Χαρακτηρισμός γυναίκας της οποίας οι θηλές του στήθους έχουν διαφορετική θέση από την κανονική ή κοιτάν το υπερπέραν.

- Μαλάκα, τσέκαρες το γκομενάκι;
- Ποια ρε συ, αυτή την τυφλοβύζα; Ούτε με σφαίρες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε μεγάλα βυζιά, ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Επικράτησε μετά την συμμετοχή της Μαντούς στο διαγωνισμό με βυζαλέο ντεκολτέ.

- Κοίτα ρε μαλάκα ένα γιουροβίζιον που περνάει.
- Ναι ρε φίλε. Αυτή πάει χαμένη στην Ελλάδα. Αυτή πρέπει να πάει στην Ισπανία να μάθει στους Ισπανούς Ισπανική.

(από Khan, 14/03/12)(από Khan, 08/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που δεν έχει στήθος, η πλακοβύζα.

Ο Γιώργος; Άσε, από τότε που τα 'φτιαξε μ' αυτή την απλώστρα την Κατρίνα, τον έχουμε χάσει.

Βλ. και πλάκα, κόντρα πλακέ, παντόφλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified