Η δουλειά που αναλαμβάνει ο ελεύθερος επαγγελματίας.
Εκ του αγγλικού freelancer.
Πήρα μια φριλάντζα εργολαβεία και σε 2 μήνες θά'χω βγάλει 2000 ευρά.
Η δουλειά που αναλαμβάνει ο ελεύθερος επαγγελματίας.
Εκ του αγγλικού freelancer.
Πήρα μια φριλάντζα εργολαβεία και σε 2 μήνες θά'χω βγάλει 2000 ευρά.
Got a better definition? Add it!
Ιεροτελεστία η όποια απαιτεί ευχέρεια χρόνου, και αναζωογονεί πλήρως έναν άνδρα, όπως το μεγάλο σέρβις των 60.000 χλμ αναζωογονεί ένα αυτοκίνητο.
Είναι σέρβις 4 σημείων απαραιτήτως. Οποιαδήποτε παράλειψη το καθιστά απλό σέρβις, και τα βήματα θα πρέπει να γίνονται με τη σωστή σειρά για καλύτερα αποτελέσματα.
1. Μαλακία
2. Χέσιμο
3. Μπάνιο
4. Ξύρισμα
- Τι έγινε αγόρι μου; Κάναμε σέρβις;
- Όχι απλό σέρβις φίλε, φουλ σέρβις.
- Έπρεπε να το φανταστώ, εσύ έγινες άλλος άνθρωπος.
Got a better definition? Add it!
Η πτώχευση, η χρεωκοπία.
Λέξη δάνειο από τα ιταλικά [ιταλ. fallimento].
Ευρέως χρησιμοποιείται και ο εξελληνισμένος ρηματικός τύπος «φαλιρίζω».
«Η Destinator απ' όσο έμαθα από άτομα που ασχολούνται με τον χώρο βάρεσε φαλιμέντο και τελικά εξαγοράστηκε από κάποια άλλη εταιρεία. Δεν ξέρω τι αντίκτυπο θα έχει αυτό στα προϊόντα της, πάντως καλό αποκλείεται να είναι -αφού σε αυτές τις περιπτώσεις, των εξαγορών έπεται μια περίοδος »εγκλιματισμού« των νέων κατόχων.»
Got a better definition? Add it!
Προστακτική έκφραση που σημαίνει στάσου ακίνητος και που πιθανόν προέρχεται από την εγγλέζικη φράση stick (th)'em up (=ψηλά τα χέρια). Λιγότερο πιθανό είναι να προέρχεται από τις λέξεις στάκα (=στάσου) + man.
ΣΤΑΚΑΜΑΝ: Τίτλος ταινίας του Αντώνη Καφετζόπουλου.
Στάκαμαν σου λέω να σου εξηγήσω, μην φεύγεις!
Got a better definition? Add it!
Η βόλτα, το σεργιάνι, η περιπλάνηση.
Από το ιταλικό sollazzo.
Πιο συχνά συναντούμε το ρήμα σουλατσάρω. Επίσης χρησιμοποιείται συχνά και η λέξη σουλάτσα αντί του σουλάτσο.
- Πού 'σαι ρε Βάγγο;
- Βολτίσα με κάτι φιλαράκια και το βράδυ για ποτάκι!
- Α ρε αλάνι, όλο στη σουλάτσα είσαι!
Got a better definition? Add it!
Ελληνοποίηση του πασίγνωστου αγγλικού όρου «shock». Δηλώνει μεγάλη έκπληξη ή θαυμασμό. Για να δοθεί έμφαση, είναι καλό στον προφορικό λόγο να προφέρεται με παχύ 'σ' (σσοκ) και στο chat να αναγράφεται ως εξής: σοκκκκκκκ. Οι χρήσεις του αμέτρητες - βλ. παραδείγματα.
- Μαλάκα, φάε αυτό το μπανόφι και κλάψε.
- Τόσο καλό;
- Σοκκκκ λέμε...
- Παίδες, χτες έβαλα ένα γκομενάκι το σοκ το ίδιο.
(σημ.: εδώ κολλάει η απάντηση: Ηρέμησε).
- Κοιτάξτε μαλάκες, έρχονται δυο μουνιά-σοκ.
ή εναλλακτικά:
- Κοιτάξτε μαλάκες, έρχονται δυο σοκ.
Got a better definition? Add it!
«Ησυχία!», «Σιωπή!», «Σκάσε!». Απο το γαλλικό silence (le).
Ένας πιο μάγκικος και συγχρόνως ευγενικός τρόπος να πεί κανείς σκάσε.
- Αλέξη μου, σε παρακαλώ δε το ήθελα, εγώ σ'αγ...
- Σιλάνς! Όλο στο παραμύθι μας έχεις... Κομμένη απο δώ και μπρός στο λέω, γιατί θα φας κόκκινη κάρτα!
Σχετικό: τσιμουδιά
Got a better definition? Add it!
Σικάγο ονομάζεται σε διάφορα μέρη της Β. Ελλάδος η γνωστή σε εμάς ουγγαρέζα, ζαμπονοσαλάτα κ.ά.
- Πιάσε ένα ψωμάκι απ' όλα με σικάγο!
Got a better definition? Add it!
Ρωσοποντιακή προσφώνηση.
- Ρε μπλιετ, προχώρα να πούμε...
- Καλά ρε μπλιετ...
Got a better definition? Add it!
Κλητική προσφώνηση μεταξύ νεαρών - κυρίως εφήβων. Προέκυψε από παραφθορά του «ρε guys» που το χρησιμοποιούν τυπάδες πολύ γιο και πολύ cool και πολύ in... και δεν συμμαζεύεται... E, τώρα, αν το παιδί στο οποίο αναφέρεσαι είναι και λίγο τύπου «μια βάρκα ήταν μόνη της σε θάλασσα γαλάζια», κοινώς είναι δεινός χορευτής του γκεϊμπέκικου, ε, τότε το πράγμα έδεσε!
1)
- Πού στον πούτσο είναι ο αναπτήρας μου;
- Ο zippo;
- Ναι ρε...
- Α τον πήρε ο Κώστας... Αυτός που τώρα τρέχει...
- Ρε γκέι, φέρε τον αναπτήρα ρε!
2)
- Ρε γκέι, πιάσε λίγο το στυλό, έπεσε στα πόδια σου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified