Η (συνήθως χοντρή και άσχημη) γκόμενα που έχει τεράστια, μα τεράστια βυζιά.
(το παράδειγμα, άλλη ώρα)
Η (συνήθως χοντρή και άσχημη) γκόμενα που έχει τεράστια, μα τεράστια βυζιά.
(το παράδειγμα, άλλη ώρα)
Got a better definition? Add it!
Πιτσιρίκα που τρελαίνεται για ψωλές. Στοιχίζει μόνο μερικά ποτά στα μπαράκια. Πήδημα στο αυτοκίνητο.
- Ρε συ, που έχει χαθεί αυτός ο Μήτσος;
- Έχει μπλέξει με μια ψωλέτα και γυρνάει από μπαράκι σε μπαράκι.
Got a better definition? Add it!
Ο πανέμορφος, αλλά γεμάτος θηλυπρέπεια τύπος που στην αργκό το «ζυγίζει το λουκουμάκι»!!
- Ρε τον ντιγκιντάγκαρ!!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ομάδα της Ηλιούπολης (ερασιτεχνικό).
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία συνάθροιση από γυναίκες γαρίδες και να επιτρέψει στους άντρες τις παρέας να συνεννοηθούν, ώστε να μην καταλάβουν τίποτα.
Η σύνδεση μεταξύ γαρίδας και Χαραυγιακού έχει γίνει, λόγω του ότι στην περιοχή Χαραυγή του Πειραιά, ως γνωστόν, υπάρχουν πολλά γαριδάδικα.
- Ρε Μήτσο αυτές είναι οι ωραίες που θα βγαίναμε;
- Δεν είχα δει φωτο πριν. Γαμώ το Χαραυγιακό μου!
Got a better definition? Add it!
Περιπαικτικό άδολο σχόλιο στην παρέα, για κοπέλα που ετοιμάστηκε για έξοδο και εμφανίστηκε μπροστά μας.
Θα μου πείτε γιατί πρέπει να τη σχολιάσουμε; Ντύθηκε και... νά 'την! Ντύθηκε αλλά τι έβαλε! Η κοπέλα-λατέρνα χαίρεται τις Απόκριες όοοολο το χρόνο. Μαύρα, κόκκινα, χρυσά, ασήμια, λαμέ, σκουλαρίκια, βλεφαρίδες, νύχια ψεύτικα, ψηλοτάκουνα, φουλάρια, καπέλα, την Άρτα, το Σούλι και τα Γιάννενα!... Όλα αυτά βέβαια, ανάκατα και μπερδεμένα το ίδιο, για πρωί, μεσημέρι, ή βράδυ...
Και το μαλλί; Ααααχ το δράμα το μαλλί! Του Δράμαλη ο χαμός!
Τη μια ξασμένο, την άλλη πλατινέ, τη μια κατσόμαλλο, την άλλη φουντωμένο μέχρι εκεί πάνω, σαν το λιοντάρι της Νεμέας... Αυτά για βάση, ύστερα κορδέλες, κοκαλάκια, τσιμπιδάκια με καρδούλες και το αρχικό της, φουντίτσες χρωματιστές και ό,τι άλλο είχε μέσα ο συρτάρης!...
Πάντως ετοιμάστηκε! Να σκεφτούμε τώρα που θα... «πάει», γιατί το να «πάμε» μάλλον χλωμό το βλέπω...
— Νά 'μαι και 'γώ παιδιάαα! Έτοιμη!...
(Δυό τρία δεύτερα delay, μέχρι να καταλάβουμε τι βλέπουμε και...)
— Κούκλα η Μαρίτσα!...
Got a better definition? Add it!
Συνευρίσκομαι ερωτικά με κάποιον. Χρησιμοποιείται κυρίως από άντρες για ευνόητους λόγους.
- Τι έγινε τελικά ρε Γιώργο, το πιτσίλισες το μώρακι χτες;
- Άσε ρε μάγκα, έμπλεξα με παρθενοπιπίτσα...
Got a better definition? Add it!
Published
Όρος δανεισμένος από το χώρο του hi fi και δη του high end, όπου συγκεκριμένα μηχανήματα χρησιμοποιούνται ως μέτρο σύγκρισης για τις υπόλοιπες υλοιποιήσεις της κατηγορίας, όπως στις παρακάτω φωτογραφίες.
Επειδή το hi fi και το high end λίγους ενδιαφέρουν, αλλά οι γκόμενες όλους, η έννοια της «αναφοράς» χρησιμεύει σε παρέες και ομάδες ανδρών για να συγκρίνουν γκόμενες βάσει κοινώς αποδεκτών στάνταρντς. Επιστημονική δουλειά δηλαδή. Και επειδή μας αρέσει να είμαστε ακριβείς στους χαρακτηρισμούς και τις συγκρίσεις, υπάρχουν επιμέρους στοιχεία αναφοράς για τις γκόμενες, εξ ου και ο όρος «κώλος αναφοράς» ή «βυζί αναφοράς». (βλ. φωτό)
Got a better definition? Add it!
Στις Ένοπλες Δυνάμεις, σημαίνει 124 Πτέρυγα Βασικής Εκπαιδεύσεως. Μεταξύ των φαντάρων όμως γίνεται συχνά γνωστή και ως "124 Πούστηδες Βαράνε Εμένα", ανάλογα με το ποιος είναι δίκας εκείνο τον καιρό· συνήθως διοικείται από αποτυχημένους αξιωματικούς.
Όπως παραπάνω...
Got a better definition? Add it!
Published
Συντόμευση του όρου σιλικονάτο.
- Μαλάκα τι βυζί είναι αυτό! Τρελάθηκα!
- Σιγά ρε μαλάκα, κονάτο είναι, δεν την θυμάσαι πώς ήταν πριν με κάτι μπανανόβυζα μέχρι το πάτωμα;
Got a better definition? Add it!
Η κραγμένη αδελφή. Δεν τίθεται θέμα μυστικότητας και διακριτικότητας εδώ. Μιλάμε ότι το ξέρει όλος ο ντουνιάς.
- Και βγήκε η ξεφωνημένη η αγριόπουστα στα κανάλια να κράξει εμένα!
ΕΜΕΝΑ! Που εγώ χρυσή μου ούτε προκαλώ, ούτε και είμαι καμιά κραγμένη σαν αυτή τη νταρντάνα την τριχωτή. Αλλά βέβαια, εγώ φταίω που δεν της κοπάνησα καμία με τη δωδεκάποντη στο κεφάλι να δει τον ουρανό σφοντύλι...
Βλέπε και κραγμένη, τελειωμένη.
Got a better definition? Add it!