Είναι μια σουηδική βότκα. Αλλά το λέμε και όταν κάποιος είναι ο number one, ο τελειοτερότερος, πολύ καλός ή πολύ κουκλί, γκόμενος ή γκόμενα (εξαρτάται απ' το φύλο).

Και υπάρχει και το επίρρημα αμπζοφακινλούτλυ, που θα πει σίγουρα, οπωσδήποτε, δε σηκώνω αντιρήσεις φίλε! Το 'πε ο Παπακαλιάτης σε μια σειρά και μετά έμεινε.

  1. - Είδες το νέο γκόμενο της Μαρίας*;
    - Ναι.
    - Μιλάμε είχαμε πάει για μπάνιο, και έχει τον άμπζολουτ κώλο!!!!
    - Έχει όμως και ωραία γκριζογαλάζια μάτια.
    - Αλλά κυρίως άμπζολουτ κώλο!!
    - Λολ φιλενάδα.....
  • φανταστικό όνομα.
  1. - Θα έρθεις το βράδυ στο Άνιμαλ**;
    - Αμπζοφακινλούτλυ!!!!!
    - Έτσι μπράβο!

** Η συζήτηση ήταν τον Σεπτέμβριο.

(από Mr. Cadmus, 22/01/12)Αψολούτ φιάλη (από Vrastaman, 22/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα από τα εις -στάν εθνικά αυτοφαυλιστικά, που προκύπτει μέσα από τη ρητορική στρατηγική που ήδη έχω περιγράψει στα ευρωπαϊστάν, φιλελευθεριστάν, Διαφωτιστάν, Μεταρρυθμιστάν. Δηλαδή:

  1. Το χρησιμοποιούν κυρίως οι νέοι ανθενωτικοί για να υπονοήσουν ότι το πρώκταγμα του εκσυγχρονισμού μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερο φανατισμό, ταλιμπανισμό και φουνταμενταλισμό από ό,τι αυτά τα οποία έρχεται να εκσυγχρονίσει/ αλλάξει τα Lumières.
  2. Ή χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ότι ο συγκεκριμένος τρόπος που προβλήθηκε το πρόταγμα αυτό του εκσυγχρονισμού ειδικά στην Ελλάδα ήταν τριτοκοσμικός και πασοκιστανικός. Εκσυγχρονιστάν σε αυτήν την περίπτωση δεν είναι όλη η Ελλάδα, αλλά ειδικά οι θιασώτες του προτάγματος του εκσυγχρονισμού σε ένα μέρος του εκσυγχρονιστικού πασοκιστάν άκα Σημιτιστάν ή της υπεύθυνης αριστεράς διανόησης και ταλιμπάν.
    Το τρίπτυχο του Εκσυγχρονιστάν
  3. Υπάρχει εξάλλου και μια άλλη πτυχή: Το να εκσυγχρονίζεται ή να μεταρρυθμίζεται συνεχώς μια χώρα είναι μάλλον ίδιον ότι η χώρα αυτή είναι ανεπίδεκτη εκσυγχρονισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Οθωμανική Αυτοκρατορία που εκσυγχρονιζόταν και μεταρρυθμιζόταν επί 4 αιώνες από τον 16ο ως τις αρχές του 20ου ώσπου τελικά διαλύθηκε μετά τον Α΄ Παγκόσμιο. Οπότε εκσυγχρονιστάν είναι σε αυτήν την περίπτωση μία ανατολίτικη, τριτοκοσμική, αναπτυσσόμενη μάλλον παρά υπανάπτυκτη χώρα, ή η Ελλάδα παρομοιαζόμενη με μια τέτοια χώρα, η οποία λέμε διαρκώς ότι πρέπει να εκσυγχρονιστεί και δώστου και φτου κι απ' την αρχή, επειδή εντέλει δεν της βγαίνει ο εκσυγχρονισμός, αλλά έχει ισχυρές εσωτερικές δυνάμεις αδρανείας που δεν της επιτρέπουν να "κόψει δρόμο" στη συνάντηση με τη Δύση και τελικά την εκσυγχρονίσαμε και ψόφησε.

Δίνω τον λόγο στο πρώτο παράδειγμα που τα εξηγάει ωραία:

Ο εκσυγχρονισμός, ως σλόγκαν, έχει δημιουργήσει εδώ και χρόνια φανατικούς οπαδούς. Φανατισμός, ο οποίος πολλές φορές είναι τόσο έντονος ώστε να προσομοιάζει με θεοκρατισμό τύπου Ταλιμπάν. Εξ ου και ο νεολογισμός «εκσυγχρονιστάν» που έχει χρησιμοποιηθεί για να αποδώσει αυτό τον φανατισμό. Η χρήση του όρου αυτού θέλει να καταδείξει την αδιαλλαξία και θρησκοληπτική σχεδόν εμμονή με την οποία προωθούν τις πολιτικές και τις απόψεις τους για την κοινωνία. Το τραγικό, αν όχι τραγελαφικό, της υπόθεσης αυτής είναι ότι στους οπαδούς του «εκσυγχρονιστάν» βρίσκεται σημαντικός αριθμός ανθρώπων που η εργασιακή τους θέση (π.χ. δημόσιοι υπάλληλοι) θα τους ήθελε ενάντια, ακριβώς λόγω των βασικών θέσεων του ιδεολογήματος αυτού. Αν αυτό δεν είναι ψευδής συνείδηση, ενδεχομένως να είναι κάτι πολύ χειρότερο, αλλά ας μην το αναλύσουμε εδώ αυτό. Ο εκσυγχρονισμός σε Κύπρο και Ελλάδα, εμφανίζεται ως όρος με τον Σημίτη στην περίοδο της διαδοχής του Α. Παπανδρέου στο ΠΑΣΟΚ το 1995. Οι εκσυγχρονιστές εμφανίζονταν ως μια άφθαρτη ομάδα τεχνοκρατών, έτοιμη να διαχειριστεί την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Ως προς το περιεχόμενο του όρου δεν υπάρχουν κοινές παραδοχές. Το ακριβές νόημα και πε­ριεχόμενο της έννοιας ποτέ δεν εξηγήθηκαν πλή­ρως, ούτε και αναπτύχθηκαν θεωρητικά. Το εγχείρημα του «εκσυγχρονισμού» οριζόταν στην ουσία με αρ­νητική παρά θετική χροιά: έπαιρνε την μορφή εναντίωσης στις παλιές λαϊκιστικές πρακτικές, καθώς και στον συντηρητικό συνασπισμό που εκπροσωπούσε η ΝΔ. Όταν οριζόταν με θετική χροιά, ταυτιζόταν με την πρόοδο και το ΠΑΣΟΚ εμφανιζόταν ως ο υποστη­ρικτής των «προοδευτικών» δυνάμεων στην ελληνική κοινωνία. Πίσω από την ταμπέλα του εκσυγχρονισμού καλύφθηκαν, και καλύπτονται, μια σειρά από στόχοι και πολιτικές, πολλές φορές ανόμοιες και αντιφατικές μεταξύ τους. Ο καθένας που χρησιμοποιεί τον όρο το κάνει με το δικό του σκεπτικό διότι αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να πωλήσει τη θέση του πιο πειστικά. Αποτελεί μια ωραία καραμέλα πίσω από την οποία κρύβονται επιμελώς πραγματικές προθέσεις πολιτικών δυνάμεων, επιχειρηματικών και μιντιακών (ΜΜΕ) ομίλων. Αν ως προς το θεωρητικό περιεχόμενο υπάρχουν ασάφειες, ως προς την πολιτική του χρήση υπάρχουν κοινές συνισταμένες και πρακτικές. Οι πολιτικές της λιτότητας, της συγκράτησης και της μείωσης του εργασιακού κόστους, του λιγότερου κοινωνικού κράτους και της ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, αποτελούν οργανικό κομμάτι όλων των πολιτικών δυνάμεων που ευαγγελίζονται τον εκσυγχρονισμό, είτε δεξιών είτε σοσιαλδημοκρατών. Ταυτόχρονα, κάθε αναφορά σε κοινωνικές κατακτήσεις και κάθε προσπάθεια διατήρησης εργατικών κεκτημένων, κάθε κριτική των αγορών, συκοφαντείται από τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο ως λαϊκισμός, αναχρονισμός, ή συντεχνιασμός. Ο εκσυγχρονισμός είναι μια ουδέτερη διατύπωση που αποκρύπτει τις ιδεολογικές του ρίζες και στοχεύσεις. Στην ουσία, εκσυγχρονισμός, ή νεοφιλελευθερισμός, είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. (Γιάννος Κατσουρίδης εδώ).

Όπως δείχνει και το άρθρο ο όρος ήταν πολύ της μοδός επί Σημιτιστάν, όταν το εκσυγχρονιστάν είχε τον προστάτη άγιό του

Άγιος Σημίτιος, προστάτης του Εκσυγχρονιστάν

Μετά την προσφάτως επισκήψασα κρίση, το πρόταγμα του εκσυγχρονισμού έχει ελαφρώς θολώσει και εν πολλοίς αντικατασταθεί από αυτό των επειγουσών μεταρρυθμίσεων, ωστόσο συνεχίζει να χρησιμοποιείται και σήμερα με τις παραπάνω σημασίες, όσο συνεχίζουν να υπάρχουν εκσυγχρονιστήρια που είτε φλερτάρουν με τον "χιπστεροναζισμό" του Ποταμιού είτε μετατρέπονται σε χιπστέρια που ψηφίζουν ΠαΣόΚ επειδή είναι βίντατζ.

Χιπστεροπασόκος. Του αρέσει ο εκσυγχρονισμός επειδή είναι βιντατζιά.

  1. Με τέτοια τερτίπια προσπαθούν να πάρουν δάνειο οι μπαταχτσήδες του εκσυγχρονιστάν. (Από το Unfollow).
  2. Κρατικές επιχορηγήσεις στα ταξί επί....Εκσυγχρονισμού ... Όποια πέτρα και να σηκώσεις το εκσυγχρονιστάν είναι απο κάτω... Τι να πώ; Μετά μας το παίζουν και αδικημένοι. (Από την Παραπολιτική).
  3. Με το Ποτάμι να μαζεύει όλο το εκσυγχρονιστάν και τα ορφανά του Κύρκου, ο Ευάγγελος Βενιζέλος ψάχνει να βρει την ψήφο του. (Εδώ).
  4. Να διεκδικούν αδιάκοπα και ποικιλοτρόπως μια ανθρώπινη ζωή και τη βελτίωση της θέσης τους στην κοινωνία. Με αυξήσεις μισθών. Με συγκράτηση των τιμών στα είδη λαϊκής κατανάλωσης. Με μείωση της υπέρογκης και άδικης φορολογίας τους. Με ουσιαστική και πλήρη δωρεάν Παιδεία και υγειονομική περίθαλψη. Με πολιτικές που θα αναβαθμίζουν τις συνθήκες εργασίας και το περιβάλλον. Ολα αυτά, όμως, στο ...«εκσυγχρονιστάν» είναι δογματισμοί και ξεπερασμένες αντιλήψεις. (Από τον Ρίζο).

Τέλος, να σημειώσουμε ότι είναι ένα από τα πλέον προφιλή μπινελίκια του Κώστα Ζουράρι/ Ζουράρεως, που το εντάσσει σε μία σειρά άλλα μπινελίκια από την τετρακισχιλιετή ιστορία του ανθηρού Έλληνος λόγου, όταν κάνει λεκτικό bashing σε εκσυγχρονιστήρια/ εκσυγχρονιστάδες:

  1. Κρατοθεοδοκήται και νατοκεμαλική αρβύλα. Τι είναι και τι θέλει το Ισλάμ; ...και όχι το ΕΑΜ... να, ιδού κι άλλη μια λαμπρή εφαρμογή της «αρχής της ετερότητας», που λέει κι ο μέγας Σκοπιανός ή το «σεβόμαστε την διαφορετικότητα», που ψιττακίζουν οι μπουρδολόγοι του εκσυγχρονιστάν. (Εδώ).
  2. Εξ "ημεδαπού πανεπιστημίου", πενιχράν έχοντες την θεωρητικήν τους σκεύην και εκτρέφοντες ευρωλιγούρικες φωταδιστικές αρλούμπες περί προόδου και ποστ-μόδερν εκσυγχρονιστάν: τ. Βίπερ-Νόρα θεληματικό πηγούνι επαναστάτες, τρίτης δροσιάς. [...] Οι σημερινοί συμπλεγματικοί ευρωλιγούρηδες και προοδευτιικοί εκσυγχρονιστάδες της καθ' ημάς οσφυοκαμψίας [...] οι σημερινοί συμπλεγματικοί γραικύλοι του εκσυγχρονιστάν ταυτίζουν ως αφασικοί ευρωπίθηκοι το σιελοπαρόν του σαρκίου τους με το αργόσυρτο διηνεκές παρόν... [...] ...τους ενοχλεί πολύ, πάρα πολύ, σ' όλα αυτά τα προσκυνημένα βλακόμετρα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, τα ευρωλιγούρια και λοιπά γραικύλια του εκσυγχρονιστάν. (Αποσπάσματα ζουραρείων μπινελικίων από το πρόσφατο βιβλίο Έρχομαι από μακριά. Η αγορήνδε Ιλιαδορωμηοσύνη του Οδυσσέα Ελύτη, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2014, σ. 33, 39, 135,147).

Ετικέτες: Αντισημιτικά, Περιοχή: Κολωνάκι, Φίλιον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρασκευή 19 Ιανουαρίου 1996. Αρχηγός του ΠΑΣΟΚ εκλέγεται από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ ο Κώστας Σημίτης. Στην κρισιμότερη στιγμή της πολιτικής του παρουσίας, ο Γεράσιμος Αρσένης είχε την άνεση να αυτοσαρκασθεί για την αποτυχία του να εκλεγεί διάδοχος του Ανδρέα Παπανδρέου στην Πρωθυπουργία μονολογώντας «Γιώργο, χάσαμε…»

Το ρητό παραπέμπει στην ιστορία κάποιου χωρικού, στον οποίο μια φωνή είπε να παίξει όλα του τα χρήματα στον ιππόδρομο, στο άλογο με το νούμερο τρία. Το έκανε, και μετά από μια δύσκολη κούρσα το άλογο πάτωσε κι αυτός έχασε όλο του το βιος. Τότε, απογοητευμένος, άκουσε την ίδια φωνή να του λέει απλά «Γιώργο, χάσαμε…»

Εννιά μήνες αργότερα, ο Μιλτιάδης Εβερτ επανεξελέγη στην αρχηγία της Ν.Δ.. «Γιώργο χάσαμε…», επανέλαβε χαριτολογώντας μετά την ανακοίνωση του αποτελέσματος της ψηφοφορίας, ο Γιώργος Σουφλιάς.

Έτσι, η ατάκα έμεινε σαν μια ομολογία αναγνώρισης και αποδοχής μιας ήττας που προσπαθούμε να διαχειριστούμε με ψυχραιμία.

- Πάω που λες να ξεπαρκάρω, και βλέπω τζάμι συνοδηγού σπασμένο και το mp3 player να έχει κάνει φτερά!

- Γιώργο, χάσαμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Εξαιρετικά μεγάλη συγκέντρωση μαύρων ανά τετραγωνικό μέτρο. Λέγεται ιδίως για κυριλάουα νυχτερινά μαγαζιά που οργανώνουν κάθε τόσο «μαύρες» βραδιές με μουσική hip hop, r'n'b και τα σχετικά. Τα μαγαζιά αυτά δεν είναι τα ορίτζιναλ «μαυράδικα» (που βρίσκονται σε ψιλοπαρακμιακές περιοχές και προσελκύουν σχεδόν αποκλειστικά μαύρους).

  2. Το σύνολο των προαναφερθέντων μοντέρνων «μαύρων» ακουσμάτων (τη τζαζ όσο να 'ναι δεν τη λες μαυρίλα).

  3. Γενικά η λεγόμενη «μαύρη» κουλτούρα στις αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης. Κατά βάση είναι η αφροαμερικάνικη κουλτούρα, όπως αυτή προσλαμβάνεται και προσαρμόζεται από τα εκατομμύρια των αφρικανών που ζουν στη Γριά Ήπειρο.

Η έκφραση χρησιμοποιείται και στις 3 περιπτώσεις με ελαφρώς υποτιμητική / σαρκαστική διάθεση, από λευκούς που πιστεύουν πως οι μαύροι (λόγω μεγάλης πούτσας) και οι αλβανοί βεβαίως βεβαίως (που είναι πιο μπρουτάλ ρε πστ μου) μας έχουν φάει όλες τις γκόμενες κι έχουμε μείνει να βροντάμε την ψωλή μας.

  1. - Φίλε, παίζει για καλοκαιράκι να δουλέψω στο Mao. Έχω έναν γνωστό εκεί και μου είπε αν είναι να πάω για πορτιέρης.
    - Τι να πα να κάνεις εκεί στη μαυρίλα ρε αγόρι;

  2. - Θυμάσαι ρε μαλάκα τη Τζέσι, το πορνίδιο που τραβιόμουνα πέρσι; Το γύρισε και από σκυλού ακούει μόνο μαυρίλα πλέον. Σκάει και με κάτι χαμηλοκάβαλα τζιν να φαίνεται κι η κωλοχαράδρα της φάτσα φόρα...
    - Θα ρουφάει καμιά μαύρη ψωλή αγόρι μου και γι' αυτό έχει κολλήσει... Εμ βλέπεις, τι να κλάσει κι η δικιά σου η δεκαπεντάποντη μπροστά στο βόα;

(από johnblack, 22/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified