Further tags

Ο τελείως φαλάκρας. Ο γλόμπος. El globo στα λατινικά.

- Πώς έγινες έτσι ρε βλάκα;! Χαχαχ...
- Μου κόλλησαν τσίχλα στα μαλλιά και τα πήρα όλα γουλί. Δε γινόταν αλλιώς. Ελ γλόμπο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραπέμπει στο ιταλικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, ωστόσο αναφέρεται σε μια παρέα από γκόμενες που είναι μπάζα, οι λεγόμενες κάμπιες.

- Πήγαμε για καφέ και η Μαρία κουβάλησε και το καμπιονάτο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολύ ψηλή -σε σημείο αποθάρρυνσης- γυναίκα. Συναντάται και ως «μπασεκετεμπολίστριασεσεσε»

- Καλά, τι ύψος είν' αυτό;
- Άσε, μπασεκετομπολίστρια!

Got a better definition? Add it!

Published

Αναφέρεται σε γυναίκα με δυσανάλογα σωματικά μέλη συγκριτικά με το ύψος της και πρόσωπο που θυμίζει το άσχημο (αλλά κατά τ' άλλα αστείο και συμπαθές) ζώο που ζει στην Αφρική. Τις περισσότερες φορές δε, φοράει καπέλο πλήρους γουστέλλειψης, ενώ η όλη αμφίεση της αποπνέει συναισθήματα που παραπέμπουν σε περίοδο Αποκριών. Απαντάται συνήθως σε δύο τύπους:

  1. Ψηλή, με υπερβολικά μακρά άκρα και εμφανώς μικρό σώμα και κεφάλι. Ενδιαφέρον και χαζό θέαμα αλλά δε συνιστάται η οπτική επαφή σε υπερβολική δόση.
  2. Κοντή, με υπερβολικά κοντά άκρα, μεγάλη λεκάνη και κεφάλι που θυμίζει τηλεόραση (22 ιντσών και άνω). Ο συγκεκριμένος τύπος δε, έχει τόσο άσχημο πρόσωπο που σε πιάνει η τάση να θες να μεταναστεύσεις.

- Σου γνώρισε τελικά η Χριστίνα τη φίλη της;
- Ναι… Άσε, χάλι…
- Τι; Στρουμφοκάμηλος σαν την ίδια;;;
- Ναι, αλλά το 2ο είδος… Φεύγω αύριο, πάω ανθρακωρύχος στο Βέλγιο…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τρέντουλο.

Ο Κώστας επέμενε να βγούμε στο Γκάζι.

«Δεν μ' αρέσει εκεί» είπα, «μέσα στα στενά. Έχει ταραντούλες».

Ταραντούλες στην αργκό μας είναι οι τρέντουλες, όσοι ζούν σύμφωνα με τη Βίβλο των τρέντι περιοδικών μ' αφιερώματα όπως «Τα είκοσι καλύτερα ζευγάρια βυζιών της δεκαετίας» ή «Δέκα τρόποι για να του φτάσει μέχρι τ' αφτιά».

(Γ. Παλαβός, «Πέμπτη βράδυ»)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που την έχει μικρή.

Καλά να είμαι τόσο γκαντέμω ρε γαμώτο; Να είναι μαύρος και να μου βγει λιλιπούτσειος;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φανατική Εκπρόσωπος Της Ασχήμιας

Χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει μια γκόμενα εξαιρετικά άσχημη.

-Πώ ρε φίλε, τι φέτα ήταν αυτή; -Ποια φέτα ρε μαλάκα; Εγώ νόμιζα ότι πέρασε ο Κουασιμόδος!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο αυτιάγγουρας , ο αυτουλάς κοκ.
Εκ του Μπακατσιάς (Θύμιος) + αυτιάς.

Κοίτα τον μπακαυτιά απέναντι, σαν τον Ντάμπο είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι αυτός που γελάει όλη την ώρα, ο γελαστός. Χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό, αλλά και ως επίθετο.

- Πολύ γελαδερό παιδί αυτός ο Γιάννης...
- Το χαμόγελο της Colgate!

Ο γελαδερός Γιάννος με το χαμόγελο της Colgate (από allivegp, 24/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Χρησιμοποιείται σε γυναίκες που το παίζουν ωραίες προκαλώντας με δηλώσεις και ενδυματολογικές επιλογές, αλλά ουσιαστικά είναι πολύ άσχημες και πολύ μεγάλες σε πλάτος. Προέρχεται από το όνομα της Πάμελας Άντερσον (που συνήθως αύτο είναι το είδωλο των συγκεκριμένων γυναικών).

- Ξέρεις τη Σταυρούλα; Μου έχουν πει ότι είναι πόλυ hot και sexy.
- Τι λες ρε; Φάλαινα Άντερσον είναι! Να την έβλεπες πώς ντυνόταν στο σχολείο... Σκέτη φρίκη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified