Further tags

Ο τύπος ο κακομοίρογλου. Ο αργόστροφος. Ο δεν-μπορώ-να-ελέγξω-το-σώμα μου. Εν ολίγοις κάποιος που συμπεριφέρεται ατσούμπαλα λες και σώθηκε από αυτοκινητιστικό αλλά με μερική παράλυση. Απαντάται και με διανοητική χροιά και είναι συνώνυμο της λέξης καθυστέρας.

Εκφωνητής ματς: Μπασίνας το ΣΟΥΤ!!!!! ... έξωωωωω...
Φίλαθλος: Κοίτα ρε έναν παραπλήγα... Ψωνίσαμε από σβέρκο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σύνολο των έμβιων όντων(;;;) που εμφανίζονται στις εκπομπές της γνωστής τηλεπαρουσιάστριας Αννίτας Πάνια.
(Προσοχή στον τονισμό του όρου για αποφυγή λαθών).
Δυστυχώς το πλήθος αυτό έχει την τάση του expand, σαν τους μύκητες, οπότε και παρουσιάζεται όλο και περισσότερο εκτός των τηλεοπτικών πλατώ της εν λόγω παρουσιάστριας, οπότε όλο και περισσότερο ανάμεσά μας...

Ορισμός Σαφής.

Got a better definition? Add it!

Published

Κατώτερος υπάλληλος φτηνού και αμφιβόλου φήμης ξενοδοχείου, επιφορτισμένος με το στρώσιμο («που στρώνει») των κρεβατιών. Συνήθως ατημέλητος, βραδύνους και «πιο αργός κι απ' τον θάνατο» όσον αφορά τη δουλειά του.

Γαμώτο! Πριν μια ώρα φώναξα το πουστρώνι να έρθει να σουλουπώσει τα κρεβάτια. Τί διάολο...; Μαζούτ καίει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι οπαδοί του Άρη στη Θεσσαλονίκη.

Πάλι θα οργώσουν τα γήπεδα της β΄εθνικής οι βουλγαροεβραίοι.

(από Vrastaman, 10/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή αλλιώς το καγκούρι. Ο παλιός psychedelas (ειδικα στα uplifting events) που χορεύει κάνοντας τις κλασικές κινήσεις (θεριστή, κεντέρη, κλπ). Εμφανίζεται και σε κυριλέ trance parties όπου και δακτυλοδείχνεται από τα trendyboys (Β.Π. συνήθως) .

Για δες τον κάγκουρα πως χτυπιέται.

Got a better definition? Add it!

Published

Η παλιαδερφή. Ο μαλάκας ομοφυλόφιλος. Ο μαλάκας, γενικώς.

Και γύρισε και μου είπε να μην τον ξαναενοχλήσω! Αν είναι δυνατόν να μου την πει κι από πάνω, η σκατίπουστα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αδερφή που δεν το κρύβει.

-Είχα καιρό να δω τον Σάκη.
-Είδες, σκέτη σφυρίχτρα έγινε ο Σάκης μας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Υποτιμητικός όρος για την γυναίκα που επιβλέπει την καθαριότητα στις τουαλέτες δημοσίων χώρων, νυχτερινών κέντρων, κλπ.

  2. Γενικά, η γυναίκα που υποτιμούμε.

  1. Ήθελα να πάω στην τουαλέτα, αλλά με σταμάτησε η σκατού λέγοντάς μου να περιμένω λίγο να τελειώσει το σφουγγάρισμα.

  2. -Είδες τι του έκανε, η σκατού, του ανθρώπου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γελοίος τύπος, ο σαχλός, ο αναξιοπρεπής, αυτός τον οποίον είναι αδύνατο να πάρει κανείς στα σοβαρά. Ο ίδιος όμως προσπαθεί να πείσει για το αντίθετο (παράδειγμα 1).

(Σημείωση για τους γατόφιλους: ο όρος αυτός δυστυχώς χρησιμοποιήθηκε αφελώς ως όνομα γάτου στο παραμύθι «Η απαγωγή του Λούλη» της Ε.Ζ. Οι γάτοι όμως είναι πάντα αξιοπρεπείς, δεν είναι Λούληδες.)

Στην υποτιμητικότερη μορφή του ο όρος αποκτά γένος θηλυκό (παράδειγμα 2).

  1. -Ρε τον λούλη, που μου το παίζει χρήμα και μπαίνει τζαμπατζής στα λεωφορεία!

  2. -... και του λέει: «Ίσα μωρή λούλα!»...
    -Και τι του απάντησε;
    -... αντί να θυμώσει έβαλε τα κλάματα.

Ο καλός ο Λούλης τα αλέθει όλα (καθ\' ότι και πονηρούλης!) (από Vrastaman, 22/04/09)πολύ μεγάλος Λούλης και καργιούλης (από xalikoutis, 23/04/09)Καστράτο, ο λούλης (καθότι και ευνουχισμένος) γάτος του Αρκά. (από Cunning Linguist, 23/04/09)(από joe909, 01/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Παλιά λέξη που δηλώνει πολύ άσχημη γυναίκα. Από την φόλα, το δηλητήριο.

- Τι φόλα αυτή η καινούργια!
- Έλα μωρέ, καλή κοπέλα είναι, τι να κάνουμε, δεν μπορεί να είναι όλες μουνάρες..
- Μπα, τι σ' έπιασε εσένα τώρα ; Δε νομίζω να την γουστάρεις;
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified