Το επάνω μέρος του γόνατου που μοιάζει με τον ομώνυμο πασίγνωστο κόνδυλο.

Το ‘χω ακούσει, πριν χρόνια, να το χρησιμοποιούν δυο χειροπρακτικοί (άνευ πτυχίου) σε δυο διαφορετικές περιπτώσεις, σφόδρα επώδυνες κι οι δύο.

Προς ανατομική συμπλήρωση της κλιτσινάρας της ironick.

- Τι έμαθα; Σού ‘φεραν βραδιάτικα σηκωτό τον Τάσο;
- Σηκωτό και διπλωμένο. Του ‘χε βγει η πατάτα.

Εδώ τους λέει "επικονδύλους" (από allivegp, 16/10/11)(από allivegp, 16/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλη μια ονομασία για το αιδοίο θηλυκού τύπου Λίλιαν.

Ετυμολογείται από το radix ('ρίζα') όπως το έλεγαν στο άξεστο Λάτιο (το agresti Latio του Οράτιου). Το λατινικό radix μας δίνει το αγγλικό radish και το γαλλικό radis, 'ραπανάκι'. Το σγουρό δίνει μια διεθνούς αναγνωρισιμότητας αίγλη (πιανίστας Δ.Σγούρος).

Η συλλογή του γνήσιου σγουρού ραδικιού απαιτεί «τράβηγμα», δηλαδή κόπο, ή τον αντίστοιχο του κόπου αντίκρυσμα, αν κάποιος μας το προσφέρει «στο πιάτο».

Συγγενή ανταγωνιστικά είδη το καυλοράπανο, το ήμερο ραδίκι, αλλά και το αντίδι (ανάλογα με το μικροκλίμα).

-Λίλιαν μ'έχεις λολάνει
και θα φάω μεγάλη φρίκη
αν δεν ξηγηθώ φιστίκι
στο σγουρό σου το ραδίκι.

(από pavleas, 12/02/09)(από pavleas, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified