Further tags

Ο μεγάλος και συμπαγής παπάς. Ως παπά ορίζουμε το άνθος του φυτού της κάνναβης.

- Ήταν καλή η ξήγα σήμερα;
- Άσ' τα δικέ μου, είχε μέσα κάτι παπαδέρες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ελαφρύς καφές. Αυτός που σε περίπτωση φραπέ μπορείς να δεις από την άλλη πλευρά ...

Ζευγάρι επιστρέφει από επίσκεψη στους γονείς της κοπέλας.

- Αγάπη μου σου άρεσε τόσο πολύ ο καφές που σου έκανε η μητέρα μου και τον ήπιες όλο; Λίγο ελαφρύς μου φάνηκε.
- Τι να κάνω. Από ευγένεια. Νερομπούρμπουλο ήταν...

βλ. και νερομπούλι, νερόπλυμα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φτηνή απομίμηση του αναψυκτικού που σπονσοράρει τον άη-Βασίλη και τα σχετικά παιδικά όνειρα. Η συγγένεια των αναψυκτικών συνήθως περιορίζεται στο χρώμα, την ύπαρξη ανθρακικού, την υπερεπάρκεια ζάχαρης και την αδιαμφισβήτητη θρεπτική αξία.

- Έλα ρε βλάκα, πάρε την κόκα φόλα μπας και γλυτώσουμε κάνα φράγκο. Λες και θα καταλάβει κανείς τη διαφορά να πούμε. Σαββάτο πεθαίνεις, Κυριακή, Δευτέρα θα σε θάψουνε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το χασίς στα καλιαρντά (συνώνυμο: χορτομπίγα) και είναι από το ταυτόσημο μάγκικο νταμίρα ή ταλμίρα.

Επίσης νταμιραντάμης: αδελφικός φίλος (βλάμης), από το νταμίρα και αντάμης (από το τούρκικο adam: άντρας ευγενής, γενναίος, σέρτικος).

Tυπικό παράδειγμα ειναι ο ρεμπέτικος (κομμένος) στίχος από το «μία είναι η ουσία» (νομίζω)

«Άντε να φουμάρω τη νταμίρα και ας μην δω στον κόσμο μοίρα».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μερίδα ουίσκι σε καφενείο της υπαίθρου. συνήθως Ballantines, VAT 69, Canadian Club, ή στην καλύτερη περίπτωση J.Walker Red Label.

Αμύητοι (όπως ο υπογράφων) το μπερδεύουν με το τσίπουρο.

- Βάιε, πίασε ένα αγροτικό!
- Ιφτασεεεεεέ!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο καφές φραπέ. Βλέπε και: φραπεδέλα, φραπεδιόλα, φραπόγαλο.

Γλωσσολογία του φραπέ

Η λέξη frappé είναι γαλλική και σημαίνει χτυπημένος ή ανακατεμένος. Ως ξένη λέξη κανονικά δεν κλίνεται (ο φραπέ). Όμως, σε αντίθεση με τις περισσότερες γαλλικές λέξεις που έχουμε δανειστεί και παραμένουν άκλιτες, στην ονομαστική μερικές φορές αποκτάει κατάληξη και κλίνεται (ο φραπές, του φραπέ, οι φραπέδες κλπ.), κυρίως στην καθομιλουμένη. Άλλωστε αυτό παραπέμπει και στην κλίση της λέξης «καφές». Ενίοτε στον προφορικό λόγο απαντά η μορφή «φραπεδιά» (π.χ.: «Πιάσε μια φραπεδιά») ή, σπανιότερα, «φραπεδούμπα» ή «φράπα».

(από ιστολόγιο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υπερμπόμπα ουίσκι, που σίγουρα δεν παρασκευάζεται σε ουισκοπαραγωγό χώρα, αλλά μάλλον κάπου αλλού, πιθανόν δε και στη Θήβα.

- Πω ρε φίλε Θήβας Ρήγκαλ μας ποτίσανε πάλι. Τι πονοκέφαλος είναι αυτός.
- (με επική φωνή) This sounds like a job for.....HangGyver!!!
Αφικνούται εκ του πουθενός τύπος με ένα τεράστιο Χ στην μπλε στολή με την κόκκινη μπέρτα και το σώβρακο έξω απ' το κολάν, τους φτιάχνει κάτι ματζούνια, τα πίνουνε και ζούνε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Τέλος επεισοδίου.
(για την αισθητική του παραδείγματος, βλέπε εδώ)

τζώνη γουόκερ (από MXΣ, 21/03/12)Και σε single malt (από Vrastaman, 12/12/12)

Βλέπε και λιωσέ κουέρβο, κοριοζούμι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τσιγαριλίκι, το χόρτο.

- Πάμε για κανά τιρουρίρου;
- Εε; Τι 'ναι το τιρουρίρου ρε μαλάκα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νοθευμένο ποτό.

- Καλά το ουίσκι χθες ήταν σκέτη μπόμπα...
- Εμένα μου λες... την έβγαλα όλο το βράδυ αγκαλιά με τη χέστρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως πράσινη συνήθως εννοείται η μπίρα Heineken, η οποία βγαίνει σε πράσινα μπουκάλια και κουτάκια.

Ρε μάστορη, πιάσε μια πράσινη ακόμα και τρεις άμστελ για τα καρντάσια.

Η κλασική πράσινη (από poniroskylo, 01/06/08)Πράσινο κουτάκι (από poniroskylo, 01/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified