντιανού επιπέδου επικίνδυνη αποστολή κάποιου να γαμήσει μια χοντρή γυναίκα τύπου Φάλαινα Άντερσον.
Οι ρίζες της έκφρασης εντοπίζονται στη ταινία Free Willy, όπου Willy το όνομα της πρωταγωνίστριας φάλαινας. Η ομοιότητα της γυναίκας όρκας με την προαναφερθείσα φάλαινα γέννησε το Fuck Willy, το οποίο είναι κι αυτό ένα εντυπωσιακό θέαμα.
- Λοιπόν παιδιά, σήμερα έχει Fuck Willy στο πρόγραμμα.
- Καλά ρε σαβουρογαμόσαυρε, πάλι χοντρές θα κυνηγάμε;
Got a better definition? Add it!
Είναι η γυναίκα που το παίζει γκομενάρα χωρίς όμως να είναι. Επίσης, συναντάται και στο θηλυκό: η φαινομούνα.
- Ρε μαλάκα κοίτα αυτή εκεί! Ποια νομίζει ότι είναι;
- Έλα μωρέ με το φαινόμουνο... Το παίζει γκομενάρα ενώ δε βλέπεται!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο υπερβολικά ενθουσιώδης, που η καύλα του για κάτι δεν κρατιέται, ωσάν πύραυλος.
Τι θα γίνει ρε πύρκαυλε; Θα φύγεις με το μηχανάκι μου δεμένο στην κολόνα;
Got a better definition? Add it!
Να δώσω και γω μια τρίτη ερμηνεία. Το ξέρω και με την έννοια του «πυρ και μανία», δηλ. έξαλλος και καβλωμένος για καυγά.
Ο Νάσος είναι μεγάλη κομπλέξα, δεν είναι να του πηγαίνεις κόντρα, δε δέχεται κουβέντα και γίνεται έξαλλος με την παραμικρή αντίρρηση. Φωνάζει, ουρλιάζει, του πετάγονται οι φλέβες, το μάτι του γυαλίζει, γάμησέ τα... Δεν ξέρω αν το εννοεί ή αν παίζει θέατρο, πάντως γίνεται πύρκαυλος και σε κάνει ρόμπα μπροστά σε όλους.
Got a better definition? Add it!
Πάρα πολύ σπάνιο ψάρι που συναντάται πάρα πολυ σπάνια στην παραλία της περιοχής Δουνέικα στο Νομό Ηλείας.
Προσοχή: Εάν τυχόν το συναντήσετε ποτέ, υπάρχει να σας μπει στο κώλο!
Πετράν και Αλέκος είναι καθ' οδόν για Δουνέικα.
Πέτρος:- Ρε μαλάκα τι ακούγετε «μπα μπα μπαπ» κατω απο το αμάξι;
Αλέκος:- Πουτσομούρες θα είναι ρε!
Got a better definition? Add it!