Τύπος και εργαλείο βασανιστηρίου, με μεταλλικές «αυγουλοθήκες» οι οποίες φυλακίζουν έναν-έναν ξεχωριστά τους όρχεις. Αφού το συνδέσουμε στην πρίζα, θερμαίνονται οι «αυγουλοθήκες» σε σημείο που ψήνονται οι όρχεις και τραβώντας απότομα ξεκολλούνται από το υπόλοιπο σώμα.

- Ε τώρα, δεν έχει εφαρμοστεί ακόμη, σόρρυ!

(από Vrastaman, 08/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημοτομπατσοβανάκι είναι το όχημα της δημοτικής αστυνομίας που έχει μέσα κάτι χασομέρηδες με μπερέδες που τα ξύνουν, ενίοτε σου καρφώνουν και καμιά κλήση.

Πριν λίγη ώρα, μια ομάδα Δελτάδων μαζί με Φασίστες επιτέθηκαν στους μετανάστες έξω από την ΑΣΟΕΕ. Ένα δημοτομπατσοβανάκι σπάστηκε ελαφρώς από τους μετανάστες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κίτρινο σηματάκι με παραμάνα το οποίο χρησιμοποιείται από τους υποψήφιους έφεδρους βαθμοφόρους στο Πυροβολικό πριν γίνουν Δεκανείς ή Λοχίες, που το φορούν κατά τη διάρκεια της δίμηνης εκπαίδευσής τους.

Πρόκειται για «ταμπελάκι» μεγέθους 1cm X 3cm περίπου, χρώματος κίτρινου και το τοποθετούν (με χρήση παραμάνας) σε κάθε πλάι του ώμου τους (εκεί που κανονικά τοποθετούνται τα π.χ. λοχιόσημα).

- Τί έγινε ρε μαλάκα χθές το βράδυ;
- Μαλάκα τα κοπανήσαμε άγρια και κάψαμε τα καναρινόσημα όλοι μας, στο ΚΨΜ με πετρέλαιο... Από αύριο φοράμε λοχιόσημα... Επιτέλους!!! Αναβαθμιζόμαστε!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φάρμακο που χρησιμοποιείται κυρίως κατά την διάρκεια της στρατιωτικής θητείας. Χρησιμοποιείται για στιγμές ανίας, βαρεμάρας, ρουτίνας ή ακόμα και για πολύ πιεστικές καταστάσεις.

- Πω, Πω ρε παιδία δεν μπορώ άλλο εδω μέσα!!! Κάθε μέρα σκοπιά 2-4 τα χαράματα! Δεν την παλεύω άλλο!!!
- Ένταξει ρε ψηλέ! Πως κάνεις έτσι; Πάρε αντιπαλευόν!!

Από το ΦΑΔ της Λήμνου... (από Cunning Linguist, 23/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προτείνεται ως συμπληρωματικός της ήδη πλήρους συλλογής λέξεων για τα περιπολικά, βλέπε μποξεράκι, κωλόμπαρο, μπατσικό, καρούμπαλο και δεν ξέρω ποια άλλα. Η έμπνευση ήρθε από έναν ιταλό φίλο, ο οποίος αντέδρασε στην ανυπαρξία αργκοτικής λέξης στα γαλλικά για το περιπολικό (τουλάχιστον ο άπειρος κόσμος που ρωτήσαμε δεν ήξερε), και πρότεινε το flic-mobil, όπου flic ο μπάτσος στα γαλλικά. Στα ελληνικά κάθεται καλύτερα όμως, και δένει και με το μπάτσμαν.

- ...και γάμησέ τα ρε φίλε... σκάει που λες από το πουθενά το μπατς-μομπίλ και βγαίνουν ο μπάτσμαν και ο τρόμπιν αυτοπροσώπως και μου γαμούν τη μάνα εδεκειδά επιτόπου να πούμε...

Mπατσ-buggy (από Vrastaman, 18/12/08)(από ironick, 20/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για κοινωνικές εκδηλώσεις, όπου ένστολοι κλόουν, ανιματέρ, ξυλοπόδαροι και ζογκλέρ διασκεδάζουν τους μικρούς καλεσμένους με τα μπαμ-μπουμ τους σε μια παραμυθένια ατμόσφαιρα. Τυχόν ατυχήματα οφείλονται πάντα σε εξοστρακισμούς.

Ρε Βαγγέλα, το Λίλιαν σε άκουσε να λες ότι στο Σύνταγμα γίνεται το μεγαλύτερο πάρτυ με ούζα όλων των εποχών και μου ζήτησε να την πετάξω αμέσως με το μοτοσακό μου!
— Καλά, το αμαρτωλό έχει ξανθές ρίζες και είναι και κουφάλογο –πάρτι με uzi είπα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιστόλι, το πυροβόλο όπλο. Επίσης, πυροβολώ.
Προέρχεται από τον παιδικό ήχο για τα όπλα λέιζερ των καρτούν.

  1. Φιλέ, η σκηνή που βγάζει το πικίου-πικίου του και τους σκοτώνει όλους γάμησε!

  2. Και τώρα οι δικοί μου οι GI-Jo θα κάνουν τα πικίου-πικίου τους στους Cobra σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα κιμαδοειδή (γιουβαρλάκια, σουτζουκάκια, μπιφτέκια, κεφτέδες, κλπ) αμφιβόλου προέλευσης που σε στέλνουν τουαλέτα και όχι μόνο.

- Πω ρε μαλάκα. Με αυτές τις κρεατοβομβίδες που μας ταΐζουν στον στρατό, μας πάει κόψιμο κάθε τρεις και πέντε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελικόπτερο είτε της αστυνομίας, είτε και καλά δημοσιογραφικό, που καταγράφει κάθε κίνηση σε μια συγκέντρωση, πορεία ή σε οποιαδήποτε άλλη δημόσια σύναξη.

-Κοίτα πόσα ρουφιανόπτερα υπάρχουν εδώ ρε!
-Χαμογέλα ρε! Μας φωτογραφίζουν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified