Selected tags

Further tags

  1. Mαγαζί προϊόντων ή υπηρεσιών, με ατελείωτη και συνεχή πελατεία. Ο μαγαζάτορας δεν προλαβαίνει να πουλάει και να κόβει μονέδα αβέρτα. Σα να έχει δηλαδή μία μηχανή και να κόβει λεφτά. Η ποιότητα είναι αντιστρόφως ανάλογη της επιτυχίας του στην αγορά. Στην εξυπηρέτηση ισχύει το «φύγε εσύ, έλα εσύ». Η επιτυχία του είναι αποτέλεσμα καλής διαφήμισης, δημοσίων σχέσεων και της αγελαίας νοοτροπίας αυτών που προθύμως καταθέτουν τον οβολό τους. Κοφτήρια μπορεί να χαρακτηριστούν οιεσδήποτε επιχειρήσεις, από περίπτερα ή φαστφουντάδικα, μαγαζιά γωνία, μέχρι ιατρικές κλινικές και δικηγορικά γραφεία. Το άκουσα από κάποιον που μιλούσε για κλινικές εξωσωματικής γονιμοποίησης.

  2. Επικίνδυνο οδικό σημείο, για οδηγούς ή πεζούς. Π.χ., για τους πεζούς που διασχίζουν το δρόμο, η Κηφισίας στο ύψος της Εθνικής Αντιστάσεως ή του Φάρου Ψυχικού. Μουστάκια, τον παίρνεις.

  3. Κοφτήριο (και κόφτης), λέγεται ο αμυντικός ποδοσφαιριστής με ειδικότητα στα τζατζαρίσματα και τα κλαδέματα των αντιπάλων επιθετικών. Επικίνδυνος αλλά αποτελεσματικός.

  1. Κοφτήριο λιρών είναι αυτά τα καλσόν, άσε που πιάνεις και κανένα μπουτάκι από τα μοντέλα που τα δοκιμάζουν (από ιστολόγιο).

  2. βλέπω στα αριστερά, πάνω στο δρόμο, δύο σκυλιά. το ένα ξαπλωμένο, το άλλο από πάνω του στηλωμένο να το κοιτά. εκείνο το σημείο είναι «κοφτήριο». όποτε μπαίνω γκαζώνω μη με πάρει αμπάριζα το ρεύμα της Ηλιουπόλεως που κατεβαίνει αλαφιασμένο. έτσι μπήκα και χτες, προσπέρασα τα σκυλιά, προσέχοντας απλά μην με πάρουν στο κατόπιν. ομόνοια, εφημερίδες, μια έγνοια μην και δεν έκλεισα τον εξαερισμό και τον ακούνε οι γείτονες όλη νύχτα, πάλι πίσω, ήταν κλειστός. ξανά Ηλιουπόλεως, η κίνηση κάλμα. τα σκυλιά-είκοσι λεπτά μετά-ασάλευτα στην ίδια θέση. τα προσπερνάω αργά αργά και τα κοιτώ. το ξαπλωμένο είναι σκοτωμένο με το αίμα στην άσφαλτο. το όρθιο, με τονα πόδι αριστερά και το άλλο δεξιά από το ψοφίμι, το κοιτά μπρος του αδιαφορώντας παντελώς για τα αμάξια που έρχονται από πίσω του στη λωρίδα της ταχείας κυκλοφορίας. παρκάρω κανένα τέταρτο παρακάτω και κοιτώ από τον καθρέφτη τα δύο σκυλιά. τέτοιο ξενύχτι νεκρού δεν έχω ξαναδεί... (από ιστολόγιο, έβαλα όλη την παράγραφο γιατί μου άρεζε)

  3. Ο Καλλιτζάκης ήταν μεγάλο κοφτήριο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που χρησιμοποιείται από τους μοτοσυκλετιστές και τους παθιασμένους οδηγούς αυτοκινήτων.

Σημαίνει την απαλή αλλαγή ταχύτητας, όπου ο χειρισμός γίνεται αργά, με προσοχή και ευλάβεια και όχι στεγνά, διαδικαστικά.

Το κούμπωμα είναι γλυκό, με τον αναβάτη / οδηγό να αισθάνεται και να απολαμβάνει την σύμπλεξη / αποσύμπλεξη, νιώθοντας τα γρανάζια να ακουμπούν το ένα με το άλλο, τις τριβές, τις ανοχές, όλα. Ο όρος λοιπόν, προέρχεται ακριβώς από την αίσθηση «κουμπώματος» των κινούμενων μερών του κιβωτίου μεταξύ τους. Στα αυτοκίνητα χρειάζεται ένα καλό χειροκίνητο κιβώτιο, που να μεταδίδει ατόφια την αίσθηση αυτή. Θρυλικό απ' όσο ξέρω για τον τομέα αυτό, έμεινε για παράδειγμα το Honda S2000.
Ημιαυτόματα και τα ντιπ-για-ντιπ φλώρικα αυτόματα κιβώτια, απορρίπτονται μετά βδελυγμίας.

Σε μοτοσυκλέτα, λέγεται κυρίως όταν βάζουμε πρώτη από στάση, με το χαρακτηριστικό μεταλλικό «κλανκ!» που κάνει όταν είναι ακόμα κρύο το κιβώτιο. Ανάλογα με το κύρος της μοτοσυκλέτας, ο ήχος αυτός μπορεί να χαρακτηριστεί έως και απρεπής και να ξενερώσει τον ιδιοκτήτη της. Σε ένα πιο πολεμικό αντίθετα, ένα τέτοιο βαρβάτο άκουσμα αρμόζει, καθώς οι καλοί τρόποι δεν έχουν θέση εδώ.

Το αντώνυμο είναι η «καρφωτή», που γίνεται τάχιστα, με ελάχιστη (ή και καθόλου) χρήση συμπλέκτη, για να εκμηδενιστεί ο χαμένος χρόνος της αλλαγής. Στην έντονη επιτάχυνση, στην κόντρα, στην σούζα, δεν νοείται άλλος τρόπος. Ενέχει ξεχωριστή απόλαυση, την ευχαρίστηση του «σκισίματος», αλλά πρέπει πάντα να γίνεται μετά από το απαραίτητο ζέσταμα, διαφορετικά τα μηχανικά μέρη ταλαιπωρούνται ακόμα περισσότερο, χώρια την πιθανότητα σε κανένα μπίζιλο μηχανάκι να σου σπάσει κανα κιβώτιο. Δεν τα δέχονται όλα αυτά. Σε κάποια μάλιστα δεν είναι και ηθικά σωστό να το κάνεις.

(Τέλειο παράδειγμα-ορισμός απο εδώ)

Πρώτα τη ζεσταίνεις και μετά την ξεζουμίζεις... Πάντα με σεβασμό σε αυτήν, αλλιώς η στιγμή που θα σε δαγκώσει δεν είναι μακρυά...

Κουμπώνω πρώτη και αφήνω μαλακά το συμπλέκτη... Πηγαίνω ρολάροντας ανάμεσα στα στενά, με το μπάσο γουργουρητό της εξάτμισης να σιγοντάρει τα ροχαλητά της γειτονιάς.

Συντροφιά με σκόρπιες σκέψεις, βγαίνω προς τα έξω... Τα κίτρινα φώτα, δίνουν ένα industrial τόνο στο τοπίο... Αρκετά χαλαρώσαμε σκέφτομαι...

Κατεβάζω δευτέρα, και χουφτώνω απότομα το grip... Ο τετρακύλινδρος ξυπνάει απ τη λήθαργο της ήρεμης βόλτας, στέλνει τον μπροστινό τροχό στον αέρα, και αρχίζει να ανεβάζει στροφές σα δαιμονισμένος ενώ το ουρλιαχτό του σκίζει την ησυχία της νύχτας... Καρφωτή αλλαγή σε τρίτη, προσπαθώντας να μαζευτώ πίσω απ το φαιρινγκ, και στην αλλαγή σε τετάρτη αποφασίζει να επιστρέψει και το δεύτερο τροχό της στην άσφαλτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κυκλοφοριακή συμφόρηση. Προέρχεται από τη λέξη μποτίλια. Πιθανότατα προέρχεται από την γενικευμένη χρήση της μειωμένης ροής οχημάτων λόγω στενέματος του δρόμου, παρόλο που σύμφωνα με το φαινόμενο Venturi η ταχύτητα ενός ρευστού αυξάνεται, όταν το ρευστό αυτό περνά από σημείο της σωλήνας με μικρότερη διατομή, εάν στην περίπτωση του μποτιλιαρίσματος θεωρήσουμε το σύνολο των οχημάτων ένα ρευστό.

Όπως όμως όλοι μας γνωρίζουμε, από το σημείο Α, πριν το μποτιλιάρισμα, μέχρι το σημείο Β, μέσα στο μποτιλιάρισμα, η ταχύτητα όχι μόνο δεν αυξάνεται, αλλά μειώνεται δραματικά, με αποτέλεσμα την αύξηση των νεύρων και της τσαντίλας των οδηγών. Έτσι σε αυτή την περίπτωση αντί για το φαινόμενο Venturi, συναντάμε το φαινόμενο Χριστοπαναγίες. Εάν ποτέ βρεθείτε μάρτυς του φαινόμενου αυτού (πράγμα σίγουρο εάν ζείτε στην Αθήνα) σας συνιστούμε ψυχραιμία.

  1. - Πώς λέγεται το μποτιλιάρισμα στα Ιαπωνικά;
    - Κατεχάκη.

  2. Συγγνώμη που άργησα παιδιά, αλλά είχε ένα μποτιλιάρισμα στο δρόμο, μιάμιση ώρα σταμάτα-ξεκίνα, τσατάλια τα νεύρα μου!

(από pvnrt, 16/03/10)(από pvnrt, 16/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο: Η Σημαντικότερη Μοτοσυκλέτα του Κόσμου.

Λίγη Ιστορία πρώτα... (- Τι λίγη ρε μαλάκα, ολόκληρο σεντόνι είναι! - Σσστ! Αξίζει.)

Οι παρακάτω δύο παράγραφοι βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στο αφιέρωμα στην ιστορία του παπιού στο τεύχος 396 (01/07/2007) του περιοδικού ΜΟΤΟ, με συντάκτη τον Γιώργο Τσιλιμαντό.

Το πρώτο παπί της νεοϊδρυθείσας τότε Honda, το θρυλικό Super Cub των 50cc κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1958, μισό αιώνα πριν, στην πιο δύσκολη αγορά του κόσμου. Αυτήν των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, στον απόηχο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, μια εποχή πολύ ζόρικη για οποιοδήποτε Ιαπωνικό προϊόν, πόσο μάλλον μια μικρή μοτοσυκλέτα. Και αυτό γιατί εκείνη την κάργα συντηρητική περίοδο στην Αμερική, η μοτοσυκλέτα ήταν το κατεξοχήν περιθωριακό στοιχείο, απόλυτα συνυφασμένη με την παρανομία και την δράση συμμοριών όπως οι Hell's Angels που τρομοκρατούσαν την αμερικανική επικράτεια. Έτσι, όταν τότε ακόμα η σήμερα πανίσχυρη ιαπωνική μοτοβιομηχανία κυριολεκτικά δεν υπήρχε, οι ευρωπαϊκές και αμερικανικές μεγάλες μοτοσυκλέτες ήταν οι μόνες που κυκλοφορούσαν. Και ήταν ελάχιστες στον αριθμό, μα γρήγορες και θορυβώδεις, αναξιόπιστες και επικίνδυνες, αφοσιωμένα εργαλεία για εθισμένους μηχανόβιους με όλη την σημασία της λέξεως, ακόμα τότε. Ο μηχανόβιος ήταν μονίμως βρώμικος με σκόνη και λάδια, έτοιμος να λύσει τον κινητήρα όποτε του χρειαστεί, ποτέ κυριλέ, ποτέ «καθημερινός», hardcore πράμα. Όχι σαν σήμερα που καβαλάει και ο κάθε μπούλης. Και αιτία για αυτό είναι το πρώτο παπί της Honda. Γιατί;

«You meet the nicest people on a Honda»

Ο Honda, (ο ιδρυτής και συνιδιοκτήτης της μικρής εταιρείας) σχεδίασε μια ευφυέστατη μοτοσυκλέτα, πρωτόγνωρη για τα τότε δεδομένα, απλούστατη στην σχεδίαση και την κατασκευή. 4,5 ίπποι από 50 κυβικούλια, με ημιαυτόματο κιβώτιο για να μην παιδεύεται κανείς με συμπλέκτες, ποδιά για να μην βρέχονται τα πόδια, σχάρα για να βάζεις πέντε πράματα, και μια αξεπέραστη οικονομία καυσίμου. Αξιόπιστη όσο τίποτε άλλο μέχρι και σήμερα, ελαφριά και πανεύκολη στο χειρισμό της, ήταν μια μηχανή που δεν έτρεχε, δεν έκανε φασαρία, δεν λέρωνε και δεν τρομοκρατούσε. Μια μηχανή που μπορούσε να την καβαλήσει οποιοσδήποτε. Με μια πρωτοφανή διαφημιστική καμπάνια με το παραπάνω διάσημο σλόγκαν, η Honda κατάφερε να πείσει την συντηρητική αμερικανική κενωνία και να την κάνει να δοκιμάσει το δίκυκλο που κατασκεύασε. (Δείγματα από τις διαφημίσεις στα έντυπα της εποχής μπορείτε να δείτε εδώ.) Αυτό ήταν. Καθημερινοί άνθρωποι που ήθελαν απλά να πηγαίνουν στην δουλειά τους, νοικοκυρές γυναίκες (!), φιλήσυχοι πολίτες, μετακινούταν με το μικρό παπί, που το έβλεπαν πια ως ένα καθημερινό μέσο προσωπικής εξυπηρέτησης. Και αυτή ήταν και η μεγαλύτερη επιτυχία της Honda, καθώς άλλαξε δραματικά το τρόπο που αυτή η μαλακισμένη η κοινή γνώμη έβλεπε την μοτοσυκλέτα και την έφερε πιο κοντά σε όλους. Στα μικρό αυτό ταπεινό παπί οφείλει η Μοτοσυκλέτα αυτό που είναι σήμερα, αυτό που εκατομμύρια ανθρώπων απολαμβάνει. Και ξεπατικώνοντας ξεδιάντροπα από το άρθρο του ΜΟΤΟ, κλείνω τούτο το κεφάλαιο:

«Αν οι ιδιοκτήτες των παπιών, γνώριζαν ότι κάθονται πάνω στην σέλα της μοτοσυκλέτας που ευθύνεται για την θέση του δίκυκλου στην κοινωνία μας, με την μορφή που έχει σήμερα, τότε, σταματώντας στο φανάρι δεν θα ένοιωθαν μειονεκτικά, αλλά αντίθετα θα κοιτούσαν υποτιμητικά όλες τις άλλες μοτοσυκλέτες γύρω τους!»

-Και το λοιπόν; Σήμερα στην Ελλάδα τί γίνεται;

Όπως κάθε άνθρωπος που έχει καβαλήσει παπί (και ξέρει στοιχειώδη ισορροπία) μπορεί να επιβεβαιώσει, η οδήγηση ενός παπιού έχει βαθμό προνηπιακής δυσκολίας, αφού στην ουσία είναι σαν ποδηλατάκι με κινητήρα. Οι χειρισμοί του και οι συμπεριφορά του στο δρόμο είναι αστεία, έτσι όμως δεν εμπνέει και τον απαραίτητο σεβασμό στον οδηγό του, που κάνει τις απίστευτες παπαριές στην σέλα του, βέβαιος οτι το 'χει. Αστεία όμως είναι και η ασφάλεια που παρέχει, καθώς ειδικά στα πρώτα τα ιστορικά αλλά και στα σημερινά κινέζικα, τα φρένα και οι αναρτήσεις δεν προσφέρουν τίποτα στη ενεργητική ασφάλεια. Βασίζεσαι στο γεγονός ότι «νταξ' μωρέ αφού δεν τρέχω, τι να τις κάνω τις Brembo» και ο Θεός βοηθός. Μια μεγάλη, «κανονική» μηχανή παρέχει απείρως περισσότερη ενεργητική ασφάλεια, αλλά μόνο αν ξέρεις να οδηγάς στα αλήθεια.

Έτσι, στην Ελλάδα πριν από 20 κάτι χρόνια, η ιστορία της Αμερικανικής αγοράς επαναλήφθηκε. Ακόμα και αυτοί που φοβούνταν και έβριζαν τις μηχανές και τους «αλήτες τους μηχανόβιους», απέκτησαν παπί για να κάνουν την δουλειά τους.
Πολλοί όμως από αυτούς οδηγούν με νοοτροπία αυτοκινήτου, νομίζοντας ότι οι άλλοι οδηγοί τους βλέπουν (!), χώνονται παντού και άσχημα (αφού εξάλλου γι' αυτό πήραν το παπί) και δεν ενδιαφέρονται να μάθουν για ασφαλή οδήγηση και πρόβλεψη κινδύνου, αλλά θεωρούν ότι αφού δεν τρέχουν, όλα καλά. Το πιθανότερο είναι ότι το παπί θα είναι και ελλιπώς συντηρημένο, προσθέτοντας στον κίνδυνο. Να συμπληρωθεί εδώ ότι το όνομα «παπί,» στην Ελλάδα λέγεται ότι προέρχεται από το χαρακτηριστικό «πλα-πλα-πλα» που κάνουν όταν μένουν χωρίς εξάτμιση.

Αν δώσεις όμως 1500e για ένα καινούριο μάλιστα μηχανάκι, δεν πρόκειται να δώσεις εύκολα τα τουλάστιχον 300 (και λίγα λέω) ευρώ που απαιτούνται για εξοπλισμούς προστασίας, ένα καλό κράνος, ένα υφασμάτινο μπουφάν με προστασίες άντε και γαντάκια, και εδώ που τα λέμε δείχνει λίγο too much... Έχω συγκεντρώσει περισσότερα βλέμματα με ένα χιλιάρικο ντυμένο πάνω μου βολτάροντας το C90 μου (που πιάνει-δεν πιάνει 600 γιούρα), παρά με το διαόλι. Δείχνει και μάλλον είναι υπερβολικό, δεν θα το ξαναπείς όμως όταν νιώσεις ότι η άσφαλτος πονάει το ίδιο από όπου κι αν πέσεις.

Αλλού τώρα.

Τα παπιά είναι ως γνωστόν το κατεξοχήν όχημα των +-16χρονων κάγκουρων. Ο λόγος είναι απλός και βασίζεται στη ιστορία. Πέρα από το χαμηλότατο αρχικό κόστος, η μαμά και ο μπαμπάς πείθονται πολύ πιο εύκολα να αγοράσουν στον μικρό που τους τα 'χει πρήξει ένα παπάκι, που είναι μικρό και δεν τρέχει παρά μια σκοτώστρα μεγάλη μηχανή. «Θα του περάσει και στα 18 θα του πάρουμε αμάξι», δικαιολογούνται σε εαυτούς και συγγενείς, και πράγματι πολλές φορές ισχύει. Η καγκουριά εκφράζεται προσωρινά με το παπί, για να μεταφραστεί αργότερα στο αμάξι που θα έρθει. Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία και το λήμμα έχει παραγίνει μεγάλο.

Υπάρχουν βέβαια και οι «αυθεντικοί», που ίδρωσαν για το παπί τους και λαχταρούν την ώρα που θα πάρουν μηχανή. Θα μάθουν πάνω σε αυτό, θα μαζέψουν και μερικά χρήματα με την βοήθειά του (να πηγαίνουν στην δουλειά, ντε!) και η ώρα δεν θα αργήσει.

Για να κλείσω επιτέλους, το παπί είναι το σήμα κατατεθέν των ντελιβεράδων, καθώς είναι το μοναδικό που έχει όλα, μα όλα τα πλεονεκτήματα: φτηνό σε απόκτηση και συντήρηση (ποιος ήρθε;) για τον εργοδότη, γρήγορο και ευέλικτο για να φτάνει πάντα στην ώρα του. Όλα τα ντελιβεράδικα παπιά είναι σάπια έως εσχάτων, ο χάρος ο ίδιος, τα παιδιά οδηγούν αυτοκτονικά μέσα στο χάος, και το επάγγελμα του ντελιβερά βρίσκεται με διαφορά στην πρώτη θέση της λίστας με τα εργατικά ατυχήματα. Αλλά ποιος νοιάζεται; Αρκεί που η πίτσα ήρθε στην ώρα της.

Παράδειγμα για παπιά;
Για ποιο λόγο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αδόκιμος όρος από τον χώρο του auto/moto: σπάω αυτοκίνητο, μηχάνημα κά.

Ευκαιρίας δοθείσης, φτάνω το αυτοκίνητο / μηχανή μου στα όρια του λυκόφωτος και πέρα από αυτά, τρέχω σε πίστες, κάνω επιδείξεις και μπαντιλίκια, κάνω κόντρες, τρέχω σε βουνά και λαγκάδια, ποτάμια και λάσπες, off road και δεν συμμαζεύεται. Περιμένω δε να μην το πάρω στο χέρι, αλλά πάντα κάποιο συνεργείο / ανταλακτικάς κάνει ανάσταση.

Συνήθως το μηχάνημα είναι καρα-βελτιωμένο και καγκουράτο όπως και ο αναβάτης του, αλλά παίζει και σε πιο λατέρνατιβ καταστάσεις ψαγμένων με την φύση και το extreme lifestyle.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άλλα αντικείμενα, λόγω υπερβολής στην χρήση τους όπως υπολογιστές, κονσόλες, ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, δονητές, κλπ.

  1. Τους επίδοξους μαχητές των δρόμων, που αποφάσισαν να αφήσουν τις λεωφόρους και να πάνε στις πίστες να «σπάσουν» τα αυτοκίνητά τους με ασφάλεια, φαίνεται ότι εκμεταλλεύονται κάποιοι εδώ και χρόνια. από εδώ

  2. - Τζούλια*, αμάν βρε παιδί μου, τον έσπασες τον δονητή! Τί άλλο θα κάνεις μ' αυτόν βρε παιδί μου... Άσε να πάρει και άλλος σειρά!

*disclaimer: τυχαίο όνομα, randomly selected, από λίστα current Ελληνικών ονομάτων και χαϊδευτικών.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ απλά το όχημα, αυτοκίνητο ή μηχανή.

Έχει μάλλον θετική χροιά, δηλαδής «ρόδα» θα αποκαλέσουμε κάτι που μας γέμισε το μάτι, ένα ωραίο νεοαποκτηθέν αμαξάκι ή κανά μπάνικο μηχανάκι.

Ειρωνικά για χρεπάκια ή ταπεινά οχήματα μεταφοράς δεν ξέρω αν χρησιμοποιείται, αλλά εγώ δεν το λέω πάντως ποτέ έτσι.

- Επ, τι βλέπω Βασούλα, σκάμε με ρόδα; Καλοτάξιδο και να το χαίρεσαι!
- Ευχαριστώ Σάκη μου, επιτέλους, καιρός ήτανε να πάρω αμάξι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για εποχούμενους μόνο, τρέχω πάρα πολύ γρήγορα, πιάνω τελικές, πηγαίνω κομμάτια, το σανιδώνω στο τέρμα, μέχρι εκεί που δεν πάει.

- Ποιος θα οδηγήσει;
- Εσύ πάντως όχι. Πας τον κώλο σου πάντα, χώρια που είσαι και ντίρλα. Θα μας ρίξεις σε καμιά κολώνα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ναι μεν λένε έτσι στο Τζάντε τον Διονύση, αλλά το ονοματάκι αυτό χρησιμοποιούνταν παλιά για τον νέο οδηγό, αυτόν με το Ν στο πίσω τζάμι (μπλιαχ).

- Τομπούστη, παραλίγο να με τρακάρει ο μαλάκας!
- Ηρέμααααα, θα τα βάζεις και με τους Νιόνιους τώρα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω σκαμπίλια, σημαίνει ότι οδηγώ τον κώλο της μηχανής διαδοχικά μία αριστερά και μία δεξιά, κρατώντας το τιμόνι (τη μούρη της μηχανής για την ακρίβεια) ίσια. Ως αποτέλεσμα, η κίνηση της μηχανής να θυμίζει την κίνηση του χεριού σε διαδοχικά χαστουκάκια.

Η καλλιτεχνική αυτή φιγούρα επιτυγχάνεται εύκολα με λίγο παραπάνω γκαζάκι στην αλλαγή των ταχυτήτων και με την βοήθεια του σώματος του αναβάτη. Βοηθούν βέβαια και οι δυνάμεις της φυσικής (φυγόκεντρος και κεντρομόλος).

Μετά την σούζα, τα σκαμπίλια αποτελούν τον δεύτερο πιο δημοφιλή καγκούρικο τρόπο επίδειξης, προς τέρψη αναβάτη και θεατών, και στο ψάρεμα καγκουρογκόμενας...

- Έχασες χθες Μητσάρα...
- Ως προς τι;
- Ένα τυπάκι χθες το βράδυ, στην παραλιακή... Ζωγράφιζε, κι εσύ έλειπες για να απαντήσεις.
- Για λέγε, για λέγε...
- Λοιπόν, κατά τις τέσσερις, σηκώνει το μηχανάκι από την πιτσαρία του Γιώργου, και το κατεβάζει έξω από την καφετέρια. Μιλάμε πήρε τη στροφή σούζα. Τι να σου λέω.
- Μπράβο, τι μωρό καβαλούσε;
- Ένα πριόνι μοταράκι. Και σαν να μην έφτανε αυτό, στο γυρισμό πήγαινε σκαμπίλια όλη την διαδρομή, για να ξεμουδιάσει.... Μιλάμε τα φώτα δείχναν μια ανατολή μια δύση.
- Πρέπει μάλλον σήμερα να βγάλω το μωρό μου μια βόλτα, να τον φοβίσω λιγάκι.

(από Μάγιστρος, 13/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το αποκρουστικό τσαπόνυχο ή άλλως ταξιτζίδικο νύχι που χρησιμοποιείται για να ξύνεις ή να ξύνεσαι. Αρχικά απετέλεσε βλαχοκυριλέ status symbol όσων ήθελαν να διατυμπανίσουν ότι δεν ασχολούνται με χειρωνακτικές δουλειές. Σήμερα φοριέται κυρίως από απομεινάρια των ογδόνταζ, καδενάκηδες και παλαιάς κοπής πασοκανθρώπες.

  2. Πρόσθετο προστατευτικό και καλά σποίλερ του προφυλακτήρα, γνωστό και ως ξύστρα. Εκ των ων ουκ άνευ για κάθε υπερήφανο ιδιοκτήτη κάγκουαρ.

Πάσα: Vikar.

- Νυχάκι σαν του δράκουλα, μα μόνο το μικρό, για να μη λεν' πως είμαι και άπλυτος εγώ
(HMIZ, εδώ)

- Tελικά Νίκο βρήκες κάτι να βάλεις μπροστά; Νυχάκι-σπόιλερ; Είμαι και εγώ στο ψάξιμο αλλα θέλω κάτι σημαζεμένο, να μην είναι πολύ ογκώδες κτλ
(εκεί)

Πρακτική εφαρμογή νυχακίου (από Vrastaman, 13/07/10)Κάγκουαρ με νυχάκι (από Vrastaman, 13/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified