Further tags

Μπάτσος. Ιστορικά, προέρχεται από την παλιά (εποχή «είμαι μάγκας & κυκλοφορώ με το ένα μανίκι του σακακιού μου αφόρετο να σέρνεται») μάγκικη έκφραση υπαρξιακής αγωνίας «μπας κι είναι εδώ; μπας κι είναι εδώ;»

(Πολύ παλιός & άρα αδόκιμος όρος για παράδειγμα.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

πσκ, πουσουκού

Το τριήμερο από Παρασκευή έως Κυριακή. Το λένε κυρίως οι φαντάροι για τυχόν τέτοια άδεια.

Βλ. και σκ.

- Θα ζητήσω πσκ έξω, αλλά σιγά μη μου την δώσουν τα καθίκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι διασυνδέσεις, από το αγγλικό connections.

  1. - Κάνε ρε Πέτρο κάνα κονέ μπας και πιούμε τίποτα απόψε.
  2. - Έχεις τίποτα κονέ καλά να μας βάλουν τσαμπέ;

Κονέ στα ασανσέρ. Σήμανση ασφαλείας. Εμπορικό κέντρο The Mall, Μαρούσι, Αττική. Φωτογραφία: Νοέμβριος 2014. (από patsis, 11/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νεοσύλλεκτος στον στρατό.

«Απολύομαι ψαρούκλες, τα μαλλιά μου κάνω μπούκλες»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο νομός Έβρου, σύμφωνα με τους υπηρετούντες τη στρατιωτική τους θητεία σε αυτόν.

Άσ' τα μεγάλε, πήρα μετάθεση για Γκατζολία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα κουνούπια του νομού Έβρου, γνωστά για τη θηριωδία τους, που έχουν βασανίσει γενιές φαντάρων.

- Με ξέσκισαν τα γκατζολόπτερα χτες στην σκοπιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το Ι5, δηλαδή η μόνιμη αναβολή από τον στρατό λόγω ψυχολογικών προβλημάτων. Στην Ελλάδα της υποχρεωτικής ακόμα στράτευσης είναι ο νούμερο 1 τρόπος αποφυγής της θητείας.

- Άσε με ρε Νίκο, τέλειωσε η αναβολή που είχα για τις σπουδές και μου ήρθε χαρτί να παρουσιαστώ. - Σοβαρά; Και τι θα κάνεις, θα πας; - Όχι ρε, για μαλάκες ψάχνεις; Μάλλον για τρελόχαρτο θα πάω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μέσον, ο γνωστός ή ο γνωστός του γνωστού που συνήθως κάνει τα πράγματα να κυλήσουν στην Ελλάδα για να γίνει η δουλειά σου ή για να ωφεληθείς σε μια κατάσταση.

-Άστα ρε φίλε, πήρα μετάθεση στον Έβρο. -Καλά, δεν έχεις κανένα δόντι να σε φέρει Αθήνα να είσαι μες στο σπίτι σου;

Αν του κάτσεις, μετά τον έχεις δόντι. Δώσε βάση στο νοήμα. (από Galadriel, 07/03/09)

Βλ. και άκρη, βύσμα, κονέ, χαυλιόδοντας. Σχετικά: ρουσφέτι, bluetooth

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται αλλιώς και «άκρη»: η γνωριμία με κάποιο υψηλό πρόσωπο όπου θα κάνει κάτι ευνοϊκό (ρουσφέτι) για εσένα.

- Είχε βύσμα στον στρατό αυτός και τον έκαναν μετάθεση στην Αθήνα.

Αρκάς, Δουλειά δεν είχε ο διάβολος (από patsis, 20/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατεψυγμένο στρατιωτικό κρέας.

- Τι φαγητό έχει σήμερα Δεκανέα;
- Άστα να πάνε!
- Ψάρι;
- Ακόμα χειρότερα, γκοτζίλα κοκκινιστό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified