Selected tags

Further tags

Δεν έχω γκόμενα και βολεύομαι μόνος.

Από τότε που τα χάλασε με την Καίτη κρατάει την κατάσταση στο χέρι.

Από το μάτς Ελλάδα-Αργεντινή. Μέχρι το 90, κρατάγαμε την κατάσταση στο χέρι (από GATZMAN, 01/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κορίτσι στην εφηβεία.

Σοβαρέψου, είσαι κοτζάμ μαλλιαρομούνα, μεγάλωσες πια.

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που περιγράφει μία εξαιρετικά δύσκολη και φορτική κατάσταση για το άτομο, παρόμοια με ερωτική συνεύρεση παρά φύσιν, αλλά και στοματικώς.

Είχαμε πολλή δουλειά την εβδομάδα που μας πέρασε στο υπουργείο. Καθημερινά φεύγαμε κατά τις επτά το απόγευμα, πίπα κώλο μας πήγαν....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευμέγεθες πέος, συνώνυμο με τη λέξη κρεατόβεργα.

- Και ενώ οι υπόλοιποι κολυμπούσαν, ξαφνικά ο Μάρκος έσκασε μύτη από τη σκηνή κραδαίνοντας το κρεατομάτσουκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άτομο που συνέχεια χαλάει τη δουλειά σου. Ο άνθρωπος της ακατάλληλης στιγμής.

Την ώρα που ήμουν έτοιμος να στην βυσματώσω, ο αρχιδογαμιώλαρος χτύπησε το κουδούνι.

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το sex της μιας βραδιάς
  2. Χαρακτηρισμός για μέτρια γυναίκα / μέτριο άντρα.
  1. - Έκανα χτες μια ξεπέτα...

  2. - Καλή η γκόμενα; - Μπα, μόνο για ξεπέτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πούτσος, κωδικοποιημένος ώστε να περνάει το μήνυμα, αλλά και να μην προσβάλλει, μιας και χρησιμοποιώντας το λήμμα δεν λέμε στην πραγματικότητα τη λέξη πούτσος. Που είναι κακιά. Χρησιμοποιείται κυρίως στον γραπτό λόγο.

Ε στο φούτσο μου ρε φίλε κι εμένα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεσβιακός σχηματισμός κατά τον οποίο δύο αιδοία φιλιούνται μεταξύ τους.

(«Δυο ζευγάρια σε ταξίδι αναψυχής», διήγημα):

[...] τότε σηκώνεται η Αγγελική και περνάει το ένα πόδι της πάνω από την Χαρά και το άλλο από κάτω και αρχίζουν να κάνουν πλακομούνι...

αυτό μάλλον αναφέρει στο σχόλιο η ironick (από xalikoutis, 23/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εννοούμε το γιατρικό στην πνευμονία ή στο γερό κρύωμα, ενίοτε χρησιμοποιείται και ως όρος σεξουαλικού περιεχομένου.

  1. Του 'κοψα δυο βεντούζες στην πλάτη και του 'φυγε το κρύωμα...

  2. - Έτσι... έτσι μωρή καργιόλα... βεντούζαααα... Ρούφα τα όλα...

Καθιερώθηκε από τον Κώστα Γκουσγκούνη. (από Khan, 26/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενίοτε ο Ηλίας στο πιο χωριάτικο...

Χρησιμοποιείται όμως και για τον έμμεσο προσδιορισμό της φούτσας...

... -Καλά... συνέχισε και θα μου δεις τον Λιά, έτσι που σκύβεις μωρή Ελεωνόρα (=η προκλητική γυναίκα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified