Ο καθυστερημένος, αυτός που δεν παίρνει πολλές στροφές. Από το αγγλοσαξωνικό retarded.
– Ρε, μήπως είσαι ριτάρντεντ; Εκατό φορές σου έχω πει το ίδιο πράγμα.
– Τι εννοείς;
Ο καθυστερημένος, αυτός που δεν παίρνει πολλές στροφές. Από το αγγλοσαξωνικό retarded.
– Ρε, μήπως είσαι ριτάρντεντ; Εκατό φορές σου έχω πει το ίδιο πράγμα.
– Τι εννοείς;
Δες και e-tard. / Σχετικά: αρπαγμένος, κάθυστερ - καθυστέρα, βραδυφλεγής, richard, Σελήνη, Κατέλης, μογγόλι, το, ληγμένος, -η, -ο
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
dt, τo απειροελάχιστο διάστημα χρόνου, πολύ γρήγορα (προφέρεται: «ντε-τε»).
Εξαφανίστηκε σε ντε-τε. Δεν πρόλαβα να τον ρωτήσω πού θα πάει.
Βλ. και καρφί, πατ-κιουτ, στο καπάκι, σούμπιτος / σούμπιντος, ο, σφαιράδην, τσακ-μπαμ, στο πιτς-φιτίλι
Got a better definition? Add it!
Παραλλαγή του ανφάν γκατέ. Χαρακτηρίζει την τοπική κοσμική ιντελιγκέντσια, γνωστούς και ως μαϊντανούς, που συνωστίζονται σε όλα τα πάρτυ και τις κοσμικές εκδηλώσεις κυρίως εξαιτίας του δωρεάν μπουφέ.
- Ωραία πάει ρε Μάκη το πάρτυ της παρουσίασης του βιβλίου σου, πολύ κέφι.
- Τι ωραία ρε λακαμά; Που χει μαζευτεί όλο το ναφάν γκατέ, γαμώ την απλυσιά τους... Μισό ρε Μηνά...Ρεεε Ζουράρι... Ναι εσένα λέω... Άσε κάτω το μπούτι κοτοπούλου, 7 έφαγες... Πού τα βάζει ο πούστης...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
«Καρντάσης» και «καρντασάκι»:αδελφός, αδελφάκι απ' το τούρκικο kardash.
Χρησιμοποιείται στη Μακεδονία μεταξύ φίλων.
Δες και θεσσαλονικιώτικα.
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει τα λέμε αργότερα. Από το αγγλικό later το οποίο έγινε laser, μάλλον υπό την επήρεια της τεχνολογίας και της επιστημονικής φαντασίας...
-Άντε ψηλέ, τιγκανά ολέ ολέ...
-Ναι ρε, τα λέμε λέιζερ!
Got a better definition? Add it!
Είναι τα γνωστά σε όλους μας ιαπωνέζικα καρτούν πορνό. Χρησιμοποιείται για γκόμενες που μικροδείχνουν και είναι γλυκές και ντροπαλές ενώ παράλληλα είναι σκέτη καύλα. Στα ιαπωνέζικα σημαίνει ανωμαλία.
Μαλάκα Γιώργο, πολύ χεντάι αυτή η Καμέλα.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που είναι υπεύθυνος για check στις παραγγελίες στο ταμείο ή στο bar.
Συναντάται σε μεγάλα cafe - bar - club ή νυχτερινά κέντρα.
- Τρέχα να πεις στον τσεκαδόρο οτι έγινε λάθος στην παραγγελία και θα γίνει αλλαγή.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Συναντάται και με την έκφραση: γαμησάμπλ (με γαλλική προφορά), από το ελληνικό γαμήσι και το γαλλικό -able.
Δεν είναι και χάλια γκόμενα. Είναι γαμησάμπλ.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το ζώο (εκ της Τουρκικής).
-Τι έκανες εκεί βρε ζώον; Μα τόσο χαϊβάνι είσαι;
Got a better definition? Add it!