Further tags

Άλλη μια κινηματογραφογενής έκφραση (από την ομώνυμη ταινία με το Κωνσταντίνου), που λέγεται από τα πιλάφια και δηλώνει με ελαφριά ειρωνεία την παρουσία πολλών ναυτών (πλάκωσε ναφτουργιά που λένε), τους οποίους ψημένοι μάγκες οι ίδιοι (λέει) θεωρούν ανάξιους στη ναυτοσύνη και ψιλοκοροϊδάκια, κάτι σαν τ' αμερικανάκια του έκτου στόλου, που μας γαμήσανε την αδερφή κι εμείς τους παίρναμε κανά δολάριο στον παπά και περνιόμασταν για αλάνια...

- Πάμε για κανά ΣουΚου στον Πόρο;

- Τρελός θα' σαι! Θα' ρθει ο Πρόεδρος Δημοκρατίας για την ορκωμοσία των ναυτών και θα πήξουνε οι δρόμοι από δαύτους. Καλώς ήρθε το δολάριο θα γίνει!

Ντροπαλός Κωνσταντίνου (από Khan, 23/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Ναυτικό): Παλιά έκφραση των ναυτών, που έχει και συνέχεια: «...το Πι-Νι για να τελειώσει - το μουνί για να καβλώσει».

Το Πι-Νι στη φράση είναι το Πολεμικό Ναυτικό (Π.Ν.), όπου η θητεία πάντοτε υπερέβαινε χρονικά αυτή των άλλων όπλων, κατά 1-2 μήνες (π.χ. το '50 ήτανε 38 μήνες, μετά 36 κλπ και κατέληξε για ολόκληρη τη δεκαετία '80-'90 21 μήνες, ενώ η αεροπορία ήταν 20 κι ο στρατός ξηράς 18).

Υπ' όψιν δε, οτι μέχρι και το 2002 περίπου, που καταργήθηκε η θητεία σε πολεμικό πλοίο και σιγά-σιγά μέχρι σήμερα και στα βοηθητικά, το ναυτικό όχι μόνον βυσματικό όπλο δεν ήταν, αλλά σε πολλές περιπτώσεις χειρότερο απο την πιο ελεεινή μονάδα του στρατού ξηράς (!)

Είχε πολλές, σκληρές, βαριές κι επικίνδυνες δουλειές, πολλά μακρινά ταξίδια, αβέρτα ασκήσεις κτλ και όλα αυτά κλεισμένος σε ένα σαρδελοκούτι υπό άθλιες καιρικές, βιωτικές (ποινολόγια, κατσαρίδες, αρουραίοι, μπόχα, κλεισούρα, ζέστη, έλλειψη καθαρού νερού/λουτρών) και διατροφικές (βάλαν τον κώλο μάγειρα-σκατά θα μαγειρέψει) συνθήκες.

Για το λόγο αυτό, έλεγαν οι παλιοί ναύτες στους νέους το τραγουδάκι (κατά το «Σαμιώτισσα»):

[i]Στραβόγιαννα-στραβόγιαννα, πότε θ' απολυθείτε; Είκοσι-ένα τα σκαλιά, στραβόγιαννα και πώς θα τ' ανεβείτε;[/i]

Ήθελε υπομονή λοιπόν η κατάκτηση του απολυτηρίου, όπως ακριβώς και της γυναίκας, αφού λέγε-λέγε το κοπέλι, κάνει την κυρά και θέλει!

- Πού υπηρετείς;
- Στο Α/Τ Θεμοστοκλής (αντιτορπιλικό).
- Έχεις πολύ ακόμα;
- 405 και σήμερα είναι πολλές;
- Αμάν! Έχεις να φάς κουραμάνα...
- Τί να κάνουμε; Το Πι-Νι και το μουνί, θέλουνε υπομονή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκοτώνω το θηρίο: (Στρατιωτική αργκό) Καθαρίζω την τουαλέτα (καλλιόπη).

Χρησιμοποιείται και ως παλεύω με το θηρίο (να μην συγχέεται με γνωστό νυκτερινό κατάστημα του Ψειρή) ή κάνω τον Καρνέισον (βγάζω τη Λόλα απ' τη φωτιά)...

Μάλλον η έκφραση ανάγεται στην ιστορία του Καραγκιόζη με το κατηραμένο φίδι.

Συνήθως οι στρατιωτικές τουαλέτες, είναι τούρκικες (χαλές), που βρωμίζουνε και στουμπώνουνε εύκολα, δεδομένου ότι αφενός οι σωλήνες αποχετεύσεως στην Ελλάδα, είναι στενές και βουλώνουνε με το παραμικρό, εξ ου και το παραπλήσιο βρωμερό καλαθάκι για τα κωλόχαρτα (που δεν υπάρχει πουθενά στην Ευρώπη αφού έχουν προβλέψει φαρδιές σωληνώσεις και τα ρίχνουνε στη λεκάνη), αφετέρου τα κωλοφάνταρα αμολάνε άστοχα τις κουράδες τους, παράλληλα με την οπή, σχηματίζοντας το σήμα της Όπελ...

Οι νέοι, λοιπόν, δίκην Μεγάλου Αλεξάνδρου, καλούνται να αποκτείνουν τον κατηραμένο κουραδόφιδο με το δόρυ τους (ένα μακρουλό ματσούκι / βεντούζα / σκούπα κ.τ.λ.), ήτοι να καθαρίσουνε γογγύζοντας τις θηριωδίες των συστρατωτών τους (αδέσποτες κουράδες, λιμνάζοντα κατρουλιά, σκατωμένες δαχτυλιές στα πλακάκια, κωλόχαρτα ατάκτως εριμμένα, αγχωμένα ψωλοχύματα κ.τ.λ).

Την έκφραση αυτή ατόφια, χρησιμοποίησε ο τιμωρημένος Λάμπρου (Κιμούλης) στο «Λούφα και Παραλλαγή», ξεβουλώνοντας μ' ένα στυλιάρι τον απόπατο.

Στις εκστρατείες, ο στρατός παλιά έσκαβε εντός περιμέτρου κάτι γιγάντιους σκατόλακκους, με ξύλινο ψευτο-παραβάν και δυο σανίδια για να πατήσεις και να λάβεις «θέση μάχης», στον οποίον από καιρόν εις καιρόν, φτυαρίζανε οι φαντάροι ασβέστη και όταν πια φράκαρε καλύπτανε με χώμα δια παντός, προκειμένου να μη ζέχνει και να μην μεταδίδονται ασθένειες.

Σημειωτέον, όσον αφορά στη χρήση και την έννοια της έκφρασης με το ρήμα παλεύω, ο Στράτης Μυριβήλης στη «Ζωή εν Τάφω», περιγράφει, πώς ένας ηρωικός φαντάρος του πρώτου παγκοσμίου, πνίγηκε, όταν έπεσε νύχτα κατά λάθος μέσα στο σκατόλακκο εκστρατείας, «ανδρείως μπαλεύων με τα ελληνοσυμμαχικά σκατά»...

- Πού είναι ρε ο Αιγαλεώτης;
- Βούλωσε η Καλλιόπη και τον έστειλε ο επιλοχίας να σκοτώσει το θηρίο!

Κάπως έτσι... (Carpaccio). (από Khan, 23/07/09)Η ιστορία επαναλαμβάνεται (από Khan, 23/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Ναυτικό): Σκωπτική έκφραση των ναυτών για το καμπάνι του συσσιτίου αλλά κυρίως για το συσσίτιο το ίδιο!

Προέρχεται από το καμπάνι-σειρήνα του γυμνασίου που κάνει: Γυμνάσιο-γυμνάσιο-γυμνάσιο! (και τρέχεις όπως-όπως σα μαλάκας, να λάβεις θέση π.χ. μάχης ή πυρασφάλειας κ.α.). Όταν όμως γίνει καμιά μαλακία, σφίγγουν οι κώλοι και βαράει η μπουρού με την επισήμανση: Προσοχή! Το παρόν δεν είναι γυμνάσιο! (=μην το πάρετε στην πλάκα-κινδυνεύουμε).

Πρέπει να γίνει γνωστόν ότι, οι υπηρετούντες στα μαγειρεία ναύτες, με την πάροδο του χρόνου τρέπονται αυτόχρημα σε στωικούς φιλοσόφους μ' αυτά που βλέπουνε εκεί μέσα, (όπως ακριβώς και όσοι γίνονται οδηγοί, που μεταμορφώνονται σε ψυχανώμαλους γκαζοφονιάδες, τα οπλονομόπαιδα σε άκαρδα τσογλάνια, τα αρμένια σε ακροβάτες κ.ο.κ.). Ούτω πως, αρέσκονται να χρησιμοποιούν σιβυλλικές εκφράσεις, όταν ερωτώνται για την ποιότητα του φαγητού που προσφέρουν. Έτσι, ακόμα και αδερφός σου να είναι ο άλλος, μετά από δυο-τρεις βδομάδες στα μαγειρεία, θα λάβεις τις εξής απαντήσεις:

  1. Ερώτηση: - Φίλε το φαΐ την παλεύει;
    Απάντηση: - Το φαΐ την παλεύει, ο μάγειρας δεν την παλεύει...

  2. Ερώτηση: - Ρε κληρού, το φαΐ είναι καλό; Έτσι, να χαρείς τα μάθια σου.
    Απάντηση: - Είναι καλύτερο από προχθές...

  3. Ερώτηση: - Αδερφέ, απάντα μου ειλικρινά, εσύ το μαγείρεψες;
    Απάντηση: - Όλοι μας βάλαμε την πινελιά μας...

Και πολλά άλλα ων ουκ έστιν αριθμός, δηλονότι ουδέν κινδυνωδέστερον δια την δημοσίαν υγείαν από ένα μάγερα με χιούμορ...

Σημειωτέον, οι διάλογοι αυτοί είναι πέρα για πέρα αληθινοί(!)

Δεν είναι τυχαίον, ότι η γλίτσα των μαγειρείων, ενώ συ-σκευ-ά-ζε-ται όλως επαγγελματικώς με χαρτονένιο κουτάκι και λαστιχάκι σε αλυσίδα παραγωγής (!) σαν τα καλύτερα ντελιβεράδικα, ντανιάζεται τακτικότατα στις καμιονέτες, διανέμεται με πάσαν επισημότητα (χαρτιά-υπογραφές παράδοσης / παραλαβής-χαιρετούρες κτλ), καταλήγει καπάκι στη θάλασσα ή (αν είναι ακοσταρισμένοι στο ντόκο) στα σκουπίδια, βορά των παρεπιδημούντων αρουραίων ή καλαζαροφόρων σκύλων, ενώ οι ναυτούμπες παραγγέλνουν σουβλάκια...

Οι Εγγλέζοι λένε ότι: The Royal Navy sails on its stomach. Πράγματι, οι περισσότερες στάσεις πλοίων ή φυλακών είχαν και έχουν ως αιτία / αφορμή το συσσίτιο, ενώ το σύνηθες σύνθημα αρχής της στάσης, ήταν και είναι το αναποδογύρισμα του καζανιού.

Αλλά αυτά, είναι μια άλλη ιστορία.

- Ρε μαλάκα, τι’ ναι αυτό που σφυράει;
- Το παρόν δεν είναι συσσίτιο. Στα μαγειρεία μου 'πανε έχει καρμπονάρα σήμερα λέει …
- Ωχ! Θα μας πάει πάλι σερπαντίνα ο κώλος μας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Ναυτικό): Ο χώρος συναθροίσεως των ναυτών, κατόπιν κλήσεως, για αναφορά-καταμέτρηση. Η «αναφορά» ή ντάκος ή «σέντρα» στα στρατέικα.

Δηλαδή, βαράει το καμπάνι, τρέχουν τα ναυτάκια, στοιχίζονται αναλόγως τη μονάδα, στον ουλαμό, τον λόχο, τη διμοιρία ή την ομοχειρία τους, κάνουνε τα στον καιρό - έι τους, βγαίνει κάποιος και λέει προσευχούλα για να καθαρίσει ο τόπος απ' τα τελώνια (όπως στο shinobi), κάνουνε και μια ψοφο-γυμναστική της κακιάς ώρας, διαβάζει ο επικεφαλής πιλαφάς την ημερησία διάταξη (π.χ. αγγαρείες, έπαινοι, επισημάνσεις, αιτήματα, παράπονα, τιμωρίες κτλ) και μετά τα ναυτόπουλα σκορπάνε εις τα εξ ων συνετέθησαν.

Αυτό το βιολί γίνεται συνήθως πρωί-απόγευμα-βράδυ. Το πρωί είναι με προσευχή και ναυτοβική γυμναστική (φαίνεται ότι μόνον της αεροπορίας είναι αποτελεσματική, γι' αυτό και επεκράτησε ο όρος). Στις υπόλοιπες κλήσεις είναι με άνευ (μόνο καταμέτρηση), ίδια όπως στη φυλακή και στο μαντρί.

Ο χώρος συναθροίσεως συνήθως είναι ένα αρκετά μεγάλο πλάτωμα (π.χ. στα κέντρα εκπαιδεύσεως ή στις μεγάλες μονάδες), όπου παρατάσσονται ομαδόν τα ναυτόπουλα κυκλικά, με τα βλοσυρά πιλάφια στην κορυφή και ενδιάμεσα κενό, εξ ού και πίστα (αφού τα πιλάφια είναι θαμώνες κωλόμπαρων του Πειραιά) ή «σέντρα» (για τους ποδοσφαιρόφιλους).

Η σημαντικότερη εκδήλωση της πίστας για τους ναύτες είναι η υποχρεωτική είσοδος σε αυτήν, κατόπιν πιλαφόθεν ονομαστικής κλητεύσεως, προκειμένου να τους απαγγελθεί κατηγορία και να τιμωρηθούν για πειθαρχικό παράπτωμα = να χορέψουν.

Για τον λόγο αυτό, η απειλή θα σε βγάλω στην πίστα μαραγκιάζει την ψυχή και του πιο χορευταρά ναύτη...

- Ποιος ήτανε βάρδια χτές;
- Εγώ οπλονόμε…
- Και ποιος είσαι συ; Όνομα-βαθμό-μητρώο δεν έχεις; Για αναφέρσου κανονικά, για θα σε βγάλω στην πίστα να χορέψεις τσάμικο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Ναυτικό): Κρυφοσαδιστική κι εξυπνακίστικη έκφραση (ών ουκ έστιν αριθμός), που χρησιμοποιούν τα πιλάφια προκειμένου να δηλώσουν οτι θα τιμωρηθείς για πειθαρχικό παράπτωμα.

Παραπέμπει στο γνωστό έπαιξες (το πουλάκι σου / μαλακίστηκες / έκανες μαλακία / έσφαλες) κι έχασες και τώρα ήρθε η ώρα της λυπητερής (=λογαριασμού)...

Συνεπώς, η πιλάφειος σπάθη εκκρεμεί πάνω από τις εξόδους σου, για να τις τεμαχίσει άκαρδα.

- Κλίμακα! Πού είναι ο πιλίσκος σου;
- Τον άφησα στο υπόφραγμα ύπαρχε...
- Έχασες! Μόλις τελειώσεις, τράβα γράψου 10 φι στο οπλονομείο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στρατιωτική έκφραση, που υποδηλώνει μακρό διάστημα χωσίματος, τρεξίματος, αγγαρείας, σκοπιάς κτλ.

Συντάσσεται με το ρήμα τρώω: Φάγαμε πούτσα με λέπι.

Το λέπι παραπέμπει στην υφή, δομή και λειτουργία των λεπιών του ψαριού, το οποίο εμποδίζει την έξοδο (απο στενή οπή, επί παραδείγματι) ή την καθιστά εξόχως επώδυνη.

Παρόμοια είναι και η λειτουργία της παλιάς μικρής μποτίλιας κόκα-κόλα, της οποίας το καπάκι έμπαινε εύκολα, αλλά έβγαινε δύσκολα, κατά το γνωστό τουρκικό μαρτύριο (!).

Εξάλλου, περί εισαγωγής ιχθύος ή φιάλης κόκα-κόλα (ή πέπσι - η ποικιλία είναι φίλος μας), προς ηδονισμόν μαρτυρούν αστικές φήμες για γνωστό παλαιό τραγουδιστή αμφιβόλου επιτυχίας και για τέως και νυν και αεί τόπ τραγουδιάρα, αντιστοίχως.

Τουρκική παροιμία λέει: Το λιοντάρι, πριν να φάει το κόκκαλο, πρώτα το βάζει στον κώλο του και μετά στο στόμα του (=δηλ. καλά μπαίνει, να δούμε όμως και αν βγαίνει εύκολα και σημαίνει την περίσκεψιν προ αναλήψεως εγχειρήματος, ως προς τας δυνατότητες ολοκληρώσεώς του).

Άσε φίλε, έχει να 'ρθεί σειρά να μας απαλλάξει πέντε μήνους κι έχουμε φάει πούτσα με λέπι! Βαράμε γερμανικά και καπάκι βούρ στα μαγειρεία. Τρέμουν τα κωλομέρια μας απ' την αϋπνία ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Ναυτικό): Έκφραση βαθμοφόρου (πιλαφιού), που σημαίνει: «Θα σου ρίξω / χώσω πειθαρχική ποινή (= φυλακή / στέρηση εξόδου / περιορισμό)».

Εικόνα, κατά την οποία, το πιλάφι αυτοπροσδιορίζεται ως «τοξότης», που μοιράζει βέλη (ποινές) εδώ κι εκεί. Συνήθως χρησιμοποιείται ως: «Σε πέτυχα (με τα βέλη)», δηλαδή «σε είχα από καιρό στο στόχαστρο και τώρα που έκανες τη μαλακία, θα πληρώσεις για όλες σου τις αμαρτίες».

Έχει είτε παροντική είτε μελλοντική έννοια κατάγνωσης πειθαρχικής ποινής. Κατά το σχήμα λόγου παροντικού ή παρελθοντικού χρόνου με έννοια μέλλοντα: «Σε γαμώ αν το ξανακάνεις» / «τη γάμησες!» (= Θα την γαμήσεις !) / «Σ' έχω γαμήσει αν το ξανακάνεις» (= θα σε γαμήσω) κτλ.

Βλ. και αρχαία ελληνικά: «Ωλούμην εί με λείψεις» = «Χάθηκα (δηλ. θα χαθώ) αν με εγκαταλείψεις».

Νέος, πάρε το χλωροκοπτικό και καθάρισε την αυλή και κοίτα κακομοίρη μου μη σου ξεφύγει κανάς θάμνος, γιατί σε πέτυχε ο οπλονόμος !

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χιουμοριστική προσφώνηση θαυμασμού που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον τσίφτη και καραμπουζουκλή άνθρωπο, αλλά και την μερακλαντάν-φυσφιριλέ κατάσταση.

Μάλλον προέρχεται από τα αρχικά της παλαιάς Αστυνομίας Πόλεων (Α.Π.) και το «ψηλά τα χέρια», που οι αστυνομικοί φώναζαν, παρηλλαγμένο σκωπτικά σε «ψηλά τα ρούχα», που συγγενεύει με το «κάτω τα σώβρακα» (δηλ. κάτσε να σε πηδήξω).

Το «μάρκα» λέγεται για το ποιόν του ανθρώπου, όπως λέμε «διαόλου κάλτσα», «μυστήρια φόδ(ι)ρα», «μυστήριο τραίνο», «μεγάλη μάρκα», «μάρκα μ' έκαψες», «μυστήριο καπνό φουμάρεις» κτλ.

Για μια ιδιαιτέρως ευχάριστη κατάσταση, λέγεται επίσης το «Μάχη μαύρων εν καιρώ νυκτός, εντός υπογείου με σβηστά τα φώτα» ...

Η έκφραση έχει καταγραφεί ατόφια στο ελληνικό σινεμά «Σκληρός άνδρας», όταν η τροτέζ Σπεράντζα Βρανά, υποδέχθηκε τον Χατζηχρήστο στο γκιζ-ντάνι.

  1. - Που λες, για τα λεφτά που χρωστάς στην τράπεζα, μη χολοσκάς. Εγώ είμ' εδώ, τ' αδέρφι σου, έτσι θα σ' αφήσω;
    - Αδερφέ μου, να σε φιλήσω ! Είσαι μάρκα άλφα-πι και ψηλά τα ρούχα!

  2. - Ορίστε και τα ουζάκια σας!
    - Πώ ρε κάτι μεζεκλίκια μάρκα άλφα-πι και ψηλά τα ρούχα!
    - Κάτσε να κρυώσουν λίγο πρώτα, ρε γύφτο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το καράβι, γενικότερα η ναυτική ζωή.

Χρησιμοποιείται κατά κόρον στο Πολεμικό Ναυτικό (για τους υπηρετήσαντες Πι-Νι), αλλά και για εμπορικά πλοία (γκαζάδικα, φορτηγά, λιγότερο ποστάλια). Ενίοτε απαντά και στον πληθυντικό: οι λαμαρίνες.

[I] Η λαμαρίνα, η λαμαρίνα όλα τα σβήνει
μας έσφιξε το Κuro Siwo σα μια ζώνη
κι εσύ κοιτάς ακόμη πάνω απ' το τιμόνι
πως παίζει ο μπούσουλας καρτίνι με καρτίνι[/I]

...έγραφε ο Νίκος Καββαδίας για τις πλωτές αυτές φυλακές. Η λέξη εγκλείει εντός της όλη τη συσσωρευμένη πικρία, όλα τα βάσανα, τα χωσίματα, τα πακέτα που συνεπάγεται η ζωή στα καράβια.

Να περνάς μήνες μακριά απ' τους δικούς σου. Να χάνεσαι με τα φιλαράκια σου. Να σου γίνεται το στομάχι κώλος (τουλάστιχον τους πρώτους μήνες). Να μην μπορείς να στεριώσεις - κυριολεκτικά! - μια σταθερή σχέση με γυναίκα.

Αν έχεις σχέση, να σε τρωει η αγωνία για το τι κάνει, που βρίσκεται, αν σε κεράτωσε, αν βρήκε άλλον, και να ξοδεύεις πεντακοσαριές στο γαμημένο το κινητό για να της μιλάς (κι αυτή να σου κάνει κόνξες και να στο παίζει δύσκολη, έτσι είναι αφού σε κρατάει απ' τ' αρχίδια, κακόμοιρε).

Η μόνη σου επιλογή για σεξ να είναι οι πουτάνες των λιμανιώνε, αν όμως λάχει κι είσαι και λίγο συναισθηματίας και δεν γουστάρεις πουτανιάρικες φάσεις, τότε τότε γάμα τα.

Να είσαι αναγκασμένος να βλέπεις κάθε μέρα τους ίδιους τσάτσους και ρουφιάνους που δε γουστάρεις (μιλάω κυρίως για τους χαμηλόβαθμους μονιμάδες του Π.Ν, ΕΠΥ και ΕΠΟΠ).

Να σου πρήζουν συνέχεια τον πούτσο για το πόσο επικίνδυνο είναι το τούρκικο ναυτικό. Να είσαι σε κάποιο νησάκι, π.χ. Ρόδο, και μόλις πάει να χαλαρώσει λίγο η φάση να σκαει σήμα ότι βγήκε κάποιο τούρκικο πλοίο και πάμε να το ακολουθήσουμε. Να αράζει το γαμόπλοιο σε θέσεις απόκρυψης, μες την ερημιά, παρέα μόνο με τα καβούρια, και να ξέρεις ότι λίγα χλμ. πιο δίπλα είναι π.χ. το Φαληράκι με τις χιλιάδες ξέκωλες Αγγλίδες. Μιλάμε για μαρτύριο του Σίσυφου, του Τάνταλου και των Δαναΐδων μαζί.

Συνηθέστατες οι φράσεις: μας έφαγε η λαμαρίνα, λιώσαμε τόσα χρόνια μες τη λαμαρίνα, μας ρούφηξε τη ζωή η λαμαρίνα.

Η καλύτερη φάση για τους μονιμάδες του Πολεμικού Ναυτικού, εκτός βέβαια απ' το να βγουν σε υπηρεσία στεριάς, π.χ. να πάνε σε κάνα θέρετρο Αγίας Μαρίνας κι έτσι, είναι να πάει η λαμαρίνα για επισκευές. Τότε αναγκαστικά τα ταξίδια αναβάλλονται κι όλοι εύχονται να κρατήσει η επισκευή όσο πιο πολλούς μήνες γίνεται (αν είναι να διαλυθεί και τελείως το γαμόπλοιο, ακόμη καλύτερα).

Τέλος, όταν όλα είναι κομπλέ και επίκειται αναχώρησις, είθισται τα ναυτάκια να τραγουδάνε μεταξύ τους ειρωνικά το άσμα της Ελένης Δήμου «ετοιμάζω ταξίδι μοναχά για πάρτη σου, στα μεγάλα νησιά του μυαλού και του χάρτη σου»...

- Μας ήπιε το αίμα η λαμαρίνα.

- Γαμώ τη λαμαρίνα μου μέσα γαμώ.

- Να πέσει μια μπόμπα ρε φίλε να γίνουν καρφιά όλες οι λαμαρίνες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified