Μποστίζουσα ψευδοσλανγιωτατική εκδοχή του κατάλαβα. Εκφέρεται από αστειάτορες ή / και λουλούδες με λολαδερές ή / και χαριτωμενίστικες διαθέσεις.

1.
Μήπως είναι συμβολισμός για το τέλος μιας σχέσης (αυτό υπαινίσσονται αν κατήλαβα καλά οι στίχοι);

2.
Και πούσαι, την πλατεία τη γουστάρω, κάτι μαλάκες νεκροζώντανους δεν γουστάρω που την κάνανε σαν τα μούτρα τους, κατήλαβες πλί μου. Και τα κορίτσια που λες ψωνίζονται παραπάνω στη Σκουφά μια από τα ίδια είναι, πρέζα...

3.
dyk: - Αγαπητοί φίλοι, για να μην μένετε σε αγωνία, σας ενημερώνουμε ότι το σύστημα βαθμολογίας του slang.gr θα αλλάξει ολοκληρωτικά την 1 Ιουνίου 2010. Εκ της Διευθύνσεως.
καφέ van dyck: - Για όποιον τυχόν δεν κατήλαβε, του Αγίου Πούτσου ανήμερα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Σκωπτικός χαρακτηρισμός για παλιό ή κατεστραμμένο αυτοκίνητο (δηλαδή όπως κατάντησε το ολοκαίνουριο αμάξι του Αλεξανδράκη η φίλη της Βουγιούκλως στη «Σοφερίνα» 1964), αλλά ήδη εν γένει άχρηστο μεταλλικό αντικείμενο και
    ευρύτερα οτιδήποτε μεγάλης ηλικίας (πράγμα ή και πρόσωπο) π.χ. ηλεκτρική συσκευή, πουράκλα κλπ.

  2. Παλιά έκφραση για το μακρύ ξίφος που έσερναν μαζί τους οι αξιωματικοί των σωμάτων ασφαλείας προ αιώνος και

  3. Μετωνυμικώς, περιπαιχτικό σχόλιο για τους ίδιους τους αξιωματικούς (παλιο-σακαράκας=καραβανάς).

Ιταλικής προελεύσεως (αλλά δεν θυμάμαι από πού), που υπέστη σημασιολογική φθορά με την πάροδο των χρόνων, όπως άλλωστε και η παλιοκαιρίσια λέξη γαζέτα (εφημερίδα <ιταλ. gazetta σήμερα giornale/quotidiano-a, που κληρονομήσαμε όμως από τους Τούρκους που ακόμα λεν τον δημοσιογράφο/ρεπόρτερ gazeteci=γαζετατζή ή haberci=χαμπερτζή), της οποίας η παλαιότερη χρήση αναφέρονταν σε μεγάλο στρατσόχαρτο<ιταλ. straccia carta (σεντόνι) και ιδίως τεράστιο χαρτονόμισμα μηδαμινής αξίας, (συνήθως ένεκα υποτιμήσεως της μονέδας).

Συνώνυμα: Κάρο, καρούλι, ψαροκασέλα (βλ. «Ο Ταξιτζής» με τον Χατζηχρήστο 1964), παντόφλα, καφεκούτι, σαράβαλο, μπα(γ)κατέλα, σαπάκι, κωλοκοτρωνέικο (π.χ. σουγιάς) κ.α.

- Πάμε Σαλονίκη το σουκού;
- Ναι αμέ! Με τί θα πάμε;
- Με το τουτού!
- Ποιό μωρέ; Με τί; Με τη δική σου τη σακαράκα;
- Γιατί δε σ’ αρέσει;
- Μωρέ μ’ αρέσει, αλλά μας βλέπω να τρώμε σουβλάκια στον Πασιάκο περιμένοντας την ΕΛΠΑ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλα τα κόμικς και τα κινούμενα σχέδια, γνωστά και σαν «Μίκυ Μάους», αλλά ακόμα και αν δεν είναι Μίκυ Μάους.

Άσε τα μικιμάου και πιάσε κάνα βιβλίο να ξεστραβωθείς!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified