Υπέρβαρο μπάζο που κάθεται στον κάθε πικραμένο (Εσκιμώο και μη) χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια.
- Πού να στα λέω, είχε φοβερή επιτυ..
- Ουστ ρε σαβουρογάμη, όλο με βολικές αρκούδες την βγάζεις!
Υπέρβαρο μπάζο που κάθεται στον κάθε πικραμένο (Εσκιμώο και μη) χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια.
- Πού να στα λέω, είχε φοβερή επιτυ..
- Ουστ ρε σαβουρογάμη, όλο με βολικές αρκούδες την βγάζεις!
Got a better definition? Add it!
Ξεψωλιάρα γυναίκα με αποκρουστικά καυλωτική εμφάνιση, εκ των μουνί και σκυλί.
- Η Amy Winehouse έχει γαμώ τις φωνές.
- Κατά τα λοιπά είναι σαν την Βασιλειάδου νέα με τατουάζ - μουνόσκυλο του κερατά!
Got a better definition? Add it!
Τα τατουάζ πάνω από τα οπίσθια έκλυτων γυναικών. Πολλοί τα ερμηνεύουν ως σαφή πρόσκληση για αξέχαστες στιγμές στον νότιο πόλο.
Γνωστό και ως τσουλόσημο ή ξεκωλόσημο.
- Κάθε ξεκωλτέ που σέβεται τον εαυτό του οφείλει να έχει και την αντίστοιχη ξεκολοτυπία!
Got a better definition? Add it!
Η γκόμενα που έχει ωραίο σώμα αλλά άσχημο πρόσωπο. Η αντιστοιχία με την γαρίδα έγκειται στο ότι «τρως» το σώμα και πετάς το κεφάλι.
- Τά 'μαθες; Ο Νίκος έβγαλε γκόμενα χτες στο μπαράκι.
- Καλή;
- Γαρίδα. Φοβερό σώμα αλλά μάπα χάλια.
Got a better definition? Add it!
αλογομούνω / αλογομούνα
Η ψηλή και ογκώδης γυναίκα, εντυπωσιακή όπως μία φοράδα, αλλά εξαιρετικά μεγαλόσωμη.
Για δες τι έρχεται, τι αλογομούνω είναι αυτή, πρέπει να είναι Ολλανδέζα.
Δες και -μούνα.
Got a better definition? Add it!
Σύνθετη λέξη. Σέξυ, πουτάνα, μπουρδέλο. Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τις γυναίκες που είναι άσχημες και ντύνονται προκλητικά για να δείχνουν σέξυ.
- Ρε μαλάκα, κοίτα αυτή στο απέναντι πεζοδρόμιο!
- Τι είναι αυτό ρε; Πού πάει έτσι το σεξοπουτανομπούρδελο;
Got a better definition? Add it!
Έκφραση την οποία άκουσα στην Πελοπόννησο. Αναφέρεται σε γυναίκες κοντές, σε βαθμό τέτοιο που, μεταφορικά, όταν κλάνουν σηκώνουν σκόνη, σύμφωνα με την κλασσική και γνωστή έκφραση. Το κοντοκλάνι συνήθως το παίζει μαγκιώρα και σκληρή, προληπτική πολιτική προκειμένου να αντιμετωπίσει τις επιθέσεις που δέχεται πανταχόθεν, λόγω του μικρού μεγέθους του.
- Ρε τι κοντοπούτανο είναι αυτό εκεί;
- Μη μου πεις ότι σ' αρέσει αυτή;
- Την ξέρεις;
- Όχι μωρέ, πήγα να της μιλήσω τις προάλλες και μου το έπαιζε δύσκολη. Μου έγινε και γκόμενα, το κοντοκλάνι...
Got a better definition? Add it!
Γκόμενα που δεν βλέπεται με τίποτα. Βασικό διακριτικό στοιχείο αυτής της κατηγορίας το αντικειμενικά μη αναστρέψιμο της κατάστασης.
Μου κανόνισε ραντεβού με μια φίλη της η ξαδέρφη μου που αποδείχθηκε τρελό μουστάκι. Δεν διορθώνεται με την καμία.
Got a better definition? Add it!
Ο υπερθετικός της λέξης καφρόλα
Η τόόόόσο εύκολη ή η τόόόόσο χοντρή που δεν ασχολούνται οι άντρες μαζί της
- Ρε συ, τη γαμάει άντρας αυτή;
- Πώς να τη γαμήσει ρε, αυτή είναι σκέτη πατοκαφρόλα!
Βλ. και χουφτιάρα, μπράσκα, η, όρκα, φακλάνα, φρι Γουίλι, free Willy, φώκια, χαβούζα, η, χαβούζα, η, μπουρέκλα, θωρηκτό Ποτέμκιν, μποχλάδα /-ω, κεφτές με πόδια, κουνιότα
Got a better definition? Add it!
Αυτός που είναι μια δόση παραπάνω τρέντυ από όσο είναι διατεθειμένοι να ανεχθούν οι λεβέντηδες. Ο τρεντόπουστας δεν είναι κατ' ανάγκη γκέης με τη στενή έννοια, μπορεί να είναι και στρέι ή μετρό. Όμως οι λεβέντηδες, όπως Μπους τις, βάζουν τεχνητά διλήμματα του τύπου «ή είσαι μαζί μας ή εναντίον μας», στον φίλο τους, στον οποίο λένε το παράπονο: «κάποτε ήσουνα λεβέντης, τώρα μου 'χεις γίνει τρέντης!». Δυστυχώς, σύμφωνα με την αριστοτέλειο αρχή του αποκλειομένου τρίτου, δεν υπάρχει τρίτη λύση. Ή είσαι λεβεντομαλάκας ή είσαι τρεντόπουστας! Πρέπει να αποφασίσεις «με ποιους θα πας και ποιους θα αφήσεις», που έλεγε κι ο Σαββόπουλος.
-Το κανελώνει το ρυζόγαλο ο Σάκης;
-Μπα, μάλλον για αγορίτσι τον κόβω. Για μετρό. Απλώς είναι λίγο υπερβολικά τρέντυ, αυτό είναι όλο!
-Πρέπει όμως να προσέχει, γιατί το πολύ το τρέντυ τρέντυ κάνει το παιδί τρεντόπουστα!
Got a better definition? Add it!